21/1/10

Στα καλντερίμια του χθες...


Στα «αρχοντικά» του 21ου αιώνα οι μαστόροι έχουν για βάση το μπετόν. Χρησιμοποιούν πολύ σίδερο, βάζουν μεγάλες γυάλινες επιφάνειες για να τραβάνε τον ήλιο προς τη μεριά τους και διακοσμούν με απαστράπτοντες γρανίτες και μάρμαρα για να δείξουν την πολυτέλεια και τον πολιτισμό τους. Στο «βασίλειο» της κακογουστιάς, πολλά από τα επιβλητικά σύγχρονα κτίρια φτιάχνονται με αυτόν τον τρόπο και ακολουθούν συναρπαστικά για το μάτι σχήματα, έχουν μέγεθος που εντυπωσιάζει, αλλά όταν πας να μιλήσεις για τη χάρη και την πλαστικότητά τους στον χώρο, η γλώσσα σου γίνεται κόμπος και μοιάζει σαν να μην έχεις τίποτε να πεις και να προσθέσεις. Σε ένα άλλο «βασίλειο» όμως, που ανήκαν κάποιοι άλλοι άνθρωποι, τα πράγματα ήταν πολύ απλά. Μία ήταν η βάση για το χτίσιμο, η πέτρα, η πελεκημένη και σωστά γωνιασμένη.


Σε εκείνο το βασίλειο ο «ακρογωνιαίος λίθος», ήταν ποτισμένος με ιδρώτα και εμφάνιζε όλα τα χειροποίητα σημάδια του ανθρώπινου μόχθου. Με σφυριά και καλέμια το άχρηστο υλικό που στοιβαζόταν σε βράχια, γινόταν χρήσιμο και κάποτε ερχόταν η στιγμή για να μετατραπεί σε έργο τέχνης με απίστευτη πλαστικότητα και χάρη. Σε εκείνο το «βασίλειο» της μνήμης περιδιαβαίνω ασταμάτητα και «συλλέγω» τα καλύτερα κομμάτια του.



Για άλλους, αυτές οι διαδρομές αναζήτησης δεν έχουν να πουν τίποτε και τους προξενεί γέλιο το να ασχολούνται κάποιοι άνθρωποι στην εποχή μας με... πελεκημένα λιθάρια, ρυθμούς, τεχνοτροπίες άλλων εποχών. Πολλοί όμως συγκινούνται πραγματικά, αντιμετωπίζουν το «βασίλειο» της μνήμης σαν ευλογημένο τόπο και κάνουν ό,τι μπορούν για να αντέξει στον χρόνο.



Υποστηρίζουν πολλοί ότι η αρχιτεκτονική κλέβει συχνά την παράσταση από την τέχνη, γιατί είναι πολλές τέχνες μαζί και η δύναμή της είναι μεγαλύτερη. Όπως και η γοητεία της, η μαγεία, η δημιουργία, ο έρωτας που κρύβει και η φαντασία. Έτσι, ακόμη κι αν τα τελευταία χρόνια χτίζονται χιλιάδες κακόγουστα κτίρια, υπάρχουν όμως και κάποια που ξεχωρίζουν, χάρη σε δημιουργούς που κάποτε έδωσαν το μυαλό και την ψυχή τους.



Η πόλη της Κοζάνης δεν έχει σημαντικό Βυζαντινό παρελθόν, αλλά είναι οικιστικό δημιούργημα μιας νέας ιστορικής φάσης. Η Κοζάνη είναι μια νέα πόλη, η οποία οικίζεται μέσα στην Τουρκοκρατία από κατοίκους των γύρω οικισμών και από τον ορεινό χώρο της Ηπείρου. Στα μέσα του 17ου αιώνα θα οργανωθούν οι αστικές λειτουργίες της πόλης. Το εκπαιδευτήριο, η βιβλιοθήκη, ο Μητροπολιτικός Ναός, το νεκροταφείο, καθώς και οι κατοικίες.



Στα τέλη του 18ου αιώνα, η Κοζάνη είχε 750 σπίτια. Ο λόγος που αναπτύχθηκε η πόλη με γοργούς ρυθμούς ήταν η γεωγραφική της θέση. Στις αρχές του 19ου αιώνα ο Leake σημειώνει 600-700 σπίτια ελληνικά στην Κοζάνη. Σε ολόκληρο το 19ο αιώνα η πόλη εμφανίζει έναν σχεδόν ομοιογενή πληθυσμό. Στο γεωγραφικό λεξικό του Δ. Αργυριάδη, πηγή που εκδίδεται το 1870, τα Σέρβια δεν αναφέρονται ενώ η Κοζάνη σημειώνεται ότι έχει 5.000 κατοίκους, οι οποίοι δεν διακρίνονταν από ιδιαίτερα εθνολογικά χαρακτηριστικά. Λίγο αργότερα ο Ν. Σχοινάς απογράφει 8.000 «κατοίκους», δηλαδή έλληνες και μόνο 500 οθωμανούς. Παραμονές της ένωσης με την Ελλάδα η πόλη είχε φτάσει στους 12.000 ορθόδοξους έλληνες. Με βάση παλαιότερες προφορικές και γραπτές μαρτυρίες ο γυμνασιάρχης και ιστορικός Π. Λιούφης τοποθετεί την συγκρότηση της πόλης στα τέλη του 14ου αιώνα.



Οι ιστορικές πηγές για την πρώτη περίοδο της πόλης είναι περιορισμένες. Θρύλοι και προφορικές παραδόσεις των κατοίκων σώζουν την ανάμνηση σημαντικών γεγονότων. Από τέτοιες μαρτυρίες γνωρίζουμε σήμερα ότι στη δασώδη θέση της Κοζάνης χτίστηκε ο Ναός του Αι Δημήτρη καθώς και δυο χριστιανικοί συνοικισμοί στις γειτονικές τοποθεσίες Τρίδεντρο και Σώποτο. Όταν η πόλη έγινε γνωστή ως ασφαλές καταφύγιο, δέχτηκε μετοικισίες πληθησμών που συντέλεσαν στην δημογραφική της αύξηση καθώς και στην οικονομική της ακμή.



Η πόλη εμφανίζεται για πρώτη φορά στην γραπτή παράδοση τον 16ο αιώνα, στον κώδικα της Ιεράς Μονής της Ζάβορδας ως «Κόζιανη χωρίον». Σε εικόνες και εκκλησιαστικά βιβλία, μνημονεύονται μέχρι το 17ο αιώνα κατασκευές υδραγωγείων και κρημνών, εκκαθαρίσεις και εξομαλύνσεις εδαφών για την κατασκευή κατοικιών. Η θέση της πόλης παίρνει σταδιακά μόνιμο χαραχτήρα. Το γεγονός επιβεβαιώνει το κτίσιμο του Ναού και κυρίως των νεκροταφείων των Αγίων Αναργύρων.



Πληροφορίες για τη μορφή και τη λειτουργία των κατοικιών αυτής της περιόδου δεν σώζονται αρκετές. Πιθανών ήταν καλύβες από κλαδιά και λάσπη, από την κυκλική μέχρι την ορθογώνια κάτοψη, με δίρριχτη στέγη. Βασικός στόχος ήταν η κατοίκηση και εξυπηρέτηση των γεωργικών και ποιμενικών ασχολιών.



Μετά το 1650, φαίνεται ότι η ανάπτυξη της χειροτεχνίας και του εμπορίου έχει προχωρήσει αρκετά. Το άνοιγμα της τοπικής οικονομίας επιβάλλει τη σύνδεση των συνοικιών με δρόμους, καλντερίμια και γεφύρια πάνω από τα ρέματα που υπήρχαν καθώς και τη συνένωση τους με μια κεντρική αγορά, το κοινό τζιαρσί, όπου συγκέντρωνε τις βιοτεχνίες και όλες τις εμπορικές δραστηριότητες. Συνένωση των συνοικιών συντελείται επίσης στο επίπεδο των θρησκευτικών και κοινωνικών σχέσεων με την αναφερόμενη ίδρυση του Αγίου Νικολάου, ως κεντρική εκκλησία από τον προεστό Χαρίση Τράντα.



Ο Τράντας πέτυχε παράλληλα την έκδοση διατάγματος από το Σουλτάνο, που έθετε την πόλη κάτω από την προστασία της Σουλτανομήτορος. Με αυτό το προνομιακό καθεστώς η πόλη απαλλάχτηκε από φόρους σημαντικούς και καταπιέσεις. Τότε, όπως αφηγείται ο Λιούφης, ο Χαρίσης Τράντας «ήρξατο κτίζων οίκους μεγαλοπρεπείς και διωρόφους, καλών τέκτονας και κτίστας…».



Από την περίοδο αυτή χρονολογούνται τα πρώτα ιστορικά αρχοντικά της πόλης, όπως αυτά των οικογενειών Πλατώνη και Σαπουντζή. Το πιο επιβλητικό με τα περισσότερα «στολίδια», ήταν αυτό που έχτισε ο Τράντας στην ωραιότερη συνοικία, το Γκιουλέρ Μαχαλά. Το αρχοντικό κτίστηκε μεταξύ του 1650 και 1660 και σωζόταν μέχρι το 1911, οπότε αφού αγοράστηκε από την Κοινότητα κατεδαφίστηκε για να χτιστεί στη θέση του το νεοκλασικό κτίριο του Παρθεναγωγείου Κοζάνης.



Η Κοζάνη διαμορφώθηκε αμφιθεατρικά στους πρόποδες των Καραγιαννίων με προσανατολισμό την κοιλάδα του Αλιάκμονα. Το δασώδες φυσικό περιβάλλον έκρυβε τον νεοσύστατο οικισμό από τους επιδρομείς. Αντίθετα με άλλες παλαιότερες πόλεις, Έδεσσα, Καστοριά, Βέροια κ.α. η Κοζάνη δεν απέκτησε ποτέ περιμετρική οχύρωση. Η άμυνα της πόλης βασιζόταν στην εσωστρεφή πολεοδομική οργάνωση καθώς και στην οχυρή μορφή των κατοικιών. Η δαιδαλώδης μορφή του οδικού δικτύου, σε συνδυασμό με ένα σύστημα επικοινωνίας των αυλών, την «επάνοιξη», επέτρεπαν τη διαφυγή σε ώρα κινδύνου.



Ο Παύλος Μελάς θα γράψει σχετικά σε επιστολή προς τη σύζυγό του Ναταλία «Κάθε συνοικία αποτελεί αληθινόν λαβύρινθον, διότι όλα τα σπίτια της συνοικίας συγκοινωνούν προς τα λοιπά δια των αυλών τους. Έτσι εισήλθομεν δια μιας θύρας και αφού επεράσαμεν και εγώ δεν ηξεύρω πόσας στοάς και αυλάς, εξήλθομεν τέλος εις έναν δρόμον όπου ευρέθημεν προς της θύρας της Μητροπόλεως…».



Τα αρχοντικά αλλά και οι λαικές κατοικίες στην Κοζάνη είχαν κι αυτές εσωστρεφή χαραχτήρα. Φυλάσσονταν από ασφαλείς ψηλούς περίβολους με ελάχιστα σιδερόφραχτα ανοίγματα. Αλλά και οι εσωτερικοί χώροι τους ήταν στραμμένοι προς την εσωτερική αυλή, «στουν ουβουρούν», με την οποία επικοινωνούσαν με ανοίγματα και σκεπαστές στοές, τα χαιάτια. Στους ορόφους οι κατασκευές άνοιγαν με προεξοχή, το «σιχνισίν», προς τους δρόμους και ανοιχτούς εξώστες χαιάτια ή ηλιακούς προς την εσωτερική αυλή.





Οι κατοικίες στην Κοζάνη ήταν συνήθως κατασκευασμένες κάθετα προς τις υψομετρικές καμπύλες του ανάγλυφου, ώστε η όψη της κεντρικής εισόδου να προσανατολίζεται νότια ή νοτιοανατολικά και οι καλοί οντάδες να αντικρίζουν την κοιλάδα του Αλιάκμονα.



Ασφάλεια, λειτουργικότητα και προσαρμογή στις ειδικές καιρικές συνθήκες ήταν οι βασικές αρχές του σχεδιασμού της κοζανίτικης κατοικίας. Οι χειμωνιάτικοι χώροι ήταν χωροθετημένοι στο ισόγειο και στον όροφο οι καλοκαιρινοί. Ο βαθύς ή «χαμηλός οντάς» ήταν ένα δωμάτιο χειμωνιάτικης υποδοχής, που τα παράθυρα του δεν έβλεπαν το βορρά. Ο «ηλιακός» ή ντηλιακός, ήταν ένα ηλιόλουστο δωμάτιο χειμωνιάτικης διημέρευσης, ενώ το «χειμωνιάτικο» ήταν το δωμάτιο του ύπνου. Από την «μεσιά», δηλαδή τον κεντρικό χώρο των αρχοντικών, που συνέδεε τα ισόγεια δωμάτια, ένα ξύλινο κλιμακοστάσιο οδηγούσε στον όροφο σε ένα μεγάλο δωμάτιο υποδοχής και διασκέδασης, το «μουσαφίρ οντά» ή «δοξάτο», όπου προβλεπόταν συχνά ειδικός χώρος για τους μουσικούς.



Στον όροφο υπήρχαν οι υπόλοιποι χώροι παραμονής και ύπνου για το καλοκαίρι. Η «κρεββάτα» ήταν το δωμάτιο ύπνου. Ο «ηλιακός», το καλοκαιρινό ενδιαίτημα στα αρχοντικά. Ήταν ένα είδος κλειστής βεράντας με περιμετρικά παράθυρα. Οι δευτερεύοντες χώροι του ορόφου βρισκόταν σε ένα επίπεδο λίγο ψηλότερα από το δοξάτο. Οι υψομετρικές διαφορές δεν είχαν μόνο λειτουργική σκοπιμότητα, αλλά προσέφεραν ακόμη κατάλληλες επιφάνειες για τις ξυλόγλυπτες επενδύσεις και το ζωγραφικό διάκοσμο.



Τα υπόγεια των σπιτιών χρησίμευαν για αποθήκες και για κρυψώνα κατά τις επιδρομές των Τουρκαλβανών, ενώ η ενδιαφέρουσα πέτρινη θολοδομία απατελεί μια ιδιομορφία της Κοζανίτικης αρχιτεκτονικής, που δεν απαντάται στις γειτονικές πόλεις.



Ενώ τελειώνει ο 19ος αιώνας η Κοζάνη επιτελεί σημαντικό ρόλο στη Δυτική Μακεδονία. Η τουρκική διοίκηση εγκαθιστά στην πόλη τελωνείο και διοικητήριο. Η πόλη γνωρίζει στις αρχές του αιώνα ένα υψηλό επίπεδο πνευματικής ζωής, με επίκεντρο τις σχολές και τα ιδρύματα της. Αντίστοιχα εισάγονται οι πρώτες νεοκλασικές και άλλες εξωτερικές επιρροές στην τοπική αρχιτεκτονική.



Σήμερα η παλιά μητρόπολη, με τα πλούσια αρχοντικά, τις αυλές και τα καλντερίμια έχει εξαφανιστεί δίνοντας τη θέση της στη σύγχρονη βιομηχανική πόλη. Πέρασε η εποχή που σαν μικρό παιδί έβγαινα περίπατο με τον παππού μου κάθε Κυριακή. Πέρασε η εποχή που περπατούσαμε στους δρόμους και ακούγαμε καλημέρες. Που οι κύριοι χαιρετούσαν βγάζοντας τα καπέλα τους, στην πλατεία, όπου καθόταν στο Ζαχαροπλαστείο του «Κρίνου» για να πιούνε τον καφέ τους. Ήταν μια γοητευτική πόλη τότε…



Κάποιες φορές ο νεαρός τότε πατέρας μου με ανέβαζε στους ώμους τους και πηγαίναμε στου Αραβάνη τ’ αμπέλι. Άκτιστη ακόμη η πόλη εκεί πάνω. Μικρή, σαν μια ασφαλή φωλιά. Χόρτα, αγριοτριανταφυλλιές, χωράφια μέχρι εκεί που έφτανε το μάτι μας. Εκεί ξαπλώναμε στο γρασίδι κι άκουγα τον πατέρα μου να μου μιλά για τον Λουντέμη, τον Καζαντζάκη,τον Κορδάτο. Εραστής του διαβάσματος… Υπάρχουν ακόμη βιβλία με πάμπολες σημειώσεις του στα περιθώρια. Ήταν δημιουργικός αναγνώστης.
Μια τέτοια Κυριακή από ψηλά στάθηκα μαγεμένη κοιτάζοντας την πόλη να απλώνεται στην μεγάλη πεδιάδα. Ήταν όμορφα τότε…



Περνώντας τα χρόνια κατάλαβα ότι υπήρχε μέσα μου μια μεγάλη αγάπη. Για ότι παλιό υπήρχε γύρω μου. Για όλα τα απομεινάρια που κουβαλούσαν μνήμες άλλων εποχών.



Ως στοιχειώδη πράξη πολιτισμού, οφείλουμε να διασωθεί «ότι απόμνιν» στην πόλη.



Πηγές:
1. Τα στοιχεία για την αρχιτεκτονική και την ιστορία της πόλης βρέθηκαν από παλιά άρθρα τοπικών εφημερίδων.
2. Οι φωτογραφίες είναι από το Omikron Magazine "Μάθηµα αρχιτεκτονικής παράδοσης στην Κοζάνη"

4 σχόλια:

issallos είπε...

@Aza...
Καλημερα...!!!
Τι ομορφα κτισματα.... τι μερακι και ποσο ξεχωριστα κι αρμονικα με το περιβαλον τους !!!
Καταπληκτικη δουλεια στις μακετες...

Ομως απο την αλλη πλευρα νιωθω πως μου διεγειρει την φαντασια ενα υαλοπετασμα τεραστιο που κοιτα στην θαλασσα κι ενας χωρος μινιμαλιστικος χωρις καθολου προσωπικοτητα.... ισως ετσι να τονιζεται πιο πολυ η ανθρωπινη παρουσια.....στο χωρο...πιο εσω ανρωποκεντρικα κτισματα ....
Δεν ξερω... μου αρεσουν και οι δυο μορφες .... οσο δεν μου προσβαλουν την αισθητικη μου...!!!

dimitrisp(σε χρονο ενεστωτα) είπε...

μια απο τις ωραιότερες αναρτήσεις σου...Aza!
Kαληνύχτα και να είσαι καλά!

Ανώνυμος είπε...

μια καλησπέρα μόνο πέρασα να πώ.
Δεν σε ξεχνάω ΑΖΑ.

Aristodimos είπε...

Καλή μου φίλη περασα να σου στείλω την αγάπη και την σκέψη μου κι επεσα πανω σ αυτην σου την θαυμάσια "ξενάγηση"...

Πολλά φιλία και την αγάπη μου... (Χαθήκαμε λιγο ;;;)

Αρης