28/1/11

Παγωτό νεράντζι...



Χειμερινή σπεσιαλιτέ. Σερβίρεται κατευθείαν από το δέντρο...



Πηγή: O σκύλος της Βάγια Κάλντα

26/1/11

«Πες μας τι έκανες σ' αυτή τη γη»


«Ζούμε σ’ ένα κόσμο απάνθρωπο, όπου τα πάντα πουλιόνται και αγοράζονται. Ακόμα και η τέχνη και οι δημιουργοί. Κι έρχεται μια κορυφαία στιγμή στην καριέρα σου όπου πρέπει ν’ αποφασίσεις: με τις πολυεθνικές, να γράφεις κατά παραγγελία και να γίνεσαι εμπόρευμα στα χέρια τους ή περιθώριο, να γράφεις με το αίμα της καρδιάς σου και να τραγουδάς τα ντέρτια σου και τους καημούς σου; 

Χίλιες φορές περιθώριο...»


Κάποτε υπήρχε ένα λεωφορείο που έφευγε από την Πλατεία Συντάγματος και κατέληγε στην Αμφιθέα και το Παλαιό Φάληρο. Όταν ήμασταν μικροί, η διαδρομή φάνταζε σχεδόν εξωτική, ολάκερο ταξίδι σε άλλους τόπους μακρινούς.

Το λεωφορείο ήταν το «32».
Πρέπει λοιπόν που λέτε, να ήταν προς τα τέλη του Αυγούστου. Είχε ζέστη και ήμουν στη στάση του 32 στο Σύνταγμα. Στο ένα μου χέρι, κρατούσα 1-2 τεύχη του περιοδικού Φιλμ που εξέδιδε τότε ο καλός κινηματογραφιστής Θανάσης Ρεντζής. Το περιοδικό, που έβγαινε κάθε δυο τρεις μήνες ήταν χοντρό σαν βιβλίο και στις σελίδες του άνοιγες τα μάτια σου σε θαυμαστούς κόσμους του τότε στρατευμένου κινηματογράφου τόσο της Ευρώπης όσο και της Νότιας Αμερικής. Και ταυτόχρονα σπουδαία κείμενα για την Αισθητική της εικόνας. Με μάγευε.

«Καλό περιοδικό, σπουδαία προσπάθεια. Σ’ αρέσει;»

Ακούστηκε η φωνή, λίγο βραχνή αλλά πάντως με εξαιρετική καθαρότητα στην εκφορά του λόγου.

Γύρισα, και είδα έναν άνδρα που στηρίζονταν σε δύο πατερίτσες, φορούσε κάτι μεγάλα γυαλιά με μαύρο κοκάλινο σκελετό, είχε μακριά μαλλιά τελείως ατίθασα και, θυμάμαι ακόμα το πουκάμισο του ανοιχτού πράσινου χρώματος-σκέφτηκα πως δεν μου άρεσε το χρώμα. Στη μασχάλη του είχε σφιγμένα πολλά χαρτιά, πεντάγραμμα νότες και στιχάκια σκαλισμένα με μολύβι.

Πιάσαμε την κουβέντα. Δηλαδή, τι πιάσαμε την κουβέντα, μισή λέξη έλεγα, με διακόσιες απαντούσε.
Του άρεσε να μιλάει του άρεσε να «μεταδίδει» τα όσα ήξερε και, όλα τα έλεγε σαν να διηγιόνταν παραμύθια μόνο που, δεν έλεγε παραμύθια.
Ταξιδέψαμε μαζί όλη τη διαδρομή, γύρω στα 40 λεπτά τότε, κατέβηκε κάπου στην Αμφιθέα, αφού πρώτα φρόντισε να μου δώσει ένα χαρτί με σημειωμένη τη διεύθυνση της μπουάτ που θα έπαιζε από τα τέλη Οκτωβρίου και θα έπαιζε τα αγαπημένα του Αντάρτικα. Στην οδό Κυδαθηναίων.

«Αν ήξερα εγγλέζικα» –μου είπε-« θα έπαιζα και τραγούδια του Johnny Cash-τον ξέρεις;»

Δεν τον ήξερα τότε.
-Καλά, θα σου πω την άλλη φορά. Πάνο Τζαβέλα με λένε.

Πράγματι, μετά από μερικές βδομάδες, καθώς ήμουν πάλι στο 32 και ως συνήθως κάτι διάβαζα, ίσως κάποιο τεύχος του Φιλμ, τσουπ, νάτος, ανεβαίνει τα σκαλοπατάκια του λεωφορείου.
Είχε αναπτύξει μία εξαιρετική άνεση με τις πατερίτσες του, ήταν πια μία σχεδόν φυσική προέκταση του τραυματισμένου του κορμιού.

Νεαρός ακόμα ο Τζαβέλας, ζούσε στην πατρίδα του την Κοζάνη όταν ξέσπασε ο Β Πόλεμος και πρώτα μπαίνει στις τάξεις της ΕΠΟΝ και λίγο μετά στον ΕΛΑΣ με τον οποίο βγήκε στα βουνά, στο Αντάρτικο. Εκεί τραυματίστηκε άσχημα, με αποτέλεσμα να χάσει το δεξί του πόδι.

Η συνέχεια ξετυλίγεται με μία αρκετά μακρά περιοδεία στις φυλακές και τους τόπους εξορίας της Ελληνικής Επικράτειας, μέχρι που, βαριά άρρωστος με την ασθένεια του Burgen, καταλήγει στη Σοβιετική Ένωση για θεραπεία. Εκεί όμως, όχι μόνο ακολουθεί τη θεραπεία αλλά πραγματοποιεί το όνειρό του. Σπουδάζει μουσική και μάλιστα γνωρίζει και συνδέεται με τον μεγάλο Ντιμίτρι Σοστακόβιτς.

Το 1965 επιστρέφει στην πατρίδα προσπαθεί για λίγο να υπάρξει ως μουσικός αλλά μόλις η Ελλάδα μπαίνει στον γύψο της στρατιωτικής συμμορίας των συνταγματαρχών ξαναμπαίνει φυλακή. Τον αφήνουν ελεύθερο υποχρεωτικά το 1971 γιατί κινδύνευε να τους μείνει στα χέρια λόγω της υγείας του που ήταν σε κακή κατάσταση.

Τότε είναι, που ο Τζαβέλας άρχισε να παίζει στην Πλάκα, σε μικρές μπουάτ κάνοντας ένα απίστευτο κρυφτούλι με τις αρχές, ακροβατώντας διαρκώς στο πρόγραμμα που παρουσίαζε μεταξύ απαγορευμένων και μη τραγουδιών.

Σαν η χούντα πνίγηκε στο αίμα της Κύπρου και κατέρρευσε, ο Πάνος αποφάσισε να φτιάξει ένα οριστικό λημέρι, ένα ταμπούρι στο οποίο θα έμενε πιστός μέχρι τέλους για να τραγουδά τα τραγούδια του και να θυμίζει τον αγώνα στα βουνά.

Συναντηθήκαμε πολλές φορές.

Στο λεωφορείο τυχαία, στο καφενείου του Πετράκου στην Αγίου Αλεξάνδρου στο Φάληρο, στην Κυδαθηναίων στην Πλάκα.

Του άρεσε να είναι διαρκώς με νέους ανθρώπους.
Είχε πάθος να μιλάει να μεταλαμπαδεύει, να μεταβιβάζει όσο είναι δυνατό την εμπειρία του και είχε ένα τεράστιο χάρισμα: Δεν ήταν ποτέ, «διδακτικός». Δεν νουθετούσε.
Μετέφερε αβίαστα τις Αλήθειες του με τον ίδιο τρόπο που στη μπουάτ του ξεκινούσε να παίζει στις 8 και πολλές φορές έκανε και δύο και τρεις παραστάσεις τραγουδώντας ακατάπαυστα μέχρι τα ξημερώματα.

Αλλά, υπήρξαν κάποιες φορές -αλησμόνητες- που με παρέες του Φαλήρου και όχι μόνο βρεθήκαμε στην αμμουδιά του Μπάτη στην παραλία εξοπλισμένοι με τις κιθάρες.
Τότε, αφού με τον ίδιο πάντα ενθουσιασμό έλεγε τα Αντάρτικα-γιατί ο Τζαβέλας, δεν έκανε “παράσταση” ποτέ, δεν έκανε performance, μου είχε ζητήσει 2-3 φορές να πω τα “εγγλέζικα”.
Με το «εγγλέζικα» εννοούσε τα τραγούδια του Bob Dylan που και αυτόν τον αγαπούσε πολύ.
Πρέπει να ήταν γύρω στο 79, εγώ γύρω στα 22, ο Τζαβέλλας 50 κάτι. (όσο εγώ τώρα…)

Έτσι, έπιανα την κιθάρα βόλευα κατευθείαν τα δάχτυλα μου στην πρώτη συγχορδία , ντο ματζόρε, για να πούμε το κλασικό Blow in the wind…the answer my friend is blowing in the wind…και επειδή δεν ήθελε να λέει τις λέξεις για να μην φανεί η προφορά –δεν ήξερε εγγλέζικα είπαμε- έκανε ωραία φωνητικά με φωνήεντα και ωραία βραχνά σχεδόν μπλουζίστικα «μμμ».

Από τον Τζαβέλα, έμαθα τότε και τον Woody Guthrie

Μετά, χαθήκαμε τελείως. Τον είδα μια φορά, από μακριά αρκετά χρόνια αργότερα, έμοιαζε απείραχτος από τον χρόνο, με την ίδια δεξιοτεχνία στις πατερίτσες και ωστόσο σα να είχε ξεκινήσει η ύφανση ενός ίσκιου πάνω από την κεφαλή του, του ίσκιου των ερωτηματικών και της αμφιβολίας.
Εκείνου του ίσκιου ή της ομίχλης που αποκτούμε οι άνθρωποι όταν αρχίζουμε να νιώθουμε σαν πλάσματα μιας άλλης εποχής που έχει περάσει ανεπίστρεπτη.
Μπορεί να κάνω και λάθος αλλά αυτή ήταν η αίσθηση.

Ποτέ του στην πραγματικότητα δεν εντάχθηκε σε τίποτα πέρα από τις αξίες του. Φύση ατίθαση έμεινε έξω από τις στενές κομματικές γραμμές επιλέγοντας να υπηρετεί την Αριστερά έτσι όπως την εννόησε εκείνος σαν δύναμη απελευθέρωσης των ανθρώπων από όλα τα δεσμά και όχι μόνο τα «δεξιά» ήταν ωστόσο κοντά στον Συνασπισμό ενεργά.

Ηταν ο αντιπροσωπευτικός ερμηνευτής των αντάρτικων τραγουδιών, μερικά από τα οποία είχε γράψει ο ίδιος - τα είχε ζήσει άλλωστε.
Αγωνιστής της Αντίστασης, με φυλακές, εξορίες, θανατικές καταδίκες και αναπηρία -πάει το δεξί του πόδι- στον Εμφύλιο. Αυθεντικός εκπρόσωπος των ταραγμένων εκείνων εποχών, που εξέφραζε -και- με την τέχνη του. Ανθεκτικό κατάλοιπο, οι δίσκοι που άφησε με τη φωνή του.

Είναι ο Πάνος Τζαβέλλας, που «έφυγε» πριν από δύο χρόνια (27 Ιανουαρίου 2009) στα 84 του. Γεννημένος στην Κοζάνη, γεμάτος όνειρα κι ελπίδες, όπως όλα τα παιδιά του κόσμου, αγαπούσε το τραγούδι, το γέλιο, τη χαρά, τον έρωτα, την ανέμελη ζωή, ώσπου, γράφει στο βιβλίο του «Αντάρτικο - Ροκ» (εκδ. «Ελεύθερος Διάλογος», 1992): «Ηρθαν φασίστες κατακτητές, Γερμανοί, Ιταλοί, Βούλγαροι και πάτησαν τη γη μας. Κατοχή, πείνα, στρατόπεδα συγκέντρωσης, εκτελέσεις. Παρατήσαμε τις κιθάρες και τα τραγούδια και αδράξαμε τα όπλα και τους τηλεβόες. Παιχνίδι καθημερινό με το θάνατο. Παρανομία, αντάρτικο, κακουχίες. Μες στη φωτιά του αγώνα αντρωθήκαμε. Η γενιά μου είναι η γενιά της Εθνικής Αντίστασης 1941-1945».

Ποια απελευθέρωση;

Ηρθε η απελευθέρωση, αλλά όχι και η ειρηνική ζωή. Αγγλοαμερικανοί, ταγματασφαλίτες, δωσίλογοι, μαυραγορίτες «εξαπόλυσαν πογκρόμ ενάντια στο λαό. Καίνε, βιάζουν, βασανίζουν, δολοφονούν. Θέλουν να εξαφανίσουν ό,τι θυμίζει την Εθνική Αντίσταση». Για τους διωκόμενους, αναγκαστικά, ο δρόμος, ξανά, στο βουνό. Μαζί τους και ο Πάνος, ώς την ήττα.

«Στις φυλακές έπεσα νωρίς, από το 1945. Τις καταδίκες όμως σε θάνατο τις άρπαξα όταν πιάστηκα βαριά τραυματισμένος σαν αντάρτης στο Δημοκρατικό Στρατό τον Ιούλη του 1949». Γλίτωσε την εκτέλεση, αλλά όχι τα δεινά και τις κακουχίες».

«Είναι η εποχή του Μίκη και του Μάνου. Το τραγούδι τους, γνήσια λαϊκό, συνεπαίρνει καρδιές και συνειδήσεις. Είναι μιας άλλης ποιότητας. Λίγο αργότερα εμφανίζεται το Νέο Κύμα, που εκφράζει τους νέους. Βρίσκομαι σ' έναν καινούργιο κόσμο. Κούτσα κούτσα αρχίζω να κατεβαίνω στα υπόγεια καπηλειά κι εκεί, σε μια γωνιά, παίζω την κιθάρα μου για ένα πιάτο φαΐ».

Αλλά πάνω που είχε αρχίσει να βγάζει κάτι, ενσκήπτει η χούντα - οπότε ξανά στον αγώνα: «1968. Στο αρχηγείο της Ασφάλειας, στη Νέα Ιωνία. Μια νύχτα. Μ' έχουν λιανίσει στα βασανιστήρια. Καταξεσκισμένο το κορμί μου, από παντού να τρέχουν αίματα». Αρπάζει είκοσι χρόνια για την αντιδικτατορική του δράση και διαβιώνει στις φυλακές Αβέρωφ και Κορυδαλλού. Ώσπου το 1971 αποφυλακίζεται προσωρινά, «λόγω ανηκέστου βλάβης». Υπηρετώντας τον άνθρωπο.

Δουλεύει σε καμπαρέ, ταβέρνες, σκυλάδικα, σε κάθε είδους στέκια. Γνωρίζεται με τον Μάνο Λοΐζο και τον Χρήστο Λεοντή και ανεβαίνει στις μπουάτ της Πλάκας: «Το τραγούδι μας έπεσε σαν βροχή σε καψαλισμένη γη». Εκεί ακούγονται και τα πρώτα του τραγούδια, εκεί και το διαχρονικό «Κυρ Παντελής».

Με την πτώση της χούντας περνάει στο στοιχείο του, στα αντάρτικα: «Ηταν μια ιστορική στιγμή και μια ευκαιρία να ενώσουμε μέσα από τα τραγούδια της Εθνικής Αντίστασης ξανά το λαό. Τι έκαναν οι ηγέτες του κόμματός μου; Κομμένοι στα δύο, ο ένας προσπαθούσε να βγάλει τα μάτια του άλλου. Ετσι η ιστορική στιγμή χάθηκε...».

Το αντάρτικο τραγούδι κυριαρχεί στην Πλάκα, με τον Πάνο στη «Λήδρα», στο στοιχείο του. Και τα πλήθη, νέοι κυρίως, να τραγουδάνε μαζί του. Τραγούδι με περιεχόμενο, αλλά και με ποιότητα: «Κάθε ευσυνείδητη ενέργεια του ανθρώπου είναι πράξη πολιτική. Ετσι και το τραγούδι. Όμως επειδή το τραγούδι είναι έργο τέχνης κρίνεται με μέτρα καλλιτεχνικά κι όχι πολιτικά (...). Ο συνθέτης λοιπόν πρέπει να κρίνεται με βάση την ποιότητα του έργου και όχι με τις πολιτικές του πεποιθήσεις. Γι' αυτό βλέπουμε δεξιούς συνθέτες-καλλιτέχνες να είναι με το έργο τους προοδευτικοί, ενώ το αντίθετο συμβαίνει με προοδευτικούς, πολιτικά, καλλιτέχνες, όταν το έργο τους είναι ευτελές. Γίνονται αντιδραστικοί (...). Ο καλλιτέχνης δεν υπηρετεί το κόμμα. Υπηρετεί τον άνθρωπο».

Παρ' όλες τις δοκιμασίες του, ο Τζαβέλλας διέθετε αρκετά αποθέματα αισιοδοξίας - γι' αυτό άλλωστε κι επέζησε: «Στον αγώνα καταθέσαμε τη ζωή μας γιατί ονειρευτήκαμε έναν κόσμο της Αδελφοσύνης, της Δημιουργίας, της Χαράς». Γι' αυτό και μέμφεται ανθρωπάκους όπως ο κυρ Παντελής, που νοιάζονται αποκλειστικά και μόνο για τον εαυτούλη τους, χωρίς να σκέφτονται αυτούς που έδωσαν τη ζωή τους, «να γίνει τ' όνειρο φέτα ψωμί». «Κι εσύ τι έκανες κυρ Παντελή / Πες μας τι έκανες σ' αυτή τη γη / Πες μας τι άφησες κληρονομιά / Που να εμπνέει τη νέα γενιά».

Πρέπει να νιώθουμε τυχεροί που υπήρξε, κάπου εκεί στα μέσα της δεκαετίας του 70 που άφησε πάνω μας κάποια λιθαράκια κυρίως μέσα από το τι ήταν ο ίδιος σαν προσωπικότητα. Απόλυτα Αληθινός και Ηθικός μακριά από τις ορδές των νεοελλήνων.

Καταδικασμένος τρεις φορές σε θάνατο αναχώρησε όταν το βιβλίο της ζωής του έκλεισε γεμάτο με κεφάλαια που το κάθε ένα του είναι και ένα δείγμα ζωής , αγώνα και συνέπειας.



Πηγές:  "Ο Πάνος Τζαβέλλας των αντάρτικων" του ΔΗΜΗΤΡΗ ΓΚΙΩΝΗ και "Ο Πάνος Τζαβέλας και η συνάντηση με τον Γιώργο Πήττα" (κείμενο Γιώργος Πήττας).

23/1/11

Τα μεγάλα κορίτσια δεν κλαίνε...


Για σένα που απορείς, για σένα που θυμώνεις μαζί μου, θα ήθελα να πω ότι μπορεί να είναι κι έτσι όπως το λες.

Mπορεί να υπήρξα άβουλη. Ίσως και αθώα. Ίσως να είμαι πράγματι μια γυναίκα μπαρόκ. Mπορεί να πίστεψα αβασάνιστα τις κοινότοπες συνταγές ευτυχίας, απλώς επειδή ήθελα απελπισμένα να πιστέψω.

Δε μετανιώνω για ό,τι πρόσφερα, ούτε και για τα άλλα μετανιώνω. Kάθε πράξη έχει κι ένα τίμημα. Eγώ η ίδια χάλκεψα τις αλυσίδες μου. Nαι. Ξέρω πως ίσως έπρεπε να είχα σκίσει μόνη μου τη σελίδα της ζωής μου που γράφει «πρόλογος» πριν ξεκινήσω το πρώτο κεφάλαιο. Θα 'ταν μια πράξη ηρωική, όπως λες κι εσύ.

Πού χαθήκαμε; Σε ποια στροφή, τίνος σκοτεινού δρόμου;
Για κοίτα, έξω απ' το παράθυρο ο ουρανός ξαστέρωσε.

H μέρα μεγαλώνει και -τι περίεργο!- σαν να μου φαίνεται πως από μακριά ακούγεται ένα μεθυστικό τραγούδι, όπως εκείνα τα μακρόσυρτα, όλο προσμονή και υπόσχεση τραγούδια, που τραγουδούν τα βράδια στην έρημο οι καμηλιέρηδες.

ΛΙΒΑΝΟΥ ΜΠΕΣΣΗ

20/1/11

Αυτό που βλέπεις να έρχεται


Άφησε πίσω του τετράγωνες λέξεις.

Σαν κληματαριές έπεφταν. Τους είχε δωρίσει ζωή. Και τον δηλητηρίασαν. Δεν θα τις έβλεπε ξανά. Το βράδυ, όταν θα γύριζαν σπίτι, αυτός θα έλειπε. Θα είχε μαζέψει τα πράγματά του. Ακόμη κι εκείνη την παλιά μονοκατοικία ιδρώτα. Πίσω απ' τις κουρτίνες. Κανένα ίχνος. Μόνο ένα ποτήρι. Στολισμένο. Κόκκινο γάλα. Ενα χειμωνιάτικο φως. Μαύρα ψίχουλα. Πάνω στο τραπεζομάντιλο. Κάποτε ήταν λέξεις.

Από τότε που άρχισαν να μένουν μαζί, συνήθιζε να τις ταΐζει. Στο στόμα. Ηταν μικρές και ανόρεχτες - τα μεγάλα ψέματα πρέπει να γευματίζουν σωστά για να αντέχουν. Τα βράδια τις συγκέντρωνε όλες κάτω απ' την παλάμη του. Φυσούσε τη σκόνη από το ξύλινο δέρμα τους για να μπορούν να κοιτάζουν. Μακριά, όσο φαντάζονταν.

Από τότε που πίστευε μέχρι τώρα που είδε. Ποτέ δεν περίμενε να ζήσει το τέλος.

Εκείνο που από μακριά το βλέπεις να έρχεται και λες, έχει δρόμο ακόμη. Ομως ο καιρός πάντα ξεπερνά. Μόνο ό,τι αντέχει μένει και γίνεται.

Οταν οι λέξεις μεγαλώνουν, ονειρεύονται να σκοτώσουν. Και να σκοτωθούν. Μεταξύ τους.

Στη ζωή οι άνθρωποι οπλοφορούν γεγονότα. Διαρκούν το κοινόχρηστο, το μεταφέρουν σαν φήμη. Αυτό γυρίζει αργά τον πανικό του προς τα μέσα και γίνεται εμπόδιο. Εννοεί άμυνα.

Πηδάς τον εαυτό σου για να φτάσεις στον εαυτό σου. Οι λέξεις ανάμεσα παρακολουθούν. Σκαρφαλώνουν λιμάνια. Η ιστορία λήγει πάντα με θάνατο.

Σου είπα να μαζέψεις όλο τον κόσμο σ' ένα μπουκάλι κρασί και να τον κάνεις να χωρέσει. Χόρεψε, χόρεψε. Το τραγούδι του Ιγκι Ποπ είναι, ολόκληρη όπερα. Αφαιρώντας το χάρισμα, αγγίζεις τα όρια της ζωής. Να τη μεγαλώνεις μέσα σου. Μετά να την αφήνεις να κυλάει.

Αυτό το μπαλέτο είναι πολύ παλιό. Σχεδόν αρχαίο. Οι χορευτές αναγνωρίζονται από το τραγούδι και αποχωρούν μόνοι τους. Τα παιδιά που θα γεννηθούν θα επιστρέψουν στο νερό. Στη νοημοσύνη του χρόνου. Τα παιδιά του ωκεανού.

Η τέχνη της επιβίωσης ξέρει καλά να ουρλιάζει.

Τώρα οι λέξεις. Κολυμπούν στο κόκκινο γάλα, ένα χειμωνιάτικο φως. Οι λέξεις είναι ο φόβος των λέξεων. Δεν πρόκειται να επαληθευτούν. Κανένα μεγάλο δωμάτιο δεν χώρεσε ποτέ την αληθινή υγρασία τους. Οσο και να ανάβει το σπίτι, δεν θα στεγνώσουν.

Μίλησε τρεις φορές και βγήκε. Χωρίς βήματα. Στην ανοιχτή εξώπορτα δεν στεκόταν κανείς. Τα μάτια του. Σκεπασμένα από τους οργασμούς, έτοιμα να ξεχάσουν. Δυο πρόστυχοι υποδοχείς. Εκκρεμούν λαγνεία.

Οι εικόνες ζουν βιαστικά, όσο τους επιτρέπεις, μια σιωπηλή ζωή και μετά πεθαίνουν. Καταπατημένες. Τιμωρημένες να γίνουν χθες.

Μέσα στο σκοτάδι περιμένουν τα πράγματα που θα λάμψουν. Με μια απελπισμένη ικανοποίηση. Ο έρωτας γι' αυτά είναι η συνειδητοποίηση του θανάτου τους. Κάθε αρχή είναι προσκολλημένη στο τέλος της. Δεσπόζει και εξηγεί το σύμπλεγμα των ανθρώπων.

Οι λέξεις τους, σαν εξαντλημένες, σβήνουν πάνω στο χώμα. Αδύναμοι, σκοτεινοί σπόροι.

Όμως, παραλίγο να πω νύχτα.

Σταύρος Σταυρόπουλος

19/1/11

Μίλα τους βρώμικα… αλλιώς δεν καταλαβαίνουν


Η σάτιρα απογυμνώνει την εξουσία, όπως είχε πει και ο Αριστοφάνης, που άλλωστε αντιμετώπισε έντεκα χρόνια εξορία και όχι 20.000 ευρώ πρόστιμο από το ραδιοτηλεοπτικό συμβούλιο της εποχής. Και στα αλήθεια το σκεπτικό της επιβολής προστίμου σε εκπομπές σάτυρας, για μείωση της ποιότητας του τηλεοπτικού προγράμματος, είναι ένα βίαιο γδύσιμο της εξουσίας από κάθε στολίδι τύπου ανεξάρτητη αρχή. Καθόλου ανεξάρτητη από τα στερεότυπα της τρέχουσας ηθικής και των προστίμων ανάδειξής της σε κυρίαρχη ιδεολογία. Μπορεί να διαφωνώ με κάποιες πολιτικές παραμέτρους της σάτιρας. Κι εγώ κι άλλοι τόσοι. Αλλά στην περιρρέουσα τρέχουσα ατμόσφαιρα όπου ο τρέχων κυρίαρχος πολιτικός λόγος είναι εξ ορισμού αντιλαϊκός και χυδαίος, η λέξη μακακίες ως επισύρουσα ποινή αγγίζει τα όρια του αφόρητα γελοίου.

Όμως ο τίτλος και αντιυβριστικός είναι και αντιηρωικός. Πώς να μιλήσεις σε όλους αυτούς τους ψεύτες, υποκριτές και φαρισαίους που μας περνάνε 24 ώρες το 24ωρο έναν έναν και όλους μαζί από τη λαιμητόμο της ύφεσης έχοντας εγκαθιδρύσει μια χρηματοπιστωτική δικτατορία βασισμένη μόνον σε ψευδή τεχνητά στοιχεία; Και να σκεφτεί κανείς ότι ζούμε στη χώρα που ο Αδαμάντιος Κοραής έγραφε στον και πνευματικά επαναστατημένο τόπο του 1821 προς τους Αμερικανούς «λυπάμαι που οι επαναστατημένοι Ελληνες δεν συνορεύουν με έναν λαό σαν και τον δικό σας».

Τώρα που ανοίγει η κουβέντα για τον πατριωτισμό - χειρότερη βρισιά από το στόμα των πατριδοκάπηλων δεν θα μπορούσε να ακουστεί- είναι καιρός να θυμηθούμε καθώς σκάει μύτη η άνοιξη και ξίνισε το αθάνατο κρασί του ΄21 ότι σύνορα για να υπερασπιστούμε, έχουμε εκχωρήσει προ πολλού με το αείμνηστο κείμενο της Κωνσταντινούπολης. Τα δε καινούργια μας, στενότερα, μικρότερα και ίσως νοικιασμένα, πρέπει να τα αναζητήσουμε στο σχέδιο για τη Δυτική Θράκη.

Η προτροπή είναι διάχυτη. Μίλα τους βρώμικα κι εσύ κι ο καθένας και ο διπλανός, όσοι δηλαδή είναι αποφασισμένοι να μη σκύψουν, να μη συναινέσουν και κυρίως να μην πνιγούν στις ενοχές για όσα καλούνται να πληρώσουν και χωρίς να πρέπει και χωρίς να μπορούν. Κι επειδή μιλάμε για δημόσιο λόγο, μίλα τους βρώμικα. Των ίδιων των ΜΜΕ που μιλάνε όχι απλώς σαν εξουσία εναντίον σου, αλλά εν τέλει και σαν υποβολείς αυτής καθεαυτήν της εξουσίας. Πώς αλλιώς δηλαδή στην εποχή της δήθεν δημόσιας διαβούλευσης θα απαντήσουμε στα ψεύτικα τα λόγια τα μεγάλα; Με τη δημόσια διαπόμπευση των στοιχείων της ηθικής και της διαφάνειάς τους. Λόγου χάριν, πού είδατε, πού ακούσατε, πού διαβάσατε πως όλη η καταστροφή περί δημοσίου χρέους αφορά μια χώρα της ευρωζώνης, την Ελλάδα, υπό τις εξής πραγματικές προϋποθέσεις: σύμφωνα με στοιχεία του ΔΝΤ το συνολικό χρέος της χώρας μας είναι 179% του ΑΕΠ, ο μέσος όρος κρατικών χρεών στην ΕΕ είναι 175% του ΑΕΠ!

Δηλαδή, γι’ αυτό το 4% θα γίνουμε δούλοι των δήθεν καλύτερων από εμάς. Η Ολλανδία χρωστάει 234%, το Βέλγιο 219%, η Ισπανία το 207%. Χα χα! Αυτοί ήρθαν εδώ ως άγρια να διώξουν τα ήμερα. Τόσο ήμερα που πια κοιμισμένα οδεύουν στη σφαγή. Γιατί βέβαια, όταν οι New York Times ομολογούν πως η αναλογία δημοσίου χρέους προς ΑΕΠ στην Ελλάδα δεν είναι υψηλότερη από κείνην της Γερμανίας, αν δεν το γράψει κάνας ξεκάμπανος, ποιος θα ξυπνήσει;

Πριν ανοίξουμε κουβέντα σοβαρή για το παρόν και το μέλλον μιας ουσιαστικής έννοιας πατριωτισμού και διεθνισμού, ήρθε καιρός να επαναπατρίσουμε τη λογική μας εδώ και τώρα όντως με βαρύ τίμημα. Ξεβόλεμα, αυτοκριτική, διόρθωση της ψήφου, αντισυμβατική συμπεριφορά, καθορισμό καινούργιο της έννοιας παρανομία.

Τολμηρό; Μπορεί. Δίκαιο όμως. Αν όλοι γίνουμε παράνομοι, η κυρίαρχη νεοφασιστική νομιμότητα πάει περίπατο.

Καινούργιο κρασί σε παλιά βαρέλια...

Λιάνα Κανέλλη





17/1/11

Παραστάσεις κατ' οίκον...


Σε ένα χειμώνα που μας κλείνει όλο και περισσότερο μέσα, ίσως η ιδέα του «Οικείου θεάτρου», της πρώτης δηλαδή προσπάθειας για ένα θέατρο που πηγαίνει το ίδιο στους θεατές (και δεν περιμένει τους θεατές να έρθουν σε αυτό), να ορίζει και μια νέα παράμετρο στην κατ' οίκον διασκέδαση. Πίτσα, dvd, επιτραπέζια, τώρα και θέατρο με ένα τηλεφώνημα!

Με ανάλογες σκέψεις, μια παρέα δημοσιογράφων και φωτορεπόρτερ χτυπούσαμε το Σάββατο βράδυ το κουδούνι για να παρακολουθήσουμε την πρώτη παράσταση της ομάδας στο πρώτο της σπίτι. Η φιλόξενη οικοδέσποινα τακτοποιεί τα παλτά μας και, δίνοντάς μας ένα ποτήρι κρασί, μας οδηγεί στο σαλόνι. «Προσοχή μη χαλάσετε το σκηνικό!», λέει αστειευόμενη, δείχνοντάς μας ένα μαύρο πανί που όριζε ένα μικρό χώρο μέσα στον οποίο είχαν τοποθετηθεί τρεις καρέκλες (του σπιτιού!) και ένα αρμόνιο (της ομάδας, όπως μάθαμε αργότερα).

Είναι φανερό πως κάτι πρόκειται να συμβεί σε λίγο. Οι πόρτες ανοιγοκλείνουν κι εμείς ξεκλέβουμε εικόνες δημιουργικού πανικού τόσο από την κρεβατοκάμαρα, που φιλοξενεί σήμερα τα καμαρίνια των ηθοποιών, όσο και από την κουζίνα, όπου μαγειρεύονται τα εδέσματα για τη μικρή γιορτή που θα ακολουθήσει με αφορμή την παράσταση.

Λίγο αργότερα οι ηθοποιοί μας συστήνονται κι εμείς τους βομβαρδίζουμε με ερωτήσεις. Αρχικά για το έναυσμα της ιδέας. Ο Μίλτος Δημούλης, σκηνοθέτης και ψυχή του όλου εγχειρήματος, μας εξηγεί πώς εμπνεύστηκε το «Οικείο θέατρο» πέντε χρόνια πριν, χωρίς να γνωρίζει πως η πρακτική αυτή κρατά από την Αναγέννηση, ούτε πως τα τελευταία χρόνια ορισμένοι θίασοι σε Βρετανία και Γαλλία έχουν ανακινήσει την ιδέα επιτυχώς. «Μαθαίνοντάς το πήρα ακόμα μεγαλύτερη ώθηση. Είχα κι ένα φωτεινό παράδειγμα από την πρόσφατη ιστορία», λέει.

«Ο κινηματογράφος μπαίνει εδώ και χρόνια στα σπίτια μας, μέσω της τηλεόρασης. Ηρθε η στιγμή να μπει και το θέατρο», συμπληρώνει η ηθοποιός Παρασκευή Κατσάνη.

Πώς νιώθουν άραγε οι ηθοποιοί, που όχι μόνο εγκαταλείπουν την ασφάλεια της σκηνής, αλλά «εισβάλλουν» μέσα σε έναν τόσο ιδιωτικό χώρο; «Ακόμα πιο μεγάλη ευθύνη απέναντι στην τέχνη μας. Θέλουμε να είμαστε πιο προσεκτικοί», παρατηρεί η ίδια. «Οφείλεις να σεβαστείς την ενέργεια του κάθε σπιτιού», συμπληρώνει η Ανδρομάχη Δαυλού.

«Ηθοποιοί και θεατές είμαστε εξίσου εκτεθειμένοι σε αυτή τη συνθήκη», συμπληρώνει ο Τάσος Σωτηράκης που έγραψε και τη μουσική της παράστασης. Με αυτή την προειδοποίηση και με την ώρα να πλησιάζει εννέα, μας αφήνουν για να ξεκινήσει η παράσταση.

Και στο ανθοπωλείο

Η οικοδέσποινα αναλαμβάνει την ταξιθεσία, τοποθετώντας τους καλεσμένους με βάση το ύψος ώστε να βλέπουν όλοι. Βεβαιωνόμαστε πως όλοι έχουμε κλείσει τα κινητά μας τηλέφωνα, υποσχόμαστε πως δεν θα καπνίζουμε πολλοί ταυτόχρονα και ξεκινάμε!

Επιλέγοντας έργο, η ομάδα έβαλε ακόμη μία πρόκληση στον εαυτό της. Κάτω από τον τίτλο «Θύτες ή θύματα και κάτι γκρι» υπάρχει μια σύνθεση κειμένων από Ζαν-Πολ Σαρτρ, Τάσο Λειβαδίτη, Μπέρτολντ Μπρεχτ και την «Ελληνική Νομαρχία Ανωνύμου του 'Ελληνος».

Κοινός άξονας που συνδέει την παράσταση είναι ο υπαρξιακός. Στο έργο παρακολουθούμε τις διαπροσωπικές σχέσεις που αναπτύσσονται μεταξύ τριών εγκληματιών (Τάσος Σωτηράκης, Παρασκευή Κατσάνη και Δάφνη Ασημακοπούλου) που μεταφέρονται στην Κόλαση. Ενώ η Ανδρομάχη Δαυλού και ο Μίλτος Δημούλης κρατούν δύο πιο υπερβατικούς και ποιητικούς ρόλους (Εξυπηρέτηση και Ο άλλος).

Ενδιάμεσα ακούγονται τέσσερα τραγούδια που προωθούν και σχολιάζουν τη δράση. Τα κοστούμια του Θεοδόση Δαυλού έδιναν μια απαραίτητη ομοιομορφία στον θίασο που δεν υποστηριζόταν από άλλα μέσα.

Επρόκειτο αναμφισβήτητα για μια καλοδουλεμένη πρόταση και οι ηθοποιοί πέτυχαν την απόλυτη συγκέντρωση, παρασύροντας κι εμάς. Κανείς δεν άναψε τσιγάρο, τα εβδομήντα λεπτά κύλησαν... «απνευστί». Χειροκρότημα, υπόκλιση και αποσυμπίεση.

Οι ηθοποιοί αποσύρονται. Τα φαγητά βγαίνουν αχνιστά, το κρασί ξεκινά να κυλά άφθονο στα ποτήρια, όμως οι λέξεις θέλουν λιγάκι ακόμα για να βγουν.

«Πρώτη φορά είδα θέατρο σε τόσο μικρή κλίμακα», παρατηρεί μία από τους θεατές. «Κι όμως οι περισσότερες νέες σκηνές στην Αθήνα προσφέρουν αυτό το πλησίασμα με τους ηθοποιούς. Μόνο που έκει παίζουν για σαράντα θεατές κι εδώ τώρα για δεκαπέντε», διαφώνησε ένας άλλος από την παρέα. Προσωπικά η διαφορά που εντοπίσαμε ήταν το θέμα του φωτισμού, που δεν βύθισε εμάς τους θεατές στο σκοτάδι, ούτε καθοδηγούσε τα βλέμματά μας, ούτε συνέβαλε στη δημιουργία ατμόσφαιρας.

Η συζήτηση αρχίζει να ζωηρεύει και στο παιχνίδι μπαίνουν και οι ηθοποιοί. Μπορεί αυτή η πρακτική στην Αναγέννηση να προσέλκυε εκ των πραγμάτων το πιο υποψιασμένο τότε αριστοκρατικό κοινό, οι ίδιοι όμως στοχεύουν και σε ένα άλλο κοινό: «Μας ενδιέφερε να μπούμε σε σπίτια και μέρη όπου οι άνθρωποι ίσως και να μην έχουν δει ποτέ θέατρο», λένε.

Και τα πιο πρακτικά ζητήματα: Το κόστος για μια παράσταση έχει οριστεί σε τουλάχιστον 250 ευρώ που μπορούν να μοιραστούν δεκαπέντε θεατές μεταξύ τους.

Ηδη μεθαύριο αλλά και στις 26 Ιανουαρίου το «Οικείο θέατρο» θα παρουσιάσει την παράστασή του στον «Ιανό». Ακολουθούν τρία σπίτια σε Παλαιό Φάληρο και Πολιτεία, τα γραφεία ενός περιπατητικού συλλόγου και το πατάρι ενός ανθοπωλείου στην Πετρούπολη.

Κάποιος ρίχνει την ιδέα να παίξουν και στη Βουλή! Γιατί όχι;

Πηγές: www.oikeiotheatro.gr και 6977771821 και Εnet

16/1/11

Ιστορίες ζωής...


Ένας γερμανός μεγαλέμπορας γάλακτος κάνει τουρισμό στη Γαύδο. Παρατηρεί από μέρες ένα ψαρά που με τη βάρκα του βγαίνει για την ψαριά του. Μια μέρα ο ψαράς ανοίγεται στο πέλαγο, δυο μέρες αράζει με τις τσικουδιές και τα γαυράκια του για μεζέ αγναντεύοντας το απέραντο γαλάζιο…
Τον πλησιάζει μια μέρα ο γερμανός και τον ρωτάει:

_Γιατί δεν βγαίνεις για δουλειά κάθε μέρα

_Και γιατί να βγάινω κάθε μέρα;

_Μα… άν βγαίνεις κάθε μέρα θα πιάνεις περισσότερα ψάρια!

_Και τι να τα κάνω τα περισσότερα ψάρια;

_Θα τα πουλάς και θα πάρεις μια ακόμα βάρκα!

_Και τι να την κάνω ακόμα μία;

_ Θα πιάνεις περισσότερα ψάρια, και θα κάνεις μια βιοτεχνία τυποποίησης, θα τα πουλάς σε όλες τις αγορές και θα βγάζεις πολλά λεφτά.

_Ε, και;

_Ε, θα αγοράσεις μ΄ αυτά ένα στόλο από καϊκια και θα κάνεις δικό σου εργοστάσιο με εξαγωγές ψαριών! Και θα βγάζεις πάρα πολλά λεφτά, θα έχεις μετοχές κι ομόλογα, καταθέσεις στην Ελβετία, κι όταν τα έχεις όοοολ’ αυτά μετά θα κάααααααθεσαι!

_Γιατί, τώρα τι κάνω;

14/1/11

Πουτάνα Κρίση...

Φτάνει ένα βήμα μόνο, μέσα από την εξώπορτα, για να μην ακούς πια το θόρυβο της πόλης...

Οι δημοσιογράφοι που αναζητούν τις πληγές της κοινωνίας έχουν τέτοιες μέρες δουλειές με φούντες. Δυστυχώς όμως οι ιστορίες τους μένουν στα επιφαινόμενα επιδιώκοντας να προκαλέσουν εύκολες συγκινήσεις, αφού μια - δυο φορές τον χρόνο αυτό δεν βλάφτει. Σε αντίθεση με τις αποκαλυπτικές δημοσιογραφικές ιστορίες που παραθέτουμε παρακάτω και οι οποίες εκτός της συγκίνησης επιτελούν και μια ορισμένη κοινωνική αποστολή, την οποία ελπίζουμε να εκτιμήσει ο μέσος αναγνώστης.

...και για να γεμίσουν τα μάτια σου με κόκκινο...

Ανεβαίνοντας τη σκάλα ακούς μόνο την ανάσα σου, που βγαίνει από τα ρουθούνια...

Το κόκκινο χρώμα, που σε έχει τυφλώσει, ξαφνικά είναι οικείο.

Στον τριτογενή τομέα

Η Μαρίνα "Κ" εργαζόταν σε βιοτεχνία υποδημάτων από την οποία απολύθηκε όταν η κρίση χτύπησε τον κλάδο της υπόδησης. Εν συνεχεία βρήκε ευτυχώς δουλειά καθαρίστριας στα γραφεία μεγάλης εταιρείας εισαγωγών με πολύ μικρότερο μεροκάματο, από την οποία όμως πάλι απολύθηκε όταν η κρίση χτύπησε και τις εισαγωγές. Τέλος, απασχολήθηκε για λίγο καιρό σε ένα πλούσιο σπίτι, όπου έκανε τις λεγόμενες χοντροδουλειές, αλλά απολύθηκε κι από κει όταν η κυρία του σπιτιού διαπίστωσε ότι μπορούσε να έχει μια παράνομη μετανάστρια, έστω έγχρωμη, για την ίδια δουλειά με τα μισά λεφτά.

Το μπορντέλο της οδού "Α", αριθμός 104α, είναι από τα πιο παλιά της πόλης...

...με άδεια λειτουργίας από το 1956...

Από τη στιγμή εκείνη τα πράγματα στράβωσαν τελείως, αφού στην κρίση ήρθαν να προστεθούν και τα μέτρα κατά της κρίσης, με αποτέλεσμα να αφανιστούν οι δουλειές και η Μαρίνα Κ, η οποία ειρήσθω εν παρόδω μεγαλώνει ένα παιδί χωρίς πατέρα, να ανακαλύψει έντρομη ότι δεν υπήρχε πια κανένας πρόθυμος να αγοράσει το μόνο εμπόρευμα που διέθετε -την εργατική της δύναμη. Όταν η πείνα όμως χτύπησε αυταρχικά την πόρτα της, ανακάλυψε ευτυχώς ότι υπήρχαν αρκετοί πρόθυμοι να νοικιάσουν τον πάγιο -και αξιόλογο στην περίπτωσή της- εξοπλισμό που κάθε γυναίκα διαθέτει.

...και σφραγίδα "Βασίλειον της Ελλάδος"

Έκτοτε και με τη βοήθεια πολλών συμπολιτών μας η Μαρίνα Κ, η οποία άρχισε τον εργασιακό της βίο στον δευτερογενή τομέα, στη μεταποίηση, μεταπήδησε ολοκληρωτικά στον τριτογενή τομέα, στις υπηρεσίες, στον οποίο έγινε γνωστή με το όνομα Ανίτα και σημειώνει αξιόλογη επιτυχία. Προϊόντος του χρόνου μάλιστα κατέληξε στο συμπέρασμα, όπως μας εξομολογήθηκε, ότι, τη συγκεκριμένη εποχή στη συγκεκριμένη χώρα, ήταν καλύτερο να είσαι εργαζόμενη πουτάνα παρά εργαζόμενη οτιδήποτε άλλο.

Ενώ θεωρεί πλέον τον εαυτό της και την ούτως ειπείν μετάταξή της στον τομέα των υπηρεσιών ως απτή απόδειξη του επίσημου ισχυρισμού ότι η κρίση αποτελεί ευκαιρία.

Αντικαταστάσεις


Αφού σε τσεκάρει ο κύριος "Η", σου ανοίγει.

Περάστε...

Την παραμονή της Πρωτοχρονιάς που η Ανίτα έμπαινε με το επαγγελματικό της ντύσιμο σε ένα από τα γνωστά κακόφημα στέκια, αντίκρισε στην πόρτα ντυμένο με την πράσινη στολή του θυρωρού τον κύριο Η, παλιό της προϊστάμενο στον δευτερογενή τομέα, ο οποίος τη χαιρέτησε με μεγάλη εγκαρδιότητα. Την αποκάλεσε μάλιστα Μαρίνα, το όνομα δηλαδή που είχε όταν δούλευαν μαζί.

Ελάχιστο φως, έντονη μυρωδιά από αρωματικό χώρου...

και μουσική από ραδιόφωνο...

Καθώς τον συμπαθούσε, όχι μόνο τον χαιρέτησε και η ίδια εγκάρδια, αλλά και τον ρώτησε καλόπιστα τι θέλει ένας άνθρωπος σαν αυτόν ντυμένος έτσι σε ένα τέτοιο μέρος και στη θέση του θυρωρού που ήξερε.

Στην κουζίνα, το καντήλι δεν σβήνει ποτέ...

...ούτε και οι κάμερες ασφαλείας.

Το μόνο που σβήνει, όταν φεύγεις, είναι η κάψα για σεξ.

Αντικαθιστώ τον θυρωρό που ήξερες. Ήμουν άνεργος πολύ καιρό κι έτσι δεν κοίταξα στα δόντια αυτή τη δουλειά όταν μου την πρότειναν, απάντησε ο κύριος Η. Και πολύ φυσικά τη ρώτησε κι αυτός με τη σειρά του καλόπιστα τι θέλει ένας άνθρωπος σαν αυτήν ντυμένη έτσι σε ένα τέτοιο μέρος.
Αντικαθιστώ τη Μαρίνα που ήξερες, του απάντησε. Ήταν άνεργη για πολύ καιρό, αλλά επειδή εκείνη κοίταζε στα δόντια αυτή τη δουλειά όταν της την πρότειναν, την ανέλαβα εγώ.

Κλάδος πορνείας


Η διαδικασία είναι απλή...

και οι όροι σαφείς...

Τίμια και αξιοπρεπής συναλλαγή...

Επειδή στον κλάδο των υπηρεσιών πέφτει ως γνωστόν πολλή δουλειά στις γιορτές, ένα απόγευμα που η Ανίτα αισθανόταν πολύ κουρασμένη και αδιάθετη δεν πήγε στη δουλειά. Έτσι, τις ώρες που κανονικά θα έπρεπε να προσφέρει τις υπηρεσίες της, αυτή έβλεπε κουκουλωμένη με μια κουβέρτα στην πολυθρόνα της τηλεόραση. Κι όταν μέσα στον πυρετό της είδε μια γνωστή παρουσιάστρια, κομψή και απαστράπτουσα, να εξηγεί ότι τα σκληρά μέτρα ήταν το αναγκαίο φάρμακο για την κρίση, σκέφτηκε, όπως μας είπε, πόσο είχε επεκταθεί ο τριτογενής τομέας - κλάδος πορνείας. Όταν όμως της εξηγήσαμε ότι άλλο κακή δημοσιογραφία κι άλλο πορνεία, έσπευσε να συμφωνήσει, ότι υπάρχουν όντως διαφορές.

Στο τιμολόγιο, όπως διευκρίνησε...

Ξανά στο κόκκινο...

και στο θόρυβο της πόλης....

Πηγές: VETOnews / Protagon.gr

8/1/11

Μακεδονία... από τις ψηφίδες στα pixels


Το Αρχαιολογικό Μουσείο Θεσσαλονίκης και το Ινστιτούτο Πληροφορικής του Ιδρύματος Τεχνολογίας και Έρευνας φιλοξένησαν για περίπου έναν μήνα, την διεθνώς πρωτότυπη έκθεση διαδραστικών συστημάτων, με εκθέματα από την αρχαία Μακεδονία, με τίτλο «Μακεδονία: από τις ψηφίδες στα pixels».



Η έκθεση «Μακεδονία: από τις ψηφίδες στα pixels» ήταν  μια διεθνώς πρωτότυπη έκθεση διαδραστικών συστημάτων με εκθέματα από την αρχαία Μακεδονία, αποτέλεσμα συνεργασίας του Αρχαιολογικού Μουσείου Θεσσαλονίκης και του Ινστιτούτου Πληροφορικής του Ιδρύματος Τεχνολογίας και Έρευνας (ΙΠ-ΙΤΕ), που παρουσιάστηκε  στο Αρχαιολογικό Μουσείο Θεσσαλονίκης.



Τα διαδραστικά συστήματα που συνέθεσαν  την έκθεση αποτελούσαν  εφαρμογές των ερευνητικών αποτελεσμάτων του Προγράμματος Διάχυτης Νοημοσύνης του ΙΠ-ΙΤΕ, στο πλαίσιο του οποίου αναπτύσσονται ευφυή περιβάλλοντα ικανά να προσαρμόζονται στις ανάγκες και τις απαιτήσεις του ανθρώπου. Τα συστήματα αυτά είναι μικρές ή μεγάλες κατασκευές με ενσωματωμένους υπολογιστές που δίνουν τη δυνατότητα στους επισκέπτες του Μουσείου να εξερευνήσουν ψηφιακές αναπαραστάσεις αρχαίων αριστουργημάτων, όπου η αλληλεπίδραση γίνεται με απλό, «φυσικό» και «αυθόρμητο» τρόπο, χωρίς χρήση πληκτρολογίου ή ποντικιού.





Το ψηφιακό περιεχόμενο των συστημάτων περιλαμβάνει αντικείμενα από την πλούσια συλλογή του Μουσείου, αλλά και γενικότερα αρχαιογνωστικά θέματα, πολλά από τα οποία είναι δυσπρόσιτα, εξαιτίας της τοποθεσίας ή της εύθραυστης κατάστασης στην οποία βρίσκονται. Η παρουσίασή τους οργανώθηκε  σε επτά ενότητες, δύο εκ των οποίων έχουν ήδη ενταχθεί σε μόνιμες εκθέσεις του μουσείου: Χρυσά μακεδονικά στεφάνια από τη συλλογή του ΑΜΘ, Κρυμμένοι θεοί και ήρωες, Ο μύθος του Καλυδώνιου Κάπρου, Ταξιδέψτε στο χώρο και το χρόνο με ένα κομμάτι χαρτί, Ανακαλύψτε μια αγροτική κατοικία της αρχαιότητας, Ένα νυχτερινό φαγοπότι στη Μακεδονία και Δωμάτιο με θέα ...στις Αιγές.



Η «Μακεδονία: από τις ψηφίδες στα pixels» είναι κάτι πολύ διαφορετικό από μια απλή έκθεση αντικειμένων, καθώς μέσω νέων τεχνολογιών, αναδεικνύονται και καθίστανται προσβάσιμα και προσιτά στο ευρύ κοινό, εξέχοντα μουσειακά αντικείμενα, προσφέροντας μια νέα αλληλεπιδραστική εμπειρία που συνδυάζει την πληροφόρηση και τη μάθηση με το παιχνίδι.



Στην έκθεση αυτή δίνεται η δυνατότητα να εξερευνηθούν  ψηφιακές αναπαραστάσεις αρχαίων αριστουργημάτων. Μέσα από τη χρήση της τεχνολογίας, ακόμη και αντικείμενα που είναι δυσπρόσιτα, ή δυσδιάκριτα εξαιτίας της τοποθεσίας ή της εύθραυστης κατάστασης στην οποία βρίσκονται, είναι πλέον προσβάσιμα από το ευρύ κοινό.


Ξεχάστε για λίγο τους αυστηρούς κανόνες «μην αγγίζετε». Αυτή τη φορά μεγάλοι και μικροί επισκέπτες μπορούν – και πρέπει! – να αγγίξουν και να παίξουν με τα μακεδονικά... pixels.

Διαδραστικά Συστήματα


Ο Πανόπτης είναι ένα σύστημα ψηφιακού εκθεσιακού καταλόγου που επιτρέπει στον επισκέπτη να «ξεφυλλίσει» το περιεχόμενό του και να εντρυφήσει σε λεπτομέρειες των εικόνων, ενώ παράλληλα προσφέρει συνοδευτικά κείμενα και τη δυνατότητα συσχετισμού των πληροφοριών.

Ο Πανόπτης παρουσιάζει χρυσά μακεδονικά στεφάνια από τη συλλογή του ΑΜΘ, η οποία είναι και η μεγαλύτερη στον κόσμο. Τα στεφάνια αυτά είναι από τα πιο περίτεχνα καλλιτεχνήματα της αρχαίας ελληνικής χρυσοχοΐας, και έχουν να πουν πολλά για τους ανθρώπους που τα φορούσαν.

Το σύστημα περιλαμβάνει δύο οθόνες αφής (μια μεγάλη και μια μικρή) ανάμεσα στις οποίες υπάρχει ένα ανεμομυλάκι. Στη μεγάλη οθόνη παρουσιάζεται κάθε φορά ένα χρυσό στεφάνι, ενώ στη μικρή πληροφορίες σχετικά με αυτό. Ο επισκέπτης μπορεί να φυλλομετρήσει τη συλλογή φυσώντας το ανεμομυλάκι, ενώ αγγίζοντας τη μεγάλη οθόνη μπορεί να μεγεθύνει οποιοδήποτε τμήμα του στεφανιού σε διάφορες κλίμακες, καθώς και να ανακαλύψει περιοχές ενδιαφέροντος για τις οποίες εμφανίζονται πολυμεσικές πληροφορίες.


Το Κρυπτόλεξο  είναι ένα διαδραστικό παιχνίδι για όλες τις ηλικίες που συνδυάζει τη διασκέδαση με τη γνώση. Μέσα σε ένα πλέγμα από γράμματα κρύβονται λέξεις, τις οποίες οι επισκέπτες προσπαθούν να ανακαλύψουν.

Ανάλογα με το επίπεδο δυσκολίας, οι κρυμμένες λέξεις περιλαμβάνουν τα ονόματα των δώδεκα θεών του Ολύμπου, αρχαίους ήρωες ή ακόμη και σχετικά άγνωστες θεότητες της Θεσσαλονίκης των ρωμαϊκών χρόνων.

Το σύστημα περιλαμβάνει μια οθόνη αφής στην οποία ο επισκέπτης μπορεί να ανακαλύψει τις κρυμμένες λέξεις, είτε σέρνοντας το δάχτυλο του διαδοχικά πάνω στα γράμματα που τη σχηματίζουν, ή εναλλακτικά αγγίζοντας μόνο το πρώτο και το τελευταίο γράμμα της. Τα ονόματα, όταν εντοπισθούν, συνοδεύονται από εικόνες και πληροφορίες.


Το Περιδέξιον είναι ένα σύστημα το οποίο επιτρέπει στον επισκέπτη να ανακαλύψει πληροφορίες και να δει λεπτομέρειες για συμπληρωματικές όψεις ενός εκθέματος ή για συναφή εκθέματα.

Το Περιδέξιον παρουσιάζει τον κρατήρα του Λυδού, ένα αριστούργημα της κεραμικής τέχνης του 6ου αιώνα π.Χ., καθώς και τρία εξαιρετικά δείγματα γλυπτικής της ρωμαϊκής εποχής από τη συλλογή του ΑΜΘ. Και τα τέσσερα αντικείμενα έχουν κοινή θεματολογία, η οποία βασίζεται στον αρχαίο μύθο για το κυνήγι ενός θηριώδους κάπρου στην Καλυδώνα της Αιτωλίας και το μοιραίο θάνατο του ήρωα που κατάφερε να τον σκοτώσει. Ο μύθος αυτός δεν είναι από τους πιο γνωστούς, καθώς πολλά από τα αρχαία κείμενα που τον πραγματεύονταν δεν έχουν σωθεί ως τις μέρες μας. Υπήρξε όμως πηγή έμπνευσης για τις τέχνες επί πολλούς αιώνες. Κατά κάποιον τρόπο, το Περιδέξιον είναι ένα μικρό ταξίδι στο χρόνο, καθώς τα αντικείμενα που περιλαμβάνονται σε αυτό καλύπτουν 8 εκατονταετίες.

Το σύστημα περιλαμβάνει μια οθόνη αφής στην οποία παρουσιάζεται κάθε φορά μια όψη ενός αντικειμένου. Ο επισκέπτης αγγίζοντας την οθόνη μπορεί να επιλέξει ένα διαφορετικό αντικείμενο ή όψη, να ανακαλύψει σχετικές περιοχές ενδιαφέροντος από τις οποίες εμφανίζονται πολυμεσικές πληροφορίες, καθώς επίσης να μεγεθύνει οποιοδήποτε τμήμα του αντικειμένου σε διάφορες κλίμακες.


Το Πολύτροπο Ταξίδι προσφέρει τη δυνατότητα σε πολλούς επισκέπτες ταυτόχρονα να ανακαλύψουν αλληλεπιδραστικά πληροφορίες για διάφορες περιοχές και σημεία του χάρτη της Μακεδονίας.

Το σύστημα περιλαμβάνει ένα τραπέζι, η επιφάνεια του οποίου είναι καλυμμένη με έναν τυπωμένο χάρτη, πάνω στον οποίο προβάλλονται θέσεις και ονόματα πόλεων. Οι επισκέπτες μπορούν να ακουμπήσουν στο χάρτη τετράγωνα χαρτόνια που περιβάλλονται από ένα έγχρωμο πλαίσιο. Στο κάθε χαρτόνι προβάλλεται το τμήμα του χάρτη που βρίσκεται κάτω από αυτό και στο κέντρο του υπάρχει ένας μεγεθυντικός φακός. Αν το χαρτόνι μετακινηθεί έτσι ώστε ο φακός να βρίσκεται πάνω από τη θέση μιας πόλης, παρουσιάζονται σχετικές πληροφορίες (κείμενα, εικόνες, βίντεο). Ο επισκέπτης μπορεί να πλοηγηθεί σε αυτές, χρησιμοποιώντας εικονικά κουμπιά, τα οποία επίσης προβάλλονται στο χαρτόνι. Το χρώμα του πλαισίου κάθε χαρτονιού υποδηλώνει τη γλώσσα στην οποία παρουσιάζονται οι πληροφορίες.

Ο Χάρτης παρουσιάζει ανασκαφές σε πόλεις και άλλα σημαντικά σημεία της αρχαίας Μακεδονίας.


Το σύστημα αυτό δείχνει στους επισκέπτες πώς ήταν κτισμένη μια αρχαία αγροικία κοντά στην σημερινή Ασπροβάλτα, εμπλουτίζοντας με πολύτροπη πληροφορία μια τρισδιάστατη μακέτα του ΑΜΘ. Οι επισκέπτες μπορούν να ακουμπήσουν πάνω στη γυάλινη επιφάνεια της προθήκης τετράγωνα χαρτόνια που περιβάλλονται από ένα έγχρωμο πλαίσιο. Όταν συμβεί αυτό, στο κάθε χαρτόνι προβάλλεται το τμήμα της αγροικίας που βρίσκεται κάτω από αυτό, και στο κέντρο του ένας μεγεθυντικός φακός. Αν το χαρτόνι μετακινηθεί έτσι ώστε ο φακός να βρίσκεται πάνω από τη θέση ενός σημείου ενδιαφέροντος, παρουσιάζονται σχετικές πληροφορίες (κείμενα, εικόνες, βίντεο). Ο επισκέπτης μπορεί να πλοηγηθεί σε αυτές, χρησιμοποιώντας «κουμπιά», τα οποία επίσης προβάλλονται στο χαρτόνι. Το χρώμα του πλαισίου κάθε χαρτονιού υποδηλώνει τη γλώσσα στην οποία παρουσιάζονται οι πληροφορίες.


Το Πολύαπτον είναι μια οθόνη αλληλεπίδρασης μεγάλου μεγέθους που επιτρέπει σε πολλούς επισκέπτες ταυτόχρονα να ανακαλύψουν πολυεπίπεδες πληροφορίες για ένα θέμα.

Το Πολύαπτον παρουσιάζει την τοιχογραφία ενός συμποσίου που βρέθηκε σε μακεδονικό τάφο κοντά στον σημερινό Αγ. Αθανάσιο, και αποτελεί ένα σπάνιο δείγμα αρχαίας ελληνικής ζωγραφικής που έχει διατηρηθεί σε ασυνήθιστα καλή κατάσταση.

Το σύστημα περιλαμβάνει μια οθόνη ειδικής κατασκευής, η οποία μπορεί να αναγνωρίζει ταυτόχρονα το άγγιγμα από πολλαπλά δάχτυλα ή χέρια, αλλά και συγκεκριμένα αντικείμενα. Αγγίζοντας κανείς την εικόνα της τοιχογραφίας μπορεί να ανακαλύψει περιοχές ενδιαφέροντος από τις οποίες εμφανίζονται πολυμεσικές πληροφορίες. Χρησιμοποιώντας ένα ομοίωμα μεγεθυντικού φακού μπορεί να δει λεπτομέρειες της τοιχογραφίας, ενώ χρησιμοποιώντας ένα φακό υπέρυθρου φωτός μπορεί να αποκαλύψει μια σύγχρονη αποκατάσταση του έργου.


Η  Μακρογραφία είναι ένα σύστημα που παρουσιάζει εικόνες πολύ μεγάλου μεγέθους, τις οποίες ένας ή περισσότεροι επισκέπτες μπορούν να εξερευνήσουν ταυτόχρονα περιδιαβαίνοντας μέσα σε ένα δωμάτιο. Οι εικόνες προβάλλονται σε μια μεγάλη οθόνη και κατόπιν αναλύονται τμηματικά ανάλογα με τη θέση των επισκεπτών στον χώρο.

Η Μακρογραφία παρουσιάζει την «Τοιχογραφία του Κυνηγιού», η οποία αποτελεί ένα από τα σημαντικότερα έργα της αρχαίας ελληνικής ζωγραφικής που έχουν διασωθεί. Είναι το μεγαλύτερο αρχαίο ζωγραφικό έργο, με μήκος 5,56μ.και ύψος 1,16μ. Η σύνθεση δημιουργήθηκε το 336 π.Χ., έτος δολοφονίας του Φιλίππου Β΄, στην πρόσοψη του τάφου του βασιλέα στις Αιγές (σημερινή Βεργίνα), πρώτη πρωτεύουσα του μακεδονικού βασιλείου. Ο ζωγράφος χρησιμοποιεί μεικτή τεχνική, νωπογραφία και τέμπερα, ενώ εντυπωσιάζει η ιδιοφυής σύνθεση, η άριστη χρήση της γραμμής και του χρώματος, καθώς και η γνώση της προοπτικής. Εικονίζονται δέκα κυνηγοί και πέντε θηράματα σε ένα τοπίο με πολλές εναλλαγές.

Το σύστημα περιλαμβάνει μια μεγάλη οθόνη προβολής. Η τοιχογραφία χωρίζεται σύμφωνα με τη θεματολογία της σε πέντε τμήματα. Όταν ένας επισκέπτης βρεθεί μπροστά σε ένα από αυτά τα τμήματα, εμφανίζονται σχετικές πληροφορίες. Ανάλογα με την απόστασή του επισκέπτη από την τοιχογραφία, οι πληροφορίες μπορούν να είναι: (α) ένα σκίτσο του τμήματος συνοδευόμενο από έναν επιγραμματικό τίτλο, (β) μια αποκατεστημένη εκδοχή του τμήματος με ένα περιγραφικό κείμενο, ή (γ) να επισημαίνεται μια λεπτομέρεια του τμήματος με σχετικό κείμενο. Κάθε επισκέπτης μπορεί να επιλέξει τη γλώσσα στην οποία θα βλέπει τις προβαλλόμενες πληροφορίες μπαίνοντας στο χώρο από την αριστερή (για ελληνικά) ή τη δεξιά πλευρά (για αγγλικά).

Πηγή: www.makedonopixels.org

5/1/11

Στους μαχαλάδες των θεών...


Τα Πιέρια είναι χιονισμένα αυτήν την εποχή και είναι μια καλή ευκαιρία για περιήγηση στα ορεινά χωριά τους. Τα έχω γυρίσει τα μέρη και ομολογουμένως η ομορφιά τους σου κόβει την ανάσα. Με συνόδευε ένας φίλος από το Βελβεντό, ο Νικόλας, ο οποίος γνωρίζει το βουνό σαν ...την τσέπη του.


Ανεβήκαμε στο Παλαιογράτσανο. Γύρω στα 800 μέτρα υψόμετρο. Η ομίχλη και η έλλειψη ανθρώπινου στοιχείου εκείνη τη μέρα, έκαναν την ατμόσφαιρα εξωπραγματική. Η μοναδική όμως ταβέρνα ήταν ανοιχτή και εκτός από τον απολαυστικό καφέ με περίμενε και μια έκπληξη. Στο πρόσωπο του ξακουστού Γιάννη Ζαρούχα ξαναβρήκα έναν φίλο από τα παλιά και έτσι το κλίμα άλλαξε μονομιάς. Ο Γιάννης στην παραδοσιακή ταβέρνα του, τα καλοκαίρια ή τα εορταστικά τριήμερα, μαγειρεύει διάφορες νοστιμιές όπως κεμπάπ, αρνί στη σούβλα και γίδα βραστή κι αν του τηλεφωνήσετε (τηλ. 24640-24671) θα σας περιποιηθεί ιδιαίτερα όπως έκανε και με μας.



Με τον Νικόλα, περιηγηθήκαμε στο χωριό. Όμορφο, με πολλά παλιά σπίτια, μερικά εκ των οποίων εγκαταλελειμμένα και γκρεμισμένα. Πάνω απ΄ την πλατεία, υπήρχε ένας ανακαινισμένος νερόμυλος, ενώ μέσα στην πλατεία, κυριαρχούσε η παρουσία του ναού του Αγίου Νικολάου, που κτίστηκε το 1857, αλλά κάηκε από τους Γερμανούς το ΄43 και ξαναφτιάχτηκε το 1956.


Το δυνατό σημείο όμως του Παλιογράτσανου, είναι η θέα προς τη λίμνη του Πολυφύτου, που οπωσδήποτε σε ξεκουράζει.



Κάποτε ήταν χωριό με χίλιους κατοίκους, ζωντανό και με έντονη οικονομική δραστηριότητα, κυρίως στη γεωργία, την κτηνοτροφία και την υλοτομία. Σήμερα, το χωριό μαράζωσε, αλλά τα σαββατοκύριακα, τις γιορτές και κυρίως το καλοκαίρι, οι παλιογρατσανίτες που ζουν αλλού, αλλά και αρκετοί επισκέπτες, του ξαναδίνουν ζωντάνια.



Στην άκρη του χωριού, είναι το παλιό πέτρινο σχολείο, που αξίζει να επισκεφθεί κανείς. Ρωτήστε όμως και πως θα φθάσετε, έξω απ΄το χωριό, στην εκκλησία του Προφήτη Ηλία, που κτίστηκε το 1400 μ.Χ. και είναι από τις σημαντικότερες της περιοχής.


Έχει και λαογραφικό μουσείο το Παλαιογράτσανο, το οποίο φυσικά βρήκαμε κλειστό, μιας και λειτουργεί μόνο το καλοκαίρι.


Στη συνέχεια αναχωρήσαμε για το Καταφύγι. Ένα χωριό στα 1412 μέτρα στην πλατεία του (σύμφωνα με τον Google earth), με οροπέδιο μπροστά του (Λειβάδια) και την ψηλότερη κορφή των Πιερίων, το Φλάμπουρο (2.193 μ.), πίσω του. Ως οικισμός, δεν παρουσιάζει και κανένα ιδιαίτερο ενδιαφέρον, χωρίς να είναι άσχημο. Όμορφο είναι το παλιό σχολείο, το καμπαναριό του Αγίου Νικολάου και αρκετά από τα σπίτια του.

Όμως, δεν ήταν πάντα έτσι το Καταφύγι.


Η ιστορία του αρχίζει στα 1611, όταν ο επίσκοπος Τρίκης Διονύσιος έκανε την πρώτη δειλή απόπειρα αποτίναξης της μακρόχρονης σκλαβιάς. Η επανάσταση απέτυχε και οι κυνηγημένοι βρήκαν καταφύγιο στις όχθες του Αλιάκμονα. Εκεί έχτισαν τον οικισμό «Γρατσάνη», που όμως προκάλεσε, εξαιτίας της ομορφιάς και του πλούτου του, τον φθόνο των Τούρκων. Έτσι, άρχισαν οι ατέλειωτες λεηλασίες από τις ορδές του Ρεσήτ Πασά και είναι τότε που οι κάτοικοί του αποφασίζουν τη μετοικεσία. Ανεβαίνουν λοιπόν στα «Λειβάδια», 5 χιλιόμετρα πριν το σημερινό Καταφύγι και κατασκηνώνουν στη θέση «Κεφαλόκαρδο». Η έλλειψη όμως νερού και το υγρό κλίμα τους αναγκάζουν να μεταφερθούν στα «Μπγάδια». Τη θέση αυτή επιλέγουν ως «καταφύγιο» από τους Τούρκους κι εκεί αποφασίζουν να χτίσουν το -μόνιμο πια από τότε- οικισμό τους. Τα προβλήματά τους δεν τελείωσαν όμως! Ληστές και 'κλέφτες' των ορεινών περιοχών τους λυμαίνονται διαρκώς. Την κοινότητα Καταφυγίου έσωσε η παρέμβαση του σουλτάνου, που πήρε το Καταφύγι υπό την προστασία του και εγγυήθηκε την ασφάλειά του.

Το 1816 η πανούκλα και τον επόμενο χρόνο αβάσταχτος λιμός ξεκληρίζουν το χωριό.

Το 1821, το Καταφύγι δίνει το παρόν στον ξεσηκωμό του γένους.


Στη διάρκεια του Μακεδονικού Αγώνα, τη δεκαετία του 1890, το Καταφύγι υπήρξε αρχηγείο των Πιερίων. Απελευθερώνεται ολοκληρωτικά στις αρχές του 20 ου αι. μαζί με την υπόλοιπη Μακεδονία. Έκτοτε αρχίζει η ανοδική πορεία του χωριού και η φήμη του εξαπλώνεται σε όλη την Ελλάδα, τα Βαλκάνια και τη Μέση Ανατολή.

Στα 1910-1920 το Καταφύγι αριθμούσε περίπου 500 σπίτια. Κατά τη διάρκεια όμως του Β' Παγκοσμίου Πολέμου, ολόκληρες οικογένειες ξεκληρίζονται στον αγώνα για την ελευθερία στιςμάχες με τους Ιταλούς στην Αλβανία και τα βόρεια σύνορα της πατρίδας, αλλά και από πείνα κατά τη διάρκεια της Κατοχής. Τον Δεκέμβριο του 1943, παραμονή Χριστουγέννων οι Γερμανοί χτυπούν στο Καταφύγι και καίνε τα πάντα. Είκοσι δύο νεκροί. Οι επιζήσαντες σκορπίζουν στα γύρω χωριά.

Μετά την απελευθέρωση αρχίζει νέα φάση ανοικοδόμησης του Καταφυγίου: χτίζονται 60-70 σπίτια, το σχολείο αρχίζει να λειτουργεί και το Καταφύγι αποκτά και πάλι ζωή.

Νέος κύκλος ερήμωσης ξεκινά στη δεκαετία του '60 με την αλλαγή των κοινωνικών συνθηκών στην Ελλάδα και την εκδήλωση μεγάλων κυμάτων μετανάστευσης προς τις μεγάλες ελληνικές πόλεις ή και τις ξένες μακρινές χώρες, όπως η Γερμανία. Το 1966 αποχωρεί ο τελευταίος κάτοικος του χωριού.


Σήμερα αριθμεί 250 σπίτια και το καλοκαίρι σφύζει από ζωή. Ένα από αυτά, είναι «το σπίτι του Ζορμπά», του γνωστού ήρωα του Νίκου Καζαντζάκη, που στην πραγματικότητα λεγόταν Γιώργης Ζορμπάς , ο οποίος γεννήθηκε και μεγάλωσε εδώ, στο Καταφύγι, ενώ γνωρίστηκε και συνδέθηκε με φιλία με τον Καζαντάκη στο Άγιο Όρος.

Στο δρόμο για το χωριό, είδα πολλά άτομα κόκκινης πεύκης, που κάποιοι "ειδικοί", μου είχαν πει ότι τα συναντάς μόνο στη Βάλια Κάλντα. Μην πιστεύετε εύκολα ότι λένε αυτοί οι τύποι!

Όταν φτάσαμε στο Καταφύγι, ο ήλιος είχε διώξει την ομίχλη, το χιόνι ήταν πολύ και το τοπίο σαν σε παραμύθι.Παρέα με ανθρώπους της Νομαρχίας Κοζάνης, που μόλις είχαν ανοίξει το δρόμο από το χιόνι, πήγαμε στην ταβέρνα-ουζερί Ζορμπάς. Ο Οδυσσέας μας έφτιαξε υπέροχη ομελέτα και μας κέρασε καλό κρασί κι έτσι «στανιάραμε», μετά από την ανάβαση των δύο ωρών, λόγω του πολύ χιονιού. Ο Οδυσσέας με την γυναίκα του, είναι τα 2 από τα 3 άτομα που ξεχειμωνιάζουν εδώ. Το καλοκαίρι όμως, ανεβαίνει πολύς κόσμος. Ντόπιοι, ορειβάτες και τουρίστες.


Για τους ορειβάτες, η περιοχή είναι υπέροχη κι οργανωμένη:
- καταφύγιο ορειβατικό του ΕΟΣ Κοζάνης στα Λειβάδια, σε υψόμετρο 1400μ περίπου,
- καταφύγιο στου ΣΕΟ Κοζάνης στα 1945μ. πριν την κορυφή Φλάμπουρο και
- του ΕΟΣ Βελβεντού στη θέση «Γιούρτια», στα 1500 μέτρα.

Υπήρχε και ένα σχέδιο για κατασκευή χιονοδρομικού κέντρου εδώ, πρόταση που υποστήριζε έντονα η Ν.Α. Κοζάνης και ο Δήμος Βελβεντού, αλλά κάπου κόλλησε το πράγμα...


Στην άκρη του χωριού, επισκεφθείτε το ξωκλήσι του «Αγίου Αθανασίου του παλιού» (που είχε αρχικά χτιστεί το 1762, και ονομάζεται «παλιός» προς αποφυγή σύγχυσης, καθώς υπάρχει και νεότερη εκκλησία του Άη-Θανάση στην περιοχή «Λειβάδια») που λειτουργείται το Μάη και αποτελεί, εκτός από τόπο προσκυνήματος, και «παρατηρητήριου», αφού μπροστά του απλώνεται η θέα ολόκληρης της περιοχής του Βελβεντού.

Το χωριό έχει και ξενώνα, το «ΚΑΤΑΦΥΓΙ» (24640 22300).

Μπορείτε να επιστρέψετε στο Βελβεντό, μέσα από καλό χωματόδρομο, σε φανταστική διαδρομή, αν βέβαια έχετε τετρακούνητο όχημα. Θα φτάσετε στο χωριό Αγία Κυριακή, με την απίθανη θέα και μετά με ασφάλτινη πρόσφυση, στο Βελβεντό.