31/5/08

Υπέροχος κόσμος



I see trees of green
Red roses too
I see them bloom
For me and you

And I think to myself
What a Wonderful World

The colors of the rainbows
So pretty in the sky
Are also on the faces
Of people going by

I see friends shaking hands
Saying - How do you do?
They're only saying
I love you

And I think to myself
What a Wonderful World

Ohhhhh, yesss...


30/5/08

Για ένα σου φιλί...


ώρες ώρες θα έδινα τα πάντα...

Mατιές στο φως...


Σ' αυτές τες σκοτεινές κάμαρες, που περνώ μέρες βαρυές, επάνω κάτω τριγυρνώ.


Για να βρω τα παράθυρα.


Όταν ανοίξει ένα παράθυρο θάναι παρηγοριά.


Μα τα παράθυρα δεν βρίσκονται, ή δεν μπορώ να τα βρω.


Και καλύτερα ίσως να μην τα βρω.


Ίσως το φως θάναι μια νέα τυραννία.
Ποιος ξερει τι καινούρια πράγματα θα δείξει.



Κ. Π. Καβάφης

Οι φωτογραφίες είναι των... Demmy, Ghali, Mανώλου, Δεμερτζή, Καζαμία...

26/5/08

Εσύ κι εγώ















Το ποδήλατο



Αφιερωμένο σε έναν φίλο που είναι στην σκέψη μου απόψε...


Είχα μήνυμα...


Σήμερα το μεσημέρι έλαβα ένα μήνυμα στο κινητό μου. Ένα μήνυμα που με έκανε να ταξιδέψω....

« Mεσημέρι, με εκείνη την καυτή λάβα που θυμάσαι από τα παιδικά χρόνια
του παράνομου μεσημεριανού παγωτού στο χωριό την ώρα που οι άλλοι κοιμούνταν.
Κέδροι, ελιές, τζιτζίκια, ήλιος ανελέητος, αμμόλοφοι, καλαμιές, θάλασσα, άμμος στα μάλλια.

Καλοκαίρι. Θέλεις; »

Θέλω!!!!!!

25/5/08

Γράμμα του Γκαμπριέλ Γκαρσία Μάρκες


Ο Γκαμπριέλ Γκαρσία Μάρκες γράφει προς τον Κόσμο. Τους φίλους, τους γνωστούς, κυρίως τα εκατομμύρια αναγνωστών του όλων αυτών των χρόνων... Και τούτο ενόψει της επικείμενης αναχώρησής του από τη ζωή, όντας πολύ άρρωστος. Ένα γράμμα του, λοιπόν. Πρόκειται για ένα κείμενο υψηλών πτήσεων ή, καλύτερα, εσωτερικής εμβάθυνσης. Ήδη έχει ταξιδέψει μέσω του Διαδικτύου σε όλο τον κόσμο, έχει συζητηθεί πολύ, έχουν εκφρασθεί μάλιστα πολλές αντίθετες απόψεις και αμφιβολίες ως προς τη γνησιότητά του.
Όπως και να έχει όμως το θέμα, αποτελεί ένα κείμενο που δεν πρέπει να παραπεταχτεί ή να περάσει απαρατήρητο. Λέει πολλά για τη σχέση μας με τον εαυτό μας και τον συνάνθρωπο, για τις μυστικές διαδρομές της ψυχής και των συν-αισθημάτων, για τα μικρά και καθημερινά του κόσμου ετούτου, για τ’ απλά και ταπεινά που κυκλοφορούν τριγύρω μας, των οποίων μάλιστα χάνουμε τελικά την αθέατη μεγαλοπρέπεια, στην απεγνωσμένη μας προσπάθεια να προφτάσουμε τα φερόμενα ως μεγάλα και σημαντικά, που συχνότατα αποδεικνύονται φρούδες πραγματικότητες ή και κουφότητες.
Ο Γκαμπριέλ Γκαρσία Μάρκες έχει μέσ’ από το γνωστό του δημοσιευμένο έργο πολλές φορές μπει στα της «ψυχής πείρατα»,όπως θα έλεγε ο Ηράκλειτος και μπορεί πλέον από θέσιν ισχύος και αυθεντίας ν’ απευθυνθεί προς τους παγκόσμιους φίλους του, συμβουλεύοντάς τους στοργικότατα υπό την πείρα και την πυρά της Επίγνωσης των Πραγμάτων της Ψυχής και του Κόσμου.
Ο Βασίλης Τερζής είναι ο μεταφραστής του εν λόγω κειμένου. Ο ίδιος, απευθυνόμενος στους αναγνώστες και φίλους του Μάρκες, δηλώνει σχετικά: «Το έλαβα από μια ισπανίδα φίλη μου και επιστράτευσα αμέσως τις γνώσεις μου στα ισπανικά για να το μεταφράσω και να το στείλω και σε έλληνες φίλους. Νομίζω ότι άξιζε τον κόπο».

«Αν ο Θεός ξεχνούσε για μια στιγμή ότι είμαι μια μαριονέτα φτιαγμένη από κουρέλια και μου χάριζε ένα κομμάτι ζωή, ίσως να έλεγα όλα αυτά που σκέφτομαι, αλλά σίγουρα θα σκεφτόμουν όλα αυτά που λέω εδώ. Θα έδινα αξία στα πράγματα, όχι γι’ αυτά που αξίζουν, αλλά γι’ αυτό που σημαίνουν. Θα κοιμόμουν λίγο, θα ονειρευόμουν πιο πολύ, γιατί για κάθε λεπτό που κλείνουμε τα μάτια, χάνουμε εξήντα δευτερόλεπτα φως.
Θα συνέχιζα όταν οι άλλοι σταματούσαν, θα ξυπνούσα όταν οι άλλοι κοιμόνταν. Θα άκουγα όταν οι άλλοι μιλούσαν και πόσο θα απολάμβανα ένα ωραίο παγωτό σοκολάτα!
Αν ο Θεός μου δώριζε ένα κομμάτι ζωή, θα ντυνόμουν λιτά, θα ξάπλωνα μπρούμυτα στον ήλιο, αφήνοντας ακάλυπτο όχι μόνο το σώμα αλλά και την ψυχή μου. Θεέ μου, αν μπορούσα, θα έγραφα το μίσος μου πάνω στον πάγο και θα περίμενα να βγει ο ήλιος. Θα ζωγράφιζα μ’ ένα όνειρο του Βαν Γκογκ πάνω στα άστρα ένα ποίημα του Μπενεντέτι κι ένα τραγούδι του Σερράτ θα ήταν η σερενάτα που θα χάριζα στη σελήνη. Θα πότιζα με τα δάκρυά μου τα τριαντάφυλλα, για να νοιώσω τον πόνο από τ’ αγκάθια τους και το κοκκινωπό φιλί των πετάλων τους...
Θεέ μου, αν είχα ένα κομμάτι ζωή... Δεν θα άφηνα να περάσει ούτε μια μέρα χωρίς να πω στους ανθρώπους ότι αγαπώ, ότι τους αγαπώ. Θα έκανα κάθε άνδρα και γυναίκα να πιστέψουν ότι είναι αγαπητοί μου και θα ζούσα ερωτευμένος με τον έρωτα. Στους ανθρώπους θα έδειχνα πόσο λάθος κάνουν να νομίζουν ότι παύουν να ερωτεύονται όταν γερνούν, χωρίς να καταλαβαίνουν ότι γερνούν όταν παύουν να ερωτεύονται! Στο μικρό παιδί θα έδινα φτερά, αλλά θα το άφηνα να μάθει μόνο του να πετάει. Στους γέρους θα έδειχνα ότι το θάνατο δεν τον φέρνουν τα γηρατειά αλλά η λήθη. Έμαθα τόσα πράγματα από σας, τους ανθρώπους... Έμαθα πως όλοι θέλουν να ζήσουν στην κορυφή του βουνού, χωρίς να γνωρίζουν ότι η αληθινή ευτυχία βρίσκεται στον τρόπο που κατεβαίνεις την απόκρημνη πλαγιά.
Έμαθα πως όταν το νεογέννητο σφίγγει στη μικρή παλάμη του, για πρώτη φορά, το δάχτυλο του πατέρα του, το αιχμαλωτίζει για πάντα. Να λες πάντα αυτό που νοιώθεις και να κάνεις πάντα αυτό που σκέφτεσαι. Αν ήξερα ότι σήμερα θα ήταν η τελευταία φορά που θα σ’ έβλεπα να κοιμάσαι, θα σ’ αγκάλιαζα σφιχτά και θα προσευχόμουν στον Κύριο για να μπορέσω να γίνω ο φύλακας της ψυχής σου. Αν ήξερα ότι αυτή θα ήταν η τελευταία φορά που θα σ’ έβλεπα να βγαίνεις από την πόρτα, θα σ’ αγκάλιαζα και θα σού ‘δινα ένα φιλί και θα σε φώναζα ξανά για να σου δώσω κι άλλα.
Αν ήξερα ότι αυτή θα ήταν η τελευταία φορά που θα άκουγα τη φωνή σου, θα ηχογραφούσα κάθε σου λέξη για να μπορώ να την ακούω ξανά και ξανά. Αν ήξερα ότι αυτές θα ήταν οι τελευταίες στιγμές που σ’ έβλεπα, θα έλεγα "σ’ αγαπώ" και δεν θα υπέθετα, ανόητα, ότι το ξέρεις ήδη. Υπάρχει πάντα ένα αύριο και η ζωή δίνει ευκαιρίες για να κάνουμε τα πράγματα όπως πρέπει, αλλά σε περίπτωση που κάνω λάθος και μας μένει μόνο το σήμερα, θα’ ήθελα να σου πω πόσο σ’ αγαπώ κι ότι ποτέ δεν θα σε ξεχάσω. Το αύριο δεν το έχει εξασφαλίσει κανείς, είτε νέος είτε γέρος. Σήμερα μπορεί να είναι η τελευταία φορά που βλέπεις τους ανθρώπους που αγαπάς. Γι’ αυτό μην περιμένεις άλλο, καν’ το σήμερα, γιατί αν το αύριο δεν έρθει ποτέ, θα μετανιώσεις σίγουρα για τη μέρα που δεν βρήκες χρόνο για ένα χαμόγελο, μια αγκαλιά, ένα φιλί και ήσουν πολύ απασχολημένος για να κάνεις πράξη μια επιθυμία. Κράτα αυτούς που αγαπάς κοντά σου, πες τους ψιθυριστά πόσο πολύ τους χρειάζεσαι, αγάπα τους και φέρσου τους καλά, βρες χρόνο για να τους πεις "συγγνώμη", "συγχώρεσε με", "σε παρακαλώ", "ευχαριστώ" κι όλα τα λόγια αγάπης που ξέρεις. Κανείς δεν θα σε θυμάται για τις κρυφές σου σκέψεις. Ζήτα απ’ τον Κύριο τη δύναμη και τη σοφία για να τις εκφράσεις.

Δείξε στους φίλους σου τι σημαίνουν για σένα».

Πώς ο αγαθός άγγελος όλο πειράζει τη γάτα της Αγκύρας

Το αλάτι και το μάτι
αβασκάνανε το άτι
και το αφήσανε σακάτη.

Η φθορά και η σπορά
έχουν ίδι’ αποφορά.
Ποια κυράτσα την φορά;


Να φορέσουμε γραβάτα
στην Γκλορίτσα μας τη γάτα
για να βγει πραγματικό
το που είδες με φακό
το παλιό σατιρικό.


Είναι η μέρα του Ιανού
μα ο άγγελος ποιανού;
Και το φως του διπλανού;

Ποιος πειράζει τη γατούλα
τα που κάνει στη σακούλα;


Βάλε αλάτι, βγάλε μάτι
μα σου λείπει το ένα ΚΑΤΙ.
Βγάλε μάτι, βάλε αλάτι
κάτω απ’ το μονό κρεβάτι
κι αν αβάσκανα τη γάτα
που ωμοφορεί γραβάτα
βγάλε αλάτι, στήσε μάτι
μα σου λείπει το ένα ΚΑΤΙ.

Παναγιώτη Καποδίστρια

Έκστασις



Το μικρό μου παιδί
σοβαρή αταξία έκανε πάλι.
Στο πεζούλι του σύμπαντος σκαρφάλωσε,
σκούντησε με το χέρι του
το κρεμασμένο
στον τοίχο τ’ ουρανού
κόκκινο πιάτο,
κι έχυσε όλο το φως επάνω του.

Ο Θεός απόρησε
που είδε τον ήλιο
ντυμένο ρούχα παιδικά
να κατεβαίνει τρέχοντας
της φαντασίας μου τη σκάλα
και να ’ρχεται σε μένα.

Κι εγώ κάθομαι τώρα
και μαλώνω αυστηρά
το μικρό μου παιδί
ενώ κλέβω κρυφά
τον χυμένο επάνω του ήλιο.

Κικής Δημουλά

24/5/08

Στα βήματα του Ελ Γκρέκο

Σινετουρισμός στα ίχνη του Ελ Γκρέκο στο Ηράκλειο ή πώς μια ταινία, ένας καλλιτέχνης γίνονται αφορμή για ταξίδι. Ταξίδι στην ιστορία, στο παρελθόν.Η ταινία του Γιάννη Σμαραγδή, που είδε ένας στους δέκα Ελληνες, έκοψε 766.000 εισιτήρια και συνεχίζει ακάθεκτη, φαίνεται πως είναι και ο λόγος να ταξιδέψετε στο Ηράκλειο φέτος το καλοκαίρι.

Πέρα από την Κνωσό, τις παραλίες του Λιβυκού και τα πολυτελή ξενοδοχεία του Βορρά, ο μεγάλος Κρητικός που εδώ στο Ηράκλειο έχουν για δικό τους άνθρωπο παρακινεί τους σινεφίλ ταξιδευτές σε ένα διαφορετικό πέρασμα από τη γενέτειρά του. Στον απόηχο της ταινίας, ορισμένοι παραθεριστές θα κάνουν στάση στην πόλη και λόγω Δομήνικου Θεοτοκόπουλου, όπως ευελπιστούν οι άνθρωποι του δήμου της κρητικής μητρόπολης. Στα ίχνη του Ελ Γκρέκο, αστικό ταξίδι μπρος-πίσω στο χρόνο, μέσα κι έξω από τη μεγάλη οθόνη. Τέσσερα και ένα βήματα στη διαδρομή σινετουρισμού μέσα στο Ηράκλειο του 2008 και την Candia του 1566.


Βήμα 1ο

Αφετηρία τα Λιοντάρια, στην καρδιά της πόλης. Τραπεζάκια έξω στον πεζόδρομο γύρω από την ενετική κρήνη Μοροζίνι, ένα σουβλάκι με ξίδι στα όρθια και μια μπουγάτσα στου Κιρκόρ, χοχλιοί σε παρέλαση στην αγορά της οδού 1866 και shopping therapy στη Δαιδάλου με τις βιτρίνες-σειρήνες. Κι ανάμεσα, τα μνημεία της Ενετοκρατίας, «συνομήλικα» τα περισσότερα του Ελ Γκρέκο. Η βασιλική του Αγίου Μάρκου -σήμερα Δημοτική Βιβλιοθήκη- και προπάντων η Λότζια, το κομψότερο βενετσιάνικο κτίριο του Ηρακλείου που σήμερα στεγάζει μέρος των υπηρεσιών του Δήμου Ηρακλείου.

Κάτι ανάμεσα σε επιμελητήριο της εποχής και εστέτ λέσχη, η Λότζια ήταν ο χώρος όπου συγκεντρώνονταν ο δούκας της Κρήτης και οι άρχοντες της βενετσιάνικης αριστοκρατίας για να συζητήσουν οικονομικά, εμπορικά και πολιτικά θέματα. Μετά την τουρκική κατάκτηση μετατράπηκε σε έδρα του ανώτατου οικονομικού υπαλλήλου, του Τεφτεδάρη. Στις μέρες μας απέσπασε το πρώτο βραβείο Europa Nostra το 1987 ως το πιο καλά αναπαλαιωμένο ευρωπαϊκό μνημείο.
Διαβαίνουμε στοές με δωρικούς κίονες στο ισόγειο της ενετικής λέσχης και ανάμεσα στα οικόσημα και τις μορφές επιφανών συμπολιτών και δωρητών απαντάμε εκείνη του Ελ Γκρέκο σε χαλκογραφία με την επιγραφή «Δομήνικος Θεοτοκόπουλος 1541-1614».


Βήμα 2ο

Κατηφορίζουμε για το λιμάνι με συνοδοιπόρους την Ειρήνη Καρουζάκη, από τη διεύθυνση πολιτιστικών και κοινωνικών λειτουργιών του Δήμου Ηρακλείου, και τον Μανώλη Μετζάκη, πρόεδρο της Ελληνικής Φωτογραφικής Εταιρίας (ΕΦΕ) Ηρακλείου Κρήτης και φωτογράφο πλατό στα γυρίσματα της ταινίας του Γιάννη Σμαραγδή. Περνώντας από το Θεατρικό Σταθμό, στον παραλιακό δρόμο του λιμανιού, οι συνοδοί μας θυμούνται τα φορτηγά να ξεφορτώνουν στις αποθήκες του λιμενικού ταμείου τα βαρύτιμα κοστούμια του «Ελ Γκρέκο», από βελούδο, ταφτά και μουσελίνες, για να ντυθούν οι κομπάρσοι -«κανείς επαγγελματίας, όλοι μεγαλοδικηγόροι, διευθυντές κλινικών που έπαιξαν μετά χαράς κομπάρσοι και το ζούσανε κιόλας!».
Βαδίζουμε στο λιμενοβραχίονα που καταλήγει στο θαλάσσιο φρούριο του Κούλε. Κίτρινα βουναλάκια από δίχτυα δίπλα στα ψαροκάικα, τα πλοία της γραμμής Πειραιά-Ηράκλειο, στην προβλήτα όπου κόσμος ψαρεύει με το καλάμι. «Στην ταινία έστρωναν κάτω άμμο και πριονίδι, να μη φαίνεται η άσφαλτος. Εδώ φόρτωναν ζώα κι εμπορεύματα στο καράβι που προστέθηκε μετά, ψηφιακά. Πλήθος οι θεατές στα γυρίσματα. Παίρνανε άδεια από τη δουλειά, ";πάμε στον Ελ Γκρέκο;"


Το βιβλίο του δήμου για το ζωγράφο έχει γίνει ανάρπαστο. Δεν αποκλείεται με την προβολή της ταινίας και στο εξωτερικό να υπάρξει ρεύμα ειδικού τουρισμού στην Κρήτη. Να έρθουν για τις παραλίες αλλά κάποιοι και για τον Ελ Γκρέκο».

Περνάμε το σημείο όπου ο Λουδοβίκος των Ανωγείων καμάρωσε το συντοπίτη του ζωγράφο στην υπαίθρια αγορά και φτάνουμε στην είσοδο του φρουρίου, που στο φιλμ φιλοξενεί τη σκηνή του χορού του δούκα. «Ερχόταν κόσμος, τότε που γυριζόταν η ταινία αλλά και μετά, που βγήκε στους κινηματογράφους, και ρωτούσε πού έγιναν τα γυρίσματα, πού μπορώ να μάθω περισσότερα για τον Ελ Γκρέκο, πού γεννήθηκε, πού έζησε», μας λένε οι φύλακες του Κούλε. «Εχουν περάσει από δω όλα τα σχολεία της Κρήτης, εκδρομή με την τάξη για τον Ελ Γκρέκο, αλλά και κόσμος από Θεσσαλονίκη, Ρόδο, Αθήνα. Η ταινία κέντρισε την περιέργεια για το φρούριο», περιγράφουν.
Την εποχή που η Candia υπήρξε ο μεγαλύτερος ναύσταθμος του στόλου της Βενετίας στην ανατολική Μεσόγειο, στα χρόνια δηλαδή του Ελ Γκρέκο, το Castello del Molo είχε 26 διαμερίσματα στο ισόγειο που χρησιμοποιούνταν ως κατοικίες καπεταναίων και αποθήκες για τρόφιμα και πολεμοφόδια, ενώ επί Τουρκοκρατίας, στους υγρούς και σκοτεινούς χώρους του Κούλε, φυλακίστηκαν οι Κρητικοί επαναστάτες.
Περπατώντας στους ίδιους χώρους, στις γαλαρίες με τους ογκόλιθους, ο σινεφίλ ταξιδιώτης φέρνει στο νου το ατελιέ του ζωγράφου όπου ο Ελ Γκρέκο-Νick Ashdon φιλά τη Francesca De Rimi-Δήμητρα Ματσούκα ή την αίθουσα του πλειστηριασμού, όταν ο Νικολός-Λάκης Λαζόπουλος παρουσιάζει τον πίνακα του Ελ Γκρέκο προς δημοπρασία ενώπιον του δούκα, σκηνές που γυρίστηκαν εδώ.


Ανεβαίνουμε στον επάνω χώρο με τις επάλξεις ατενίζοντας την πόλη, το νησάκι Ντία στα ανοιχτά. Ηλιόλουστη και γαλήνια η μέρα, δύσκολο να μπούμε στο κλίμα της ανταριασμένης εκείνης νύχτας των γυρισμάτων που μας περιγράφει η κ. Γιάννα Κανακαράκη, διευθύντρια του τμήματος πολιτιστικών και κοινωνικών λειτουργιών του Δήμου Ηρακλείου, κομπάρσος κι η ίδια στη βεγγέρα του Ενετού δούκα De Rimi-Γιώργου Χριστοδούλου πάνω στον Κούλε. «Φύσαγε οκτώ μποφόρ, έσβηνε τις δάδες, έπαιρνε μαλλιά, σημαίες. Είχαμε γυρίσματα από τις έξι το απόγευμα μέχρι τις τέσσερις το πρωί, ντυμένοι με τα ασήκωτα κοστούμια, αλλά το ευχαριστηθήκαμε, όλοι υπάκουοι στην ντουντούκα του Σμαραγδή», θυμάται η κ. Κανακαράκη.
«Τέτοιες στιγμές είχε να ζήσει από το 16ο αιώνα το φρούριο», λέει ο Μανώλης Μετζάκης. «Από το πρωί χωμένος στα σκηνικά, να φωτογραφίζω τα γυρίσματα, άρχισα να πιστεύω ότι δεν ζούσα στον 21ο αιώνα αλλά στο 1500 τόσο. Μόνο οι κόρνες από τα αυτοκίνητα και τα αεροπλάνα με έβγαζαν από τον "Ελ Γκρέκο;"», περιγράφει.

Βήμα 3ο

Συνεχίζουμε στην παραλιακή λεωφόρο Σοφοκλή Βενιζέλου για το Ιστορικό Μουσείο. Εδώ, σε ξεχωριστή αίθουσα, εκτίθενται δύο αριστουργήματα του Ελ Γκρέκο, «Αποψη του Ορους και της Μονής Σινά», τέμπερα και ελαιογραφία σε ξύλο, και «Η Βάπτιση του Χριστού», αβγοτέμπερα και λάδι σε ξύλο.

«Και τα δύο είναι της ιταλικής φάσης του Θεοτοκόπουλου, όταν ήταν μαθητής του Τιτσιάνο», μας εξηγεί ο επιμελητής της ιστορικής συλλογής Αγησίλαος Καλουτσάκης, και σαν να ζωντανεύουν οι σκηνές με τον Σωτήρη Μουστάκα στον ύστατο ρόλο του Ιταλού δασκάλου της Αναγέννησης. «Η "Βάπτιση" πιθανόν να ήταν στη Βενετία, ενώ το "Σινά", πιθανόν έργο του στη Ρώμη, από τα 5 χρόνια που έμεινε στην Ιταλία». Περιεργαζόμαστε τις πινελιές στις απότομες πλαγιές του όρους Χωρήβ που απαθανάτισε ο Θεοτοκόπουλος χωρίς να έχει ταξιδέψει ποτέ στο Σινά.

Βήμα 4ο

Το Πάρκο Θεοτοκόπουλου, τόπος συνάντησης των συντοπιτών του Ελ Γκρέκο. Γύρω από την κυκλική πλατεία μικροί και μεγάλοι ξαποσταίνουν από τα ψώνια, τα λένε στα παγκάκια, η μαρμάρινη προτομή του ζωγράφου ένα με την καθημερινότητα της πόλης.


Βήμα 5ο Συλλογή Δομήνικου Θεοτοκόπουλου, προσεχώς. Εκθεση για το ζωγράφο βασισμένη σε υλικό της ταινίας θα φιλοξενηθεί στην Πύλη Βηθλεέμ της ενετικής οχύρωσης μέχρι το τέλος του χρόνου, ύστερα από συντονισμένη προσπάθεια του δημάρχου Ηρακλείου κ. Γιάννη Κουράκη και του ζεύγους Σμαραγδή να τιμηθεί από τους συμπατριώτες του ο Δομήνικος Θεοτοκόπουλος.

Στον ειδικά διαμορφωμένο χώρο, κορυφαίο σταθμό στο location tour του σινεφίλ ταξιδιώτη, θα παρουσιαστούν κοστούμια, φωτογραφίες από τα γυρίσματα, πίνακες από την ταινία, δωρεά στο δήμο του Γιάννη Σμαραγδή και της συζύγου του, Ελένης, παραγωγού της ταινίας.
Και αν βρεθείτε στο Ηράκλειο και κάνετε αυτό το απίστευτο ταξίδι στο χρόνο, μην ξεχάσετε να επισκεφτείτε ακόμη έναν τόπο με τη δική του ιστορία μέσα στο χρόνο. Το ιστορικό χωριό αγγειοπλαστών, το Θραψανό.

Οι εκδοχές για την προέλευση της ονομασίας του χωριού είναι κάμποσες και οι περισσότερες συνδέονται με την παμπάλαια σχέση του χωριού με την αγγειοπλαστική.

Κατά την πρώτη εκδοχή το όνομα Θραψανό είναι σύνθετο από τα ρήματα θραύω και ψήνω, αφού κατά το καμίνιασμα (ψήσιμο) των αγγείων πολλά απο αυτά θρίβονταν.

Κατά μία άλλη εκδοχή προέρχεται από το ρήμα θάλπω, από το οποίο έγινε το θλάπω και θράψω = ζεσταίνω, θερμαίνω, θάλπη = πνίγη ρός καύσων του θέρους (Στέφ. Ξανθουδίδης «Γλωσσικαί Μελέται», Λεξικογραφικό Αρχείο, τόμ. 5, σ.99).
Απ' αυτά προέρχεται το Θραψανός = καμινάρης, επαγγελματικό όνομα εκείνου που ψήνει τα αγγεία. Άρα η σωστή γραφή είναι Θραψανώ, δηλαδή το χωριό των Θραψανών (Στέργιος Σπανάκης "Πόλεις και χωριά της Κρήτης").


Δεν αποκλείεται βέβαια, σαν κέντρο αγγειοπλαστικής και λόγω της ύπαρξης σπασμένων κεραμικών γύρω από τα καμίνια σε μεγάλες ποσότητες, θρύψαλα δηλαδή, Θράψαλα, το χωριό να ονομάστηκε Θραψανό.

Λιγότερο πιθανή είναι μία άλλη εκδοχή, κατά την οποία η ονομασία προέρχεται από το γεγονός ότι μετά από κάθε γλέντι ή πανηγύρι συνήθιζαν να σπάζουν (θραύουν) ό,τι εύρισκαν.

Σαν τελευταία εκδοχή και η οποία δεν έχει σχέση με την αγγειοπλαστική είναι η ονομασία να προήλθε από την παραφθορά της λέξης «θροφανός» που σημαίνει παχύς ψηλός και δυνατός.
Ακόμα και οι μαντινάδες που αναφέρονται στο Θραψανό επιβεβαιώνουν αυτή την σχέση:

"Διάλε τσ' αποθαμένους του, τον παλιοθραψιανιώτη,
που κάνει τα σταμνιά βαρά (βαριά) και καταλεί τη νιότη"

τραγουδούσαν οι κορασοπούλες της Κρήτης, όταν μετάφεραν το νερό με τα σταμνιά από μάκρυνες αποστάσεις, παρακαλώντας τους Θραψανιώτες να φτιάχνουν τα σταμνιά ελαφριά, ενώ οι φρεσκοπαντρεμένοι στο χωριό τα έβαζαν με την τύχη τους τραγουδώντας:

"Ως κι αν εψηλοπέτουνα να παντρευτώ στη χώρα
στο Θραψανό παντρεύτηκα και κοπανίζω χώμα".


Ο φόβος για να μην σπάσουν τα πιθάρια στους τοίχους κατά την μεταφορά τους, πάνω στα ζωντανά και μέσα από τα στενά σοκάκια τότε των χωριών, δημιούργησε την παροιμιώδη φράση:

"Όλοι, φοβούνται το Θεό και οι Θραψανιώτες τον τοίχο"

Σχετική με την αγγειοπλαστική είναι επίσης η παροιμιώδης φράση που χρησιμοποιείται ακόμα και σήμερα όταν οι Θραψανιώτες αποφασίζουν για κάτι και δεν σηκώνουν αμφισβήτηση ή περαιτέρω κουβέντα:

"ο Θραψανιώτης κολλά όπου θέλει το αυτί"

Τα παλαιότερα χρόνια και συγκεκριμένα μέχρι και τo τέλος της δεκαετίας του 40 οι περισσότεροι κάτοικοι το καλοκαίρι είχαν σαν κύρια ασχολία την αγγειοπλαστική και την ασκούσαν με την μορφή της βεντέμας.
Το ποσοστό των κατοίκων που ασχολούνταν με την βεντέμα μειωνόταν συνέχεια ενώ οι βεντέμες σταμάτησαν στα τέλη της δεκαετίας του 60.
Εχουμε πλέον την δημιουργία μόνιμων εργαστηρίων γύρω απο το χωριό ενώ την τελευταία δεκαετία η αγγειοπλαστική έχει αναπτυχθεί ακόμα περισσότερο και αποτελεί την βασική ασχολία για αρκετούς κατοίκους.
Σήμερα μπορούμε να πούμε ότι η αγγειοπλαστική με τα σύγχρονα εργαστήρια και την μεγάλη παραγωγή που επιτελούν, αποτελεί έναν από τους κύριους οικονομικούς μοχλούς ανάπτυξης του χωριού, διατηρώντας παράλληλα την παράδοση και την ιστορική ταυτότητά του.


Travel Kit


ͺ «Στο laptop, το φιλμ «Εl Greco» σε DVD.

ͺ Στο σακ βουαγιάζ, το βιβλίο «Ελ Γκρέκο Ο Ζωγράφος του Θεού» του Δημήτρη Σιατόπουλου (Καστανιώτης) στο οποίο βασίστηκε το σενάριο.

ͺ Στο iPod, το soundrack «Vangelis " El Greco» για βόλτες στην πόλη με Λουδοβίκο, Ψαραντώνη κι όχι μόνο.

ͺ Ανά χείρας, χάρτης της πόλης και το έντυπο «Τα Τείχη του Χάνδακα» του Γραφείου Παλιάς Πόλης Δήμου Ηρακλείου.

ͺ Καλή διάθεση και πολλά χαμόγελα για να συναντήσετε τους φιλόξενους Θραψανιώτες.

23/5/08

Σας άφησα μήνυμα...

Τριανταένα Χαϊκού

Κρυφό μου σώμα
τα μυστικά σου μόνος
εγώ τα ξέρω.


Όταν χορεύει
σηκώνει τη φούστα της
να ιδώ την ελιά.


Πάλι το δρόμο
γυμνή στο παράθυρο
κρυφοκοιτάζει.

Κάπου στ΄ όνειρο
σ΄ άκουγα πουλάρι μου
να χλιμιντρίζεις.

Στις τρεις τη νύχτα
το γκαρσόνι μάς πήρε
τα δυο ποτήρια.

Πάνω στ' αμόνι
μενεξ
ές το σίδερο
του μπαλκονιού της.

Δυο μάτια σπαθιά
σκίζαν τα βλέφαρά του
κι έμενε γυμνή.

Τρεις φίλοι παίζαν
στα ζάρια το φιλί της.
Κι άλλος το πήρε.

Κούμαρο μέλι
κι ο κότσυφας
άπληστος
ο κερομύτης.

Όταν κοιτάζει
στου πηγαδιού το βάθος
βλέπει τον τράγο.

Δες! Δυο κουνούπια
στο καψούλι της βόμπας
κάνουν έρωτα.

Πέθαινα λέει
και πάνω στο σώμα μου
έφεγγε η αυλή.

Να θέλ
ω κι άλλο
κι άλλο ακόμη. Κι εσύ
να μη μου δίνεις.

Μέρα και νύχτα
με σκοινί αόρατο
κάποιος μας δένει.

Σπουργίτης φονιάς
σκοτώνει τον τζίτζιρα
κι αυτός τραγουδάει.

Σταυροί στην πλαγιά
κι η θάλασσα πιο κάτω
λάμπει στον ήλιο.

Άκουγα κουπιά
χωρίς να βλ
έπω βάρκα
μέσα στο πούσι.


Θάλασσα χλωμή.
Με την ψόφια ουρά της
παίζουν τα παιδιά.

Βαθιά στη λάσπη
αυλακιές από ρόδες
και φύλλα ξερά.

Πίσω απ΄ τα βουνά
κάποιοι βγαίνουν τα βράδια
και μας κοιτάζουν.

Μικρό καράβι
στο μπουκ
άλι κλεισμένο
πού αρμενίζεις;

Νεκρός κι ο Έκτωρ.
Τρομάζει τον Όμηρο
η αναίρεσή του.

Ώχου κι απόψε
δε γλιτώνεις το ξύλο
Καραγκιόζη μου.

Είναι οι λέξεις
στο
ψ της Ιλιάδας
ή τα τσεκούρια;

Είπε ο Ζήνων:
«Ουκ άρα έστιν ο τόπος».
Λες να ΄ναι αλήθεια;

Γελάει ο λύκος.
Κάτι τού ψιθύρισε
στ΄ αυτί το αρνάκι.

Άνθη μυγδαλιάς
πέφτουνε στον ύπν
ο μου.
Ποια με φίλησε;

Φτωχό κόκαλο
στην άμμο της ερήμου
με τόσο ύφος.

Το ένα σου μάτι
στο ποίημα Ω και τ΄ άλλο
να σε δικάζει.

Ακίνητοι. Σαν
να φωτογραφήθηκε
η Γη για πάντα.

Όλοι χωράμε
οι ζ
ωντανοί κι οι νεκροί
σ΄ ένα ποίημα.

Ένα ποίημα του
Γιώργη Παυλόπουλου