27/8/08

Ας θυμηθώ... για να ξεχάσω...


Πέρισυ τέτοιες μέρες ήταν... Αύγουστος με μια ζέστη αφόρητη στη θεσσαλονίκη. Με την Έρη μέσα στη γρίνια και τη μουρμούρα... 'Ηθελε να φύγει για Βόρειο Πόλο, να καθήσει εκεί μέχρι να μπει ο χειμώνας. Εμείς το διασκεδάζαμε, γελούσαμε κάθε φορά που την έπιανε τάση φυγής και τάση μουρμούρας. Μέχρι που μάθαμε, και μόλις ξεκινούσε την προλαβαίναμε και λέγαμε...«Ναι ναι ξέρουμε... στον Βόρειο Πόλο!»


Καθόμασταν στο μπαλκόνι ένα βράδυ και αφού κόντεψε να μας τρελάνει, αποφασίσαμε να πάμε κάπου κόντα. Το πρόβλημα ήταν τα 2 ζωντανά μας. Ο πιο κοντινός προορισμός λίγο πριν το Μαρμαρά στη Χαλκιδική. Στον κ. Χρήστο, εκεί που πάμε χρόνια τώρα. Το πρόβλημα ήταν τα ζώα... απαγόρευε αυστηρά τα ζώα ο κ. Χρήστος. Τσεκουράτα, ως πρώην στρατιωτικός. Το μόνο ζώο στα τόσα χρόνια που είχε δεχτεί ήταν ο Μήτσος. Στην αρχή του έβαλε μια φωνή, του είπε να είναι φρόνιμος και μην τυχόν και κάνει καμμιά παγαποντιά, και μετά κοίταξε αυστηρά κι εμάς.... Την άλλη μέρα πολύ πρωί, τον βρήκαμε στην αυλή να παίζει με τον Μήτσο!

Μόλις μας αντιλήφθηκε, πήρε πάλι το ύφος το σοβαρό...


Εκεί λοιπόν θα πηγαίναμε. Θα αφήναμε την Κουκουβίτσα στον Αλέκο - ο τρελοκτηνίατρος μας στη θεσσαλονίκη - και θα πέρναμε μόνο το Μήτσο μαζί μας. Του τηλεφωνήσαμε και κλείσαμε δωμάτιο. Του δώσαμε ραντεβού για την άλλη μέρα, αλλά τον ενημερώσαμε ότι θα φτάναμε πολύ αργά το βράδυ. «Θα σας έχω το φως έξω από τα δωμάτιο σας αναμμένο» είπε, για να ξέρετε που θα μπείτε. Ε, και δίπλα θα βάλω άντρες, το πολύ πολύ και λάθος να κάνετε...», χωρατατζής ο κ. Χρήστος. Κάθε χρόνο μας έβαζε δίπλα σε άντρες. Μια χρονιά μόνο που κατάλαβε ότι δεν ήταν και πολύ φανατικοί είπε πως θα μας αλλάξει δωμάτιο. Και μας έβαλε δίπλα του. Να μας προσέχει...


Γελούσαμε με όλα αυτά. Εκείνος μας κοίταζε άγρια, αλλά ποιος τον φοβόταν... σκυλί που γαυγίζει...


Ξεκινήσαμε την επόμενη αργά το βράδυ. Περασμένα μεσάνυχτα γιατί άλλη ώρα η Έρη δεν έβγαινε έξω. Για να οδηγήσει δεν το συζητάμε... ποιος την άκουγε μετά... Είμασταν τέσσερις τρελές, με ρούχα θαλάσσης, παγωμένους φραπέδες στο χέρι, ανοιχτά παράθυρα - δόξα το θεό είχε λίγη δροσιά όπως το αμάξι έτρεχε - με μουσική και πολύ κέφι. Στο δρόμο τραγουδούσαμε λες και μας πήγαιναν κατασκήνωση, τέτοια τρελή χαρά!

Μόνο ο Μήτσος νιαούριζε... ως συνήθως...Πέσαμε θυμάμαι και σε ένα μπλόκο στην Χαλκιδική. Οι μισές φτιαχνόταν να τις δουν ωραίες οι αστυνομικοί, οι άλλες μισές μάζευαν τους φραπέδες και βάζαν ζώνη... χωρίς σχόλια...! Στο τέλος οι άνθρωποι από αυτά κι απ' αυτά κάνουν τα κορόιδα και δεν λένε τίποτα.

Φτάσαμε κατά τις 3 στο συγκρότημα. Ησυχία απόλυτη... όλοι κοιμόταν. Η Έρη έδωσε το σύνθημα... « Σαν τις γάτες τώρα... » και κατευθυνθήκαμε προς το φως.


Αφού τακτοποιήσαμε τα πράγματα μας και διαλέξαμε κρεβάτια, εμένα πάλι στην κουκέτα με τη Φανή απ' πάνω, γιατί τι φταίω ; είπαμε να βγούμε στον κήπο να απολαύσουμε τη δροσούλα. Τελευταία βγήκε η Φανή...


Ήταν υπέροχα εκείνη την ώρα στον Μαρμαρά. Ησυχία, γαλήνη, να ακούς το κυμάτακι και να απολαμβάνεις το φεγγάρι. Και τον καφέ... ναι ναι ακόμη κι εκείνη την ώρα. Κάποια στιγμή κάτι πήγε να πάρει η Μαρία από το δωμάτιο και... γύρισε πανικόβλητη.

« Φανή, πες μου ότι δεν άφησες το κλειδί μέσα... » είπε η Μαρία με ένα ύφος πανικού. Η Φανή που δεν πολυκατάλαβε απάντησε ότι απλά έκλεισε την πόρτα.


Ωιμέ... και τρις αλί... τα νεύρα μου! Τη Φάνη θα την πνίξω και δεν θα το γλυτώσει. Γιατί προτιμότερο είναι να την έχεις πάνω από το κρεβάτι σου κοιμισμένη, παρά ξύπνια και στον κήπο.


Μετά το πρώτο σοκ όλων μας, κάναμε συμβούλιο για το τι θα κάνουμε. Η Έρη μας απέκλεισε το ενδεχόμενο να πάει να ξυπνήσει τον κ Χρήστο. Δεν μας έφταιγε είπε ο άνθρωπος αν εμείς δεν έχουμε μυαλό. Ξαφνικά η κούραση έγινε έντονη. Και να ήταν μόνο αυτό... Έκανε και κρύο! Ναι κρύο!

Είμασταν όλες μαζεμένες πάνω στις κούνιες. Ευτυχώς ξέραμε που θα βρούμε αντιανεμικά μπουφάν. Τα είχε στο κιόσκι ο κ Χρήστος για τα ξαφνικά μπουρίνια.

Έτσι με κουβέντα και με ιδέες για το πως θα τιμωρήσουμε την επόμενη τη Φανή μας βρήκε ο Μορφέας....

« Βρε βρε ζεσταθήκατε μέσα και κοιμηθήκατε στον κήπο;» H δυνατή φωνή του κ Χρήστου και το πρωινό του ανέκδοτο μας ξύπνησαν. Με ένα μάτι τον κοίταξα και μου χαμογελάσε. «Τι έγινε πουλάκι μου μου είπε κάψωσες;» H Φανή.... του απάντησα, άφησε το κλειδί μέσα στο δωμάτιο...


«Καλά και γιατί δεν με ξυπνήσατε; Kαι μείνατε όλο το βράδυ έξω; Είσαστε καλά;;;;;»

Μωρέ, εμείς καλά είμαστε, εσείς αν σας ξυπνούσαμε δεν ξέρω πως θα είσασταν....

Μετά τον εξάψαλμο μας άνοιξε την πόρτα και επιτέλους... τα κρεβατάκια μας! Δεύτερος γύρος ύπνου!

Ξύπνησα τελευταία. Έβλεπα ωραία όνειρα φαίνεται. Τα κορίτσια έπιναν τον απογευματινό τους καφέ. Ο κήπος γεμάτος παιδιά που έπαιζαν αλλά και γονείς που απολάμβαναν κι εκείνοι τη δροσιά. Έτσι είναι εδώ... σαν μια μεγάλη οικόγενεια. Όλοι μια παρέα. Ο κ Χρήστος φάνηκε κάποια στιγμή και είπε να στην Έρη να φροντίσουν να πάρουν κρέατα πριν κλείσουν τα μαγαζιά. Μετά μιλούσε με τον κόσμο στην αυλή. Κάποια κυρία τον ρώτησε «θα ψήσετε;» Κι εκείνος απάντησε, ναι βέβαια για τα κορίτσια μου κι εκείνον τον μούργο το Μήτσο... Η κυρία έμεινε να τον κοιτάζει!


Με το που έδυε ο ήλιος και η ζέστη ήταν πιο υποφερτή ανάψαμε τη φωτιά. Ο κ Χρήστος και η Έρη επί του ψησίματος. Οι υπόλοιπες καφέ, καφέ καφέ και κουβεντούλα. Είχε ηρεμήσει και η Φανή που ήταν στεναχωρημένη μετά την πατάτα που είχε κάνει και κελαηδούσε πάλι. Δεν θυμάμαι να πω πως έγινε, πότε έγινε αλλά σε κάποια στιγμή ήταν μαζεμένος όλος ο κόσμος στο τραπέζι. Είχαμε γίνει και πάλι μια παρέα. Ψητά, καλό και παγωμένο κρασί, πειράγματα, αστεία και κουβεντούλα. Για κακή μου τύχη καθόταν πάλι η Φανή δίπλα μου... Μιλούσα με μια κυρία και συζητούσαμε για τις σπουδές μου. Της έλεγα ότι είμαι στο τμήμα Θεσσαλονίκης, μέχρι που πετάχτηκε η Φανή και επέμενε ότι μόνο Πάτρα έχει τμήματα. Απάντησα ότι μάλλον είμαι χαζή και δεν ξέρω που σπουδάζω ενώ η Έρη η Μαρία και ο κ Χρήστος που με ξέρουν καλύτερα γελούσαν κάτω από τις μύτες τους. Το βράδυ θα της έκανα πυροφάνι της Φανής... ναι ναι ναι .... δεν την γλύτωνε!


Η βραδυά κυλούσε όμορφα. Είχε πάει 3 και κανείς δεν έλεγε να σηκωθεί. Πρώτος μας καληνύχτισε ο κ Χρήστος. Μας είπε να είμαστε φρόνιμοι, να μην ακούσει «κιχ» - εκεί γελάσαμε όλοι - και έφυγε με ένα πλατύ χαμόγελο. Για όσους μείναμε η συνέχεια είχε παγωτό με φρούτα και σιρόπι... μμμμμ... Ιδανικό για το ξημέρωμα αρκεί να συνοδεύεται με κουβέρτα!

Πήγαμε για ύπνο νωρίς το πρωί...


Την άλλη μέρα με το καλημέρα σας, και παρόλο που κοιμηθήκαμε αργά ξυπνήσαμε σε λογική ώρα, ετοιμάσαμε καφέ και φύγαμε για τη θάλασσα. Τη δική μας θάλασσα, όπου ο κ Χρήστος έχει φροντισμένη. Μέχρι και διάδρομο μέσα στα νερά μας είχε κάνει να μην πονάνε τα πόδια μας από το βότσαλο... Τι άλλο θέλαμε; Με τις σαιζλόγκ μας, τις ομπρέλες μας, και δίχως κανέναν ξένο, παρά μόνο οι άνθρωποι του σπιτιού, την απολαύσαμε.

Τα παιδιά έπαιζαν και τσαλαβουτούσαν μέσα στα καθαρά νερά, το ίδιο κι εμείς και μετά κάτω από τις σκιές των πολύχρωμων ομπρελίνων συζητήσεις επί συζητήσεων.


Φύγαμε μόνο όταν έδυσε ο ήλιος... κι αφού είχαμε γίνει σαν ξεροψημένα φρατζολάκια όλες. Το βράδυ δεν θα πω τι γινόταν από γρίνια στον κήπο... όλες καψαλισμένες, υπέφεραν...Έτσι όμορφα πέρασαν τρεις μέρες και ήρθε η ώρα να ξυπνήσουμε από το όνειρο. Η επιστροφή.... Για κακή μας τύχη αν και η Έρη είπε να ξεκινησούμε μεσημέρι γιατί δεν θα είχε κίνηση, πηγαίναμε σημειωτόν!


Τα συνηθισμένα της Χαλκιδικής! Μάλλον την ίδια σκέψη είχαν κάνει και όλοι οι άλλοι οδηγοί, αλλά την πάτησαν όπως κι εμείς.


Η Έρη είχε βάλει μουσική και τραγουδούσε... ενώ κάπου κάπου μας φώναζε....«Βρε για Βόρειο Πόλο είμαστε σας λέω...»

εμείς χαμογελούσαμε...

Δεν υπάρχουν σχόλια: