31/3/09

Στην Έδεσσα των καταρραχτών


Είχαμε καιρό να βρεθούμε έτσι με τα παιδιά. Να μιλήσουμε, να θυμηθούμε τα παλιά, να γελάσουμε αλλά και να δακρύσουμε. Ανθρώπινες σχέσεις ζωής. Κομμάτια δυνατά, που κρατάνε πολλά χρόνια τώρα. Το βράδυ πέρασε πολύ γρήγορα, όπως συμβαίνει πάντα όταν περνάς κάπου όμορφα. Η Σοφία και ο Σάκης, μαζί και η Νίκη, η κόρη τους που περιμένει το πρώτο της παιδί. Η Σοφία, με ξέρει από μωρό παιδί. Πολλά καλοκαίρια έμενα στο σπίτι της μητέρας της. Σε μια υπέροχη μονοκατοικία με κήπο. Η μαμά της μου είχε φυλαγμένο πάντα το πιο καλό δωμάτιο για μένα. Αυτό με τα πολλά παράθυρα. Το γεμάτο φως. Ωραία χρόνια... όμορφες αναμνήσεις.


Κοιμηθήκαμε πολύ αργά εκείνο το βράδυ. Μάλλον δεν είχε διάθεση κανένας μας να πάει για ύπνο, αλλά έπρεπε. Η επόμενη είχε πρωινό εγερτήριο πολύ νωρίς. Επτά το πρωί όλοι είμασταν στο πόδι. Εκτός από τη Νικούλα. Κοιμόταν του καλού καιρού, σαν αγγελούδι. Και καλά έκανε. Δεν υπήρχε κανένας λόγος να σηκωθεί από τα άγρια χαράματα. Η Νικούλα είναι πολύ πιτσίρικα. Μόλις 22 ετών. Γέλασε με την καρδιά της όταν της είπα ... το μωρό περιμένει μωρό! Η αλήθεια είναι ότι μαζί θα μεγαλώσουν. Και είναι όμορφο αυτό. Κοιτάζοντας από το μπαλκόνι βλέπεις ένα καταπράσινο πάρκο. Χάνεται το μάτι σου κάτω στον κάμπο. Ο καιρός παραμένει μουτρωμένος και κάνει κρύο, αλλά αυτά πια εδώ τα έχουμε συνηθίσει. Ντυθήκαμε ζεστά και ξεκινήσαμε.


Νομίζω ότι η πιο όμορφη γωνιά της πόλης, πέρα από τους καταρράκτες είναι τούτη δω. Η γειτονιά που μένει η Σοφία. Και την γνωρίζω πολύ καλά αυτή τη γειτονιά. Δίπλα ακριβώς βρίσκεται ο Βράχος. Ένα από τα πιο παλιά καφέ της πόλης, που κρέμεται κυριολεκτικά πάνω σε έναν πανήψυλο βράχο. Κάτω, απλώνεται ο κάμπος μέχρι τη θεσσαλονίκη. Ένα πολύ όμορφο θέαμα που μπορείς να απολαύσεις με τον καφέ.


Η γειτονιά τούτη, δεν έχασε το χρώμα της. Κρατάει ακόμη πεισματικά το στυλ της. Σπιτάκια καθαρά, περιποιημένα, να χαίρεσαι να τα χαζεύεις. Κήποι γεμάτοι λουλούδια, με πολλά πολλά τριαντάφυλλα. Τεράστια φυτά σαν δέντρα, μιας και τα νερά βοηθούν στην πρόοδο τους. Τα έχω περπατήσει πολύ αυτά τα δρομάκια. Έχω παίξει, έχω κλάψει γιατί έπεσα και χτύπησα, έχω γελάσει. Καλοκαίρια τόσο όμορφα που δεν μπορείς να τα ξεχάσεις ποτέ.


Χαίρομαι τους ανθρώπους που σέβονται αυτά που βρήκαν από τους γονείς και τους παππούδες τους. Τους ανθρώπους που σέβονται τις ρίζες τους. Και αυτά τα σπίτια εδώ, μαρτυρούν ότι υπάρχουν πολλοί στην πόλη αυτή. Δεν τα γκρέμισαν, αλλά τα ανακαίνησαν και ζούνε ποιοτικά. Όχι κλεισμένοι σε κλουβιά πολυκατοικιών. Η ποιότητα ζωής δεν έχει να κάνει με το λούσο και το μοντέρνο. Μάλλον οι παππούδες μας ήξεραν καλύτερα να ζούνε απ' ότι εμείς σήμερα. Με λίγα πράγματα ήταν ευτυχισμένοι. Εμείς έχουμε τα πάντα και το χαμόγελο μας βγαίνει δύσκολα.


Η Έδεσσα είναι πνιγμένη στο πράσινο. Παντού, όπου και να κοιτάξεις θα το δεις. Ακόμη και πάνω στις πέτρες. Τώρα που μπαίνει η άνοιξη, μεταμορφώνεται σε μια πόλη παραδεισένια. Περπατάς στους δρόμους της και νιώθεις να χαλαρώνεις. Παντού, σε κάθε σοκάκι σε κάθε δρόμο της, ηχεί το κελάρισμα των νερών. Κι ένα δροσερό αεράκι σε ακολουθεί όπου κι αν πας.


Φυσικά δε χρειάζεται να πω πως είμαι τούτες τις ώρες. Τα έχουμε πει αυτά. Κοντά σε νερά γίνομαι άλλος άνθρωπος. Αλλάζει κάτι μέσα μου αυτόματα. Αυτός ο ήχος του νερού που κυλάει, αυτές οι εικόνες με τρελαίνουν. Το νερό εξημερώνει. Είναι σαν την μουσική. Έχει ήχους. Νότες. Διέσεις και σολφέζ. Ακούγεται πότε δυνατό και πότε γαλήνια. Και συνεχώς κινείται. Αυτό είναι ένα άλλο μαγικό του στοιχείο. Ποτέ δε μένει ακίνητο. Ποτέ...


Ακόμη και τα μαγαζιά τους εδώ είναι απίστευτα. Καθαρά, με μεράκι φτιαγμένα. Γεμάτα πράσινο, λουλούδια. Το συγκεκριμένο μου έκανε εντύπωση γιατί στον πελώριο κήπο του έχει εκατοντάδες πυθάρια. Σε διάφορα σχήματα. Μικρά, μεγάλα, πλατιά, στενά. Σπάνια εδώ στα βόρεια συναντάς πυθάρια. Κάθε φορά που τα συναντούμε τα χαζεύουμε και τα θαυμάζουμε.


Τα καλοκαίρια στην Έδεσσα, την πόλη των καταρραχτών, είναι όλα παραμυθένια. Νομίζεις ότι βρίσκεσαι μέσα στο δάσος και ξαφνικά από κάποια γωνιά θα πεταχτεί κάποια νεράιδα, ή κανένα παράξενο πλάσμα μικροσκοπικό. Δε σου δίνει την αίσθηση ότι βρίσκεσαι σε πόλη, αλλά σου αφήνει την σφραγίδα του ανέμελου και του ονειρικού.


Κάτι άλλο που παρατήσα, είναι πως η πόλη είναι καθαρή. Σε αντίθεση με την Κοζάνη, οι αυλές, τα σπίτια ακόμη και οι δρόμοι αστράφτουν. Κι αυτό είναι ένα ακόμη δείγμα του ότι οι άνθρωποι της Έδεσσας είναι μερακλήδες και πολιτισμένοι. Ασφαλώς και θα υπάρχουν σκουπίδια σε κάποια γωνιά, αλλά η γενική αίσθηση που σου αφήνει είναι κάτι από φρεσκάδα.


Το δάσος τυλίγει την πόλη ολόκληρη και το βλέπεις από παντού. Καταπράσινα τα δέντρα πια. Ευτυχώς τούτα τα μέρη δεν κάηκαν. Έμειναν ανέγγιχτα από άρρωστες οικοδομικές ορέξεις. Τα μοναδικά κτίσματα που βλέπεις πάνω στο λόφο, είναι σπιτάκια που έχουν σαν εξοχικά. Κομμάτια γης που οι ντόπιοι κληρονόμησαν και σουλούπωσαν τα παλιά καλύβια. Φτιαγμένα όμως κι αυτά με σεβασμό προς την φύση. Δε θα δεις τερατουργήματα εδώ. Βίλλες και τεράστια αγάλματα αρχαίων θεών σε κήπους. Εδώ θα συναντήσεις λιτές αυλίτσες, με ταπεινά λουλουδάκια. Και ανθρώπους χαμογελαστούς.


Τα έλατα, τα κυπαρίσσια, οι ελιές, μπερδεμένα στους δρόμους σε ξεκουράζουν. Ηρεμούν και γαληνεύουν το είναι σου. Δεν σου κάνει καρδιά να κλειστείς σε σπίτι. Θέλεις να τριγυρνάς όλη μέρα σε τούτους τους όμορφους δρόμους. Πρωινό Κυριακής. Κοντεύει οχτώ και μισή και στους δρόμους δεν συναντήσαμε ψυχή. Κανένα αυτοκίνητο. Τίποτα. Ο κόσμος ακόμη κοιμάται μιας και είναι αργία. Κυριακή γιορτή...


Τεράστια δέντρα, πολλών χρόνων στέκουν αγέρωχα δίπλα στα κανάλια. Πνιγμένα στον κισσό. Μοιάζουν να θέλουν να ακουμπήσουν τον ουρανό, τόσο ψηλά που είναι. Κάνει ψύχρα και έχε υγρασία, αλλά μπροστά στις τόσες όμορφες εικόνες αυτό το παραβλέπεις. Άλλωστε είναι ώρα για έναν καφέ.


Τον είπια στον σταθμό μιας και είμασταν δίπλα. Είναι όμορφα εδώ. Παραδοσιακά. Και ήσυχα. Αν και έχει λίγο κόσμο αυτό δεν με ενόχλησε καθόλου. Με τις σημειώσεις μου, το καφεδάκι μου και μια απίστευτη ηρεμία πήρα δύναμη για να ξαναβγώ έξω και να περπάτησω κι άλλο στην πόλη.


Με τις εκκλησίες έχω πάθος. Βέβαια προτιμώ τα μικρά παρεκκλήσια πάνω σε βουνά ή τις παλιές εκκλησίες αλλά μιας και βρέθηκα εδώ δεν μπόρεσα να αντισταθώ και να μην την φωτογραφίσω. Πράσινο, πράσινο παντού. Και το κεραμιδί τούβλο με το οποίο είναι χτισμένη κάνει μια όμορφη αντίθεση. Ζεστά χρώματα, γήινα.


Με περιποιημένους κήπους και πολλά λουλούδια. Μια όαση του θεού, όποιος κι αν είναι αυτός, κοντά μας. Έξω από την εκκλησία παιδάκια με σκισμένα ρούχα. Που περιμένουν να τελειώσει το εκκλησίασμα και να τα σπλαχνιστούν οι καλοί χριστιανοί. Με πονάνε αυτές οι εικόνες. Και κάτι τέτοιες ώρες, σκέφτομαι αν είναι πιο σοβαρό το πρόβλημα της επιβίωσης της φώκιας ή τούτα τα πλάσματα που η ζωή ήταν άδικη μαζί τους.


Μέσα στον οίκο του Θεού, κυράδες με τα καλά τους και τα κρεμασμένα μαργαριτάρια τους. Έξω στην αυλή το πρόσωπο της φτώχειας, της πείνας και της απογοήτευσης. Τελώνες και φαρισαίοι παντού και πάντα... Πείνα και χλιδή τόσο κοντά, μα και τόσο μακρυά...


Τα προσπέρασα. Δε θέλω να τα βλέπω. Και ντρέπομαι. Ντρέπομαι που λέγομαι άνθρωπος. Που είμαι τόσο μα τόσο αδύναμη και δεν μπορώ να κάνω κάτι για αυτά τα παιδιά. Τους γονείς τους δεν τους λυπάμαι. Τα παιδιά όμως μου ραγίζουν την καρδιά. Συνεχίζω την βόλτα μου...


Ένα όμορφο βιτρώ στα πλαινά της εκκλησίας. Φωτισμένο. Γεμάτο χρώμα. Κι ένα μεγαλόπρεπο κυπαρίσσι που κάνει την εικόνα ακόμη πιο επιβλητική. Στο εσωτερικό της εκκλησίας, που φυσικά δεν φωτογράφησα γιατί πιστεύω θα με λιθοβολούσαν, όμορφα καντηλέρια και μια εικόνα κατάνυξης. Μου αρέσει αυτό το σκοτεινό των εκκλησιών που το φωτίζουν τα πολλά αναμμένα κεράκια.


Η πίστη είναι υπόθεση του καθένος. Σεβαστές όλες οι απόψεις. Τελευταία έζησα από κοντά το πόσο ψεύτικοι είναι όλοι οι εκπρόσωποι του Θεού. Όχι ότι δεν το γνώριζα βέβαια, αλλά όταν το ζεις είναι διαφορετικά. Ο άνθρωπος προσάρμοσε την ανάγκη για έναν θεό στα δικά του μέτρα και σταθμά. Του έφτιαξε σπίτι, το στολίζει. Κάποιες φορές το παραφορτώνει τόσο πολύ που γίνεται κιτς. Αυτά τον ικανοποιούν. Τι να πω...


Στο προαύλιο της εκκλησίας μια πολύ όμορφη βρύση. Πετρόχτιστη με γοητευτικές εσοχές για τα λαγίνια της. Είδα να σκύβει ο κόσμος και να πίνει νερό. Κρατώντας με το ένα χέρι το αντίδωρο. Πρόσωπα ήρεμα. Ο λόγος του Κυρίου πάντα φοβίζει το μέσα μας...


Μια όμορφη μαρμάρινη επιγραφή πάνω από τον κρουνό με σκαλισμένα δύο παγώνια. Από πάνω γράφει, ο διψασμένος έρχεται σε μένα και πίνει. Τη βρύση εννοεί...;


O καιρός δε λέει να ανοίξει. Μουντός, σκοτεινός. Όσο η ώρα περνάει τόσο πιο πολύ ψυχραίνει η ατμόσφαιρα. Και μπαίνουμε στον Απρίλη. Ποιος να το λέγε ότι ο χειμώνας φέτος θα τραβούσε τόσο πολύ. Ελπίζω να το πάρει απόφαση κάποια στιγμή, ότι θα πρέπει να φύγει.


Παρόλα αυτά, ο κόσμος φαίνεται να έχει διαφορετική γνώμη. Βιάζεται να φέρει την άνοιξη στα μπαλκόνια του, στους κήπους του στις καρδιές του. Να ζεστάνει ότι έχει παγώσει ο χειμώνας. Να αναγεννηθεί. Όχι άλλο κρύο, χιόνια και γκρίζο ουρανό. Μας έλλειψε το γαλανό χρώμα, το φως και η ελπίδα. Κι αυτά αγωνιζόμαστε να φέρουμε πάλι κοντά μας.


Όμορφη αυλίτσα. Ασπρισμένη, με τις γλάστρες στο περβάζι φορτωμένες στα λουλούδια. Η πόλη συνεχίζει να κοιμάται. Και φτάσαμε στις δέκα αισίως. Προσωπικά απολαμβάνω όλη τούτη την ηρεμία. Τέτοια ώρα στην Κοζάνη γίνεται πανικός από αυτοκίνητα και φασαρία. Είναι νόμος εκεί. Τα πρωινά της Κυριακής να πίνουν τον καφέ τους έξω και όχι στο σπίτι. Ακόμη κι αν ο καιρός είναι χάλια. Όπως το ευχαριστιέται ο καθένας.


Εδώ το μόνο που κινείται αυτή την ώρα, είναι κάποια μικρά ξεχασμένα καφενεδάκια γεμάτα παππούληδες που πίνουν το καφεδάκι τους. Με συζήτηση και καφέ περνούν ευχάριστα και ήσυχα το πρωινό αυτό της Κυριακής. Μιας Κυριακής, που σε προδιαθέτει να μείνεις μέσα.


Στο κέντρο της πόλης όλα κυλάνε επίσης αργά. Συζητώ για εφημερίδες. Με τον Πέτρο, που είχε να με δει από παιδούλα. Στο σπίτι της θείτσας Βενετίας, όπως τη φωνάζουμε. Γιατί η Βενετία είναι η θεία όλων μας. Μας μεγάλωσε, μας φρόντισε, μας έδωσε αγάπη. Μια γυναίκα με αρχοντικό παρουσιαστικό, όμορφη παρά τα χρόνια της ακόμη. Και γλυκειά. Σαν το μέλι. Σκοτώθηκε να μας περιποιηθεί. Μας αγκάλιαζε και νιώθαμε ότι είναι τόσο αληθινές οι αγκαλιές της...


Έχει ένα σπίτι που αγαπώ πολύ. Είναι από τα πολύ παλιά ντόπια σπίτια. Τετραώροφο, ναι ναι τετραώροφο αλλά στενό. Σε κάθε όροφο έκαναν και κάποια δωμάτια. Στον πρώτο έχει ακόμη κουζίνα και σαλόνι. Στον δεύτερο κρεβατοκάμαρα και μπάνιο. Στον τρίτο τα δωμάτια των τριών παληκαριών της. Του Πέτρου και των άλλων δύο που έχασε νωρίς.


Στη θείτσα Βενετία, είπιαμε κι άλλον καφέ και γευτήκαμε το πεντανόστιμο γλυκό κερασάκι που κάνει μόνη της. Όπως παλιά... Είπαμε ένα σωρό πράγματα. Παλιά, καινούργια. Ότι κενά είχαμε αφήσει από χρόνια, τα συμπληρώσαμε. Χάρηκα πάρα πολύ που είδα αυτούς τους ανθρώπους, μα με έπιασε και μια μελαγχολία. Έτσι δίχως να το καταλάβω. Στα ξαφνικά... γι αυτό και έβγαλα τους λαχταριστούς τούτους μπεζέδες. Να γλυκάνει λίγο τούτη η εγγραφή...


Παρατήρησα πολλά πράγματα που μου έκαναν εντύπωση στην Έδεσσα. Μιλώντας με τον Πέτρο, που κρατά την μεγαλύτερη σε κυκλοφορία εφημερίδα της πόλης διαπίστωσα πόσο καλή δουλειά κάνουν. Όχι όπως συνήθως με τούτες τις εφημερίδες. Που τυπώνουν δύο φύλλα και προσπαθούν εκεί μέσα να στριμώξουν όλα όσα γίνονται. Πολλά φύλλα η εφημερίδα, καλογραμμένη και με θέματα δυνατά.


Την έχει πολλά χρόνια ο Πέτρος. Παρόλο που η δουλειά του είναι πολιτικός Μηχανικός κι αυτό έχει σπουδάσει στη Γαλλία, δεν την αφήνει την εφημερίδα του. Είναι μικρόβιο παιδί μου... αν σε χτυπήσει μένει ανίατο για μια ζωή. Καλά κάνει όμως. Τέτοια μικρόβια είναι δημιουργικά. Κάνουν το μυαλό να δουλεύει με περισσότερες στροφές.


Ο Δήμαρχος και ο Νομάρχης της πόλης έχουν κάνει πολύ καλή δουλειά. Σε έναν τόσο μικρό τόπο, παρόλο που κανείς δεν βοηθά, κατάφεραν να δώσουν ζωντάνια. Να γίνει η Έδεσσα μια πόλη ενεργή αξιοποιώντας τις ομορφιές της. Όλόκληρο το χρόνο έρχεται κόσμος για να θαυμάσει τους μοναδικούς της καταρράχτες, και όχι μόνο από Ελλάδα. Τα τελευταία χρόνια η οργάνωση ήταν τόσο καλή που έρχονται και από το εξωτερικό.


Να ζούμε σε έναν τόσο όμορφο τόπο και να μην είμαστε ικανοί να τον κρατήσουμε ζωντανό. Το κομμάτι τουρισμός που θα έπρεπε να θρέφει ολόκληρη την Ελλάδα, ψυχοραγεί. Προχωράς μπροστά, όχι ισοπεδώντας και χαλώντας. Αλλά με σεβασμό σε ότι κληροδοτήσαμε και με πρόγραμμα.


Ψιλά γράμματα όλα αυτά για τούτον τον τόπο. Και όπου υπάρχει πρόοδος και ευημερία οφείλεται μόνο και μόνο στις προσπάθειες απλών ανθρώπων. Γιατί υπάρχουν και άνθρωποι με τσαγανό και φιλότιμο. Που αγωνίζονται για να πάει μπροστά τούτη η ψωροκώσταινα. Πάλι με χρόνια με καιρούς...


Έχει μεσημεριάσει. Στις τέσσερις πρέπει να είμαστε στο σταθμό. Αποχαιρετούμε όλον αυτόν τον κόσμο που μας περίμενε , μας άνοιξε τα σπίτια του και μας έδειξε την αγάπη του. Με την υπόσχεση ότι σύντομα θα ξανάρθουμε. Μόλις ανοίξει ο καιρός. Μόλις μπει η άνοιξη.


(συνεχίζεται...)

Απρόοπτη συνάντηση


Το τρένο στάματησε στο Αμύνταιο. Εκεί θα περίμενε τη γραμμή της Φλώρινας, θα κολλούσαν τα βαγόνια και θα συνεχίζαμε. Δέκα λεπτά στάση και το σκεφτόμουν να κατέβω για τσιγάρο. Έξω έκανε κρύο. Χάζευα από το παράθυρο και ξαφνικά... δεν είναι δυνατόν! Είδα έναν γνωστό μας. Ο Σίμος δουλεύει εδώ, είναι σταθμάρχης. Δεν ήξερα βέβαια ότι έχει απόψε βάρδια αλλά μόλις τον είδα και μας είδε έφυγα σφαίρα έξω. Μπήκαμε μέσα στο σταθμό που είχε ζέστη και τα είπαμε. Χάρηκε και χαρήκαμε που τον συναντήσαμε. Είχα να τον συναντήσω από τις απόκριες.


Τον έκανα άνω κάτω τον άνθρωπο. Να βάλει καπέλο, να βγει έξω, να πάρει πόζα να τον φωτογραφήσω. Αλλά ξέρω ότι εκείνος το χάρηκε. Είναι όμορφα να βλέπεις δικούς σου ανθρώπους σε κείνη την ερημιά. Οπότε χαλάλι η ταλαιπωρία. Το τρένο της Φλώρινας ήρθε, έμενε να ενώσουν τα βαγόνια και είμασταν έτοιμοι να ξεκινήσουμε.


Ο καημένος κοιτάει γεμάτος απορία... Φωτογράφιζα προς τα πέρα τους δυο σιδηροδρομικούς που μιλούσαν, και με είδαν. Με ρώτησαν χαμογελαστοί αν έχει και ήχο η μηχανή. Τους είπα όχι και είπαν γελώντας, ευτυχώς! Θα σας βάλω στο ίντερνετ, στο μπλοκ μου τους δήλωσα και μου έδωσαν την άδεια. Ανοιχτόκαρδοι άνθρωποι, με πλατύ χαμόγελο και χιούμορ. Μια χαρά τους βρίσκω τους ΟΣΕ δίτες.


Χαιρετήσαμε το Σίμο και ανεβήκαμε και πάλι στο τρένο. Σε λιγότερο από ένα μισάωρο, είχαμε φτάσει. Στο μεταξύ ειδοποιήσαμε τους φίλους μας. Μην τους έρθει και πολύ ξαφνικό. Οι χαρές που κάνανε δεν περιγράφονται. Το ταξίδι ήταν τέλειο. Φτάσαμε δίχως να το καταλάβουμε. Στο σταθμό μας περίμεναν τα παιδιά. Η συνέχεια στο σπίτι...



(συνεχίζεται...)

Ένα ταξίδι με το τρένο

Το είχαμε προγραμματισμένο από καιρό τούτο το ταξίδι, αν και λίγο έλλειψε να αναβληθεί μιας και νωρίς το πρωί του Σαββάτου μας ειδοποίησαν ότι ένας ξαδέρφος μου έπαθε έμφραγμα και ήταν στην εντατική, σε κρίσιμη κατάσταση. Φυσικά, το ταξίδι ήρθε σε δεύτερη μοίρα και το ξεχάσαμε. Το μεσημεράκι όμως, μάθαμε ότι πηγαίνει καλύτερα κι έτσι αποφασίσαμε να το κάνουμε το ταξίδι. Οι φίλοι μας από την Έδεσσα, όπου θα πηγαίναμε, στεναχωρήθηκαν όταν τους είπαμε τα νέα. Είχαν ετοιμαστεί και μας περίμεναν. Το ξέρω κι από μένα, ότι χειρότερο πράγμα από αυτό δεν υπάρχει. Να περιμένεις κάποιον, να έχεις ξεσηκωθεί και τελικά να μην έρχεται. Αποφασίσαμε να τους κάνουμε έκπληξη.Θα ξεκινούσαμε με το βραδυνό τρένο και θα τους ειδοποιούσαμε όταν θα είμασταν κοντά.


Το τρένο έφευγε στις επτά, έτσι είχαμε αρκετό χρόνο στη διάθεση μας για να ετοιμαστούμε. Φτάσαμε στην ώρα μας στο σταθμό. Είχα να κατέβω εδώ κάτω από παιδί. Από τότε που μας έφερναν εκδρομές με το σχολείο. Ωραία χρόνια! Γεμάτα όμορφες αναμνήσεις. Τον καιρό εκείνο ο σταθμός είχε πολύ κίνηση. Τα τρένα, που πήγαιναν κι ερχόταν, στα παιδικά μάτια μας φάνταζαν σαν κάτι πολύ μεγάλο και σπουδαίο. Ονειρευόμασταν πότε θα έρθει η ώρα να κάνουμε το πρώτο μας ταξίδι με ένα από αυτά.


Τα τελευταία χρόνια ο σταθμός ήταν κλειστός. Δεν ξέρω ακριβώς για ποιο λόγο, πάντως δεν υπήρχαν τρένα. Τελευταία άρχισε να ξαναλειτουργεί και πήρε ζωή και πάλι ο σταθμός. Περίμενα να δω ένα εγκαταλελειμένο τόπο, δίχως κόσμο και μου έκανε εντύπωση όταν διαπίστωσα ότι περίμεναν πολλοί άνθρωποι στο σταθμό. Φαίνεται λοιπόν ότι τα τρένα τα έχουμε σε εκτίμηση εδώ πάνω. Οικογένειες, φοιτητές αλλά και εκδρομείς περίμεναν την ώρα να επιβιβαστούν στο τρένο που φτάνει μέχρι και τον Έβρο.


Ένα μικρό σχετικά τρένο με δυο βαγόνια, που κάπου στη διαδρομή θα πρόσθεταν κι άλλα για να συνεχίσει παρακάτω. Καθώς περιμέναμε να φτάσει η ώρα να ξεκινήσουμε άκουσα έναν κύριο, που έλεγε σε κάποιον άλλον, ότι το τρένο είναι πολιτισμός. Δεν είχε άδικο. Πραγματικά τα ταξίδια με τρένο, είναι στάση ζωής. Θυμήθηκα τη Γερμανία, όπου εκατομμύρια άνθρωποι καθημερινά μετακινούνται με τις αμαξοστοιχίες. Θυμήθηκα επίσης, πόσο φοβόμουν τον πρώτο καιρό, να μην μπερδευτώ και φύγω πέρα από τη στάση που έπρεπε να κατεβώ. Γρήγορα τρένα σαν τον άνεμο. Κι όταν ακόμη δεν ξέρεις καλά τη γλώσσα και είσαι σε ξένο τόπο, έχεις μια αγωνία. Ωστόσο και τούτο δω μου αρέσει. Ας είναι μικρό.


Όλα είναι πολύ ήρεμα εδώ πέρα. Κανείς δε φαίνεται να βιάζεται. Ακόμη και ο σταθμάρχης κάθεται νωχελικά στην καρέκλα του ή σουλατσάρει και χαζεύει τον κόσμο. Όλα κυλούνε αργά. Το φως ακόμη είναι δυνατό κι ο ουρανός αλλάζει συνέχεια κουστούμια. Λες και θέλει να βρει το καλύτερο για να είναι όμορφος όταν θα έρθει η νύχτα.


Γαλανός, αλλά γεμάτος από μικρά άσπρα συνεφάκια που παίζουν κυνηγητό μεταξύ τους. Το απαλό αεράκι τα σπρώχνει απαλά και κάθε τόσο αλλάζουν μορφή. Ένα παιχνίδισμα χρωμάτων που είναι όμορφο να το χαζεύεις. Και που και που, κάποιο αεροπλάνο που σκίζει τον αιθέρα αφήνοντας το σημάδι του πάνω του.


Μια άσπρη γραμμή που κόβει τον ουρανό στην μέση και σιγά σιγά ανακατεύεται με το γαλάζιο του δίνοντας άλλες αποχρώσεις πιο ξεθωριασμένες. Τούτη την εποχή οι εναλλαγές στη φύση είναι υπέροχες. Και παρόλο που έχει κρύο ακόμη τίποτα δεν χάνει την ομορφιά του. Όλα συνθέτουν έναν πίνακα γεμάτο πινελιές άλλοτε μουντές και άλλοτε φωτεινές, ανάλογα με τον καιρό.


Η άνοιξη μάλλον, δε βιάζεται να έρθει εδώ πέρα. Το ίδιο και η μέρα, δε μοιάζει να βιάζεται καθόλου να δώσει τη θέση της στο σούρουπο. Τα σύννεφα πάιρνουν θέση αργά στον αυρανό. Μοιάζει να φούσκωσαν για τα καλά, αφήνοντας μονάχα μικρά παραθυράκια γαλάζιου. Όμορφη εικόνα.


Οι πιο παλιοί έλεγαν, ότι αν δεν λιώσουν τα χιόνια στις κορφές των βουνών, δεν έρχεται η άνοιξη. Και είναι αλήθεια αυτό, το έχω ζήσει. Τα Πιέρια είναι κάτασπρα ακόμη. Γεμάτα χιόνι. Θα πάρει αρκετό καιρό φέτος για να ζεστάνει. Ίσως να μπει και απότομα η άνοιξη, να μας κάνει κι αυτή έκπληξη. Εκεί που δεν την περιμένουμε.


Από την άλλη πλευρά ο ορίζοντας έχει γεμίσει φως και χρώματα. Κίτρινα και πορτοκαλιά που ανακατεύονται γλυκά με τα γκρίζα και τα μπλε. Ο κόσμος παρατηρεί θαμπωμένος την εικόνα. Μοιάζει απίστευτη μετά την κακοκαιρία των τελευταίων ημέρων.


Είχα πολύ καιρό να δω τόσο όμορφο τον ουρανό. Πραγματικά μετά το τόσο γκρίζο αυτό έμοιαζε με θείο δώρο. Σαν υπόσχεση ζωής. Σαν ένα μικρό θαύμα, από αυτά που συμβαίνουν συνεχώς γύρω μας και δυστυχώς δεν βλέπουμε.


Το τοπίο στο σταθμό ήταν ονειρικό. Σα να ήμασταν μέσα σε ένα παραμύθι. Λες και όλα γύρω μας τα είχε μαγέψει κάποια νεράιδα με το μαγικό της ραβδί. Τα πιτσιρίκια φώναζαν γεμάτα ενθουσιασμό και οι μεγάλοι ήταν οι πρωταγωνιστές, σε ταινία που διαδραματιζόταν μπροστά στα μάτια μου. Μια ταινία αλλοτινής εποχής.


Η ώρα για να ανέβουμε στο τρένο είχε φτάσει. Μας το ανακοίνωσαν από τα μεγάφωνα του σταθμού. Ο κόσμος άρχισε να επιβιβάζεται και να κάθεται στις θέσεις του. Βρήκαμε κι εμείς τις δικές μας. Όμορφα ήταν μέσα στο τρένο. Και είχα καιρό να ταξιδέψω έτσι. Την τελευταία φορά ήρθα από Αθήνα θεσσαλονίκη με το βάγκον-λι. Μου αρέσει πολύ να ταξιδεύω με το συγκεκριμένο τρένο. Έχεις την καμπίνα σου, το κρεβατάκι σου και σε νανουρίζει όμορφα ο θόρυβος που κάνει το τρένο κινούμενο πάνω στις ράγες.


Άδραξα την ευκαιρία μιας και ήταν ανοιχτές οι πόρτες να φωτογραφήσω την καμπίνα του μηχανοδηγού. Ποτέ στη ζωή μου δεν είχα ξαναδεί πως ήταν εκεί μέσα. Και τώρα για πρώτη φορά την έβλεπα μπροστά μου. Δεν τις χάνεις τέτοιες ευκαιρίες. Δεν παρουσιάζονται συνέχεια. Ευκαιρία να τη δείτε κι εσείς.


Πολύχρωμα μικροσκοπικά κουμπάκια που μάλλον θέλουν μεγάλη υπομονή μέχρι να τα μάθεις. Τιμόνι δεν βλέπω. Όχι τουλάχιστον κάτι που να το θυμίζει. Ίσως να είναι αυτός ο ασημένιος μοχλός στα αριστερά. Εκείνο που μου έκανε εντύπωση είναι η εικόνα της Παναγίτσας που έχουν πάνω από το κοντέρ ταχυτήτων. Για να είναι καλοτάξιδο το τρένο.


Η εικόνα του ουρανού εξακολουθούσε να είναι υπέροχη, ακόμη και μέσα από το τρένο. Οι πόρτες έκλεισαν και ξεκινήσαμε. Σε μιάμιση ώρα θα είμασταν στην Έδεσσα. Έξω το φως σιγά σιγά χάνεται. Το μόνο που μπορείς πια να διακρίνεις, είναι τα φώτα στους μεγάλους αυτοκινητόδρομους και οι προβολείς των αυτοκινήτων που κινούνται πάνω τους.


Σκέφτηκα πόσο οικονομικό είναι το τρένο μιας και έρχονται καιροί χαλεποί. Με τεσσεράμιση ευρώ ale retour για Έδεσσα. Γι αυτό φαίνεται ο κόσμος το προτιμά. Βέβαια κάνεις και ένα πιο άνετο ταξίδι από ότι με τα λεωφορεία που είσαι αναγκασμένος να κάθεσαι δίχως να μπορείς να κουνηθείς. Πάντως τεσσεράμιση ευρώ δεν είναι τίποτα.


Τα βαγόνια καθαρά, περιποιημένα και το βασικό δίχως ίχνος μυρωδιάς τσιγάρου μιας και απαγορεύεται πια να καπνίζεις μέσα. στα τρένα Καλό είναι αυτό. Παλιά, έμπαινες στον καρβουνιάρη και νόμιζες ότι θα λιποθυμήσεις από τον καπνό των τσιγάρων και την ιδιαίτερη εκείνη μυρωδιά του κάρβουνου. Σήμερα τα τρένα έχουν ένα καλό περιβάλλον και μπορείς να απολαύσεις το ταξίδι σου. Άλλωστε εμείς που καπνίζουμε ας μην ξεχνάμε ότι υπάρχουν και παιδιά κοντά μας. Κι εκείνα δεν φταίνε σε τίποτα να αναπνέουν το δικό μας δηλητήριο.





(συνεχίζεται....)