11/4/10

Καφενείον "η Ελλάς"



Ο Απρίλης δεν μας διέψευσε. Τα κυκλαδονήσια μεταμορφωμένα, ολοπράσινα, η θάλασσα βαθυγάλαζη, ηλιοφάνεια, δροσιά, τα δειλινά αβάσταχτα γλυκά, σαν ψεύτικα, ρόδιν’ ακρογιάλια, παπαδιαμαντικά.



Ο αστός ξαποσταίνει και παραμιλά με τόση ομορφιά. Από το μπαλκονάκι αγναντεύει πέλαγος και κυκλάδες νήσους, γύρω τριγύρω βραχοσυστάδες, λοφίσκοι, μαλακά βουνά, αμπάσα, κυανό και πράσινο το χρώμα τους. Στ’ ανοιχτά, φουσκώνουν πανιά σε κομψά σκάφη.



Το quai έχει μεταμορφωθεί προ πολλού σε απέραντο καφενείο· οι ομπρέλες κόβουν το βλέμμα προς τη θάλασσα. Γιώτα-χι σουλατσάρουν ασκόπως. Tα Ελληνόπουλα αναδεύουν ηδονικά τον φρέντο και κενώνουν τον νου από λογισμούς. Ξεκούραστοι, χορτασμένοι ύπνο, έχουν ντυθεί τα καλά ανοιξιάτικά τους, έχουν στιλβωμένη την κόμη με τζελ, γυαλιά προστατεύουν από το ηλιόφως, στο τραπεζάκι αγρυπνά το κινητό, κλειδιά, τσιγάρα, αθλητική, σήμερα και κυριακάτικη.



Βίος ανεόρταστος μακρά οδός απανδόκευτος. Η κατανυκτική αμεριμνησία στα παραλιακά καφενεία κεντρίζει τον κατηφή αστό· του γεννά ζήλεια. Ήρθε από το άστυ φουρτουνιασμένος, σκοτεινός, γεμάτος λογισμούς αδιέξοδους, με άγχος για το μέλλον.



Στο νησί αντίκρισε έναν άλλο κόσμο, νωχελικό, ήρεμο, τακτοποιημένο, σχεδόν άφοβο. Άγνοια κινδύνου; Ενδεχομένως. Όμως και άλλη στάση, άλλη βιοσοφία. Μάλλον και τα δύο. Συνυπάρχουν, σε άλλοτε άλλες δόσεις, αντίρροπα ζεύγη. Αμεριμνησία και οκνηρία, αφέλεια και ακηδία, χαμηλή φιλοδοξία και αστήρικτη αυτοπεποίθηση, καταναλωτισμός και ολιγάρκεια, εξωστρέφεια στην παρέα και εσωστρέφεια στην εργασία.



Λίγες μέρες πριν, ένας νεαρός φίλος, μοντέρνο παιδί, στοχαστής και μαχητής της ζωής, περιέγραφε με μελανά χρώματα τη γενιά των τριάντα-παρά-κάτι, τριάντα-και-κάτι, τη γενιά του. Στο πρώτο έτος της Νομικής είδα τα καλύτερα μυαλά της γενιάς μου, είχαν ορμή, είχαν δύναμη, φιλοδοξίες· δέκα χρόνια αργότερα, τους βλέπω σκυμμένους, κρυμμένους από τη ζωή, δεν ερωτοτροπούν, δεν φλερτάρουν, δεν επιτίθενται, δεν διεκδικούν, γκρινιάζουν για τον μισθό των 1.200 ευρώ, όλο γκρινιάζουν, η κουβέντα τους περιστρέφεται γύρω από το ματς του Τσάμπιονς Λιγκ και κανά καφεδάκι· έχουν ηττηθεί χωρίς καν να ρίξουν μια τουφεκιά· μετά τα είκοσι κοιτάνε πώς θα κρυφτούν μέσω ΑΣΕΠ...



Βούιζαν στ’ αυτιά μου τα λόγια του φιλόσοφου φίλου. Πώς θα κρυφτούν απ’ τη ζωή. Αραγε το θαύμα της ευημερούσας και γλεντοκόπου και υπερηφάνου και ισχυράς Ελλάδος, ανέκαθεν, από τα βάθη της χούντας έως τη μέθη του 2004, ήταν αυτό; Πώς θα κρυφτούμε, θα λουφάξουμε, πώς θα τη βολέψουμε;

Ήταν και αυτό.



Αλλά όχι μόνο αυτό. Στα χρόνια που κύλησαν, τα Ελληνόπουλα δεν διέτριψαν μόνο στον φραπέ και στο τζελ κοκοράκι. Σπούδασαν· μαζικά, μέτρια εν συνόλω, αλλά αρκετοί έκαναν και καλές σπουδές, μορφώθηκαν ουσιωδώς, συνέχισαν έξω σε απαιτητικά πεδία, πρόκοψαν. Η γνώση και οι σχετικές συζητήσεις δεν υπολείπονται σημαντικά των αντιστοίχων της Εσπερίας σε αρκετούς τομείς, οι εκδόσεις βιβλίων άνθησαν. Ο αστικός βίος, παρ’ όλες τις στρεβλώσεις, απέκτησε σχήματα, εκλεπτύνσεις, χαρακτήρες μητροπολιτικούς, η επαρχία δεν είναι τόσο ασυνάρτητη όσο το ’70-’80, οι άνθρωποι ανοίχτηκαν σ’ έναν ορισμένο κοσμοπολιτισμό· άλλωστε ο κόσμος εισέβαλε φρενήρης και αδόκητος το ’90 στο ομογενές κρατίδιο, η πολυπολιτισμικότητα επεβλήθη υπό όρους ανάγκης ή αδυναμίας.

Δεν ήταν όλα λάθος εξαρχής, ούτε τώρα είναι.



Κι όμως κάπου, σε κάποια αφανή πεδία, στράβωσε το πράγμα, εξ ου και τώρα βρισκόμαστε εν μέσω βαθιάς και μακράς κρίσης, αμήχανοι και απαράσκευοι. Η ανάγκη, ο πόνος, η κρίση, θα φανερώσουν τα αίτια των στρεβλώσεων· και θα ‘ναι χρήσιμη γνώση. Το κύριο όμως, τούτη την ώρα, είναι: Υπάρχουν δυνάμεις; Τα Ελληνόπουλα αυτά των είκοσι και τριάντα και σαράντα άντε και πενήντα-παρά, αυτά τα τέκνα της αμεριμνησίας και της βολής, των επιλεγμένων αψιμαχιών χωρίς ρίσκο, γενιές του ΑΣΕΠ και του αορίστου χρόνου, τα τέκνα του "Έχει ο Θεός και Αύριο Μέρα Είναι", τα τρυφηλομεγαλωμένα με διά βίου χαρτζιλίκια από γονείς, παππούδες και νονούς, τα κακομαθημένα με κρατικά συσσίτια και επιδοτήσεις, αυτά τα Ελληνόπουλα, αυτός ο μαστροπός λαός και όχλος, πώς μπορεί να αντέξει τούτο το χτύπημα της ιστορίας, να αντεπεξέλθει τα δεινά της μοίρας που ο ίδιος παρασκεύασε, που ο ίδιος επέτρεψε να του παρασκευάσουν;



Μπορεί. Στο σχετικά βραχύ παρελθόν, οι προηγούμενες δυο-τρεις γενιές προσέκρουσαν σε μεγάλους πολέμους και καταστροφές, σε εκατόμβες, σε αλλεπάλληλες πτωχεύσεις, λιμούς και εμφύλιους. Και επέζησαν.

Θα επιζήσουν και τα Ελληνόπουλα των απεράντων καφενείων.


Tου Nίκου Γ. Ξυδάκη


7 σχόλια:

Ανώνυμος είπε...

Αν έχεις την καλοσύνη με βοηθάς.
Πως γίνεται να ανεβάζω στο μπλόκ μου ένα τραγουδι απο το you tube χωρίς να φαίνεται όλο το βίντεο παρα μόνο η μπάρα με το play καιτην ένταση ήχου όπως δηλαδή το έχεις κάνει εσύ στο τραγουδι mirislou;
Ευχαριστώ

Καραβάκι είπε...

Ανώνυμε

το embed που παίρνουμε από το youtube έχει στην αρχή και στο τέλος του, το μήκος και το ύψος του βίντεο:
width="480" (μήκος)
height="385" (ύψος)

Για να έχουμε τη μπάρα και όχι ολόκληρο το βιντέο αλλάζουμε το height και το βάζουμε πάντα "25"
Kαλό είναι και το width να είναι πάντα "400"

Ελπίζω να σε βοήθησα.Αν έχεις άλλη απορία μη διστάσεις να με ρωτήσεις.

OOO είπε...

Διαβαζα το κειμενο το μεσημερακι,στην Καθημερινη,και ενοιωσα την αναγκη να γυρισω πισω στα φοιτητικα μου χρονια.
Να ξορκισω που χανω σιγα σιγα την επαφη με τις γενιες μετα απο μενα.

Καραβάκι είπε...

AdeGia όλο και περισσότεροι τον τελευταίο καιρό νιώθουν την ανάγκη να γυρίσουν "πίσω" και να ξορκίσουν κάτι.Ο καθένας τα δικά του "δαιμόνια".
Δεν είναι παράξενο;
Σιγά σιγά χάνουμε από τις εικόνες μας το μέλλον.Χάνουμε τα όνειρα μας.Και δεν μπορούμε να ονειρευτούμε παρά μόνο αναπολώντας στο παρελθόν.Στα αγαπημένα και οικεία για τον καθένα χρόνια.Μακάρι να αλλάξει κάτι και να έχουν τα παιδιά εικόνες από το αύριο.Να μπορούν να ονειρευτούν και να φτιάξουν τη ζωή τους με παλέτες όμορφες.Σαν εκείνες που είχαμε εμείς κάποτε...
Καλό σου βράδυ.

Ανώνυμος είπε...

Σε ευχαριστώ πολύ,όσο για το "Ανώνυμος" που θα μου πάει θα το μάθω και αυτό.
Τάκης.

STIcheetos - ΕΠΙΝΥΟΣ ΧΕΟΝ είπε...

Γλυκιά Γλύκα (ονομασία κατά παράδοσιν γλύκα εξαισίων εμφανών χαρακτηριστικών και απείρων κρυφών και όχι κρυμμένων) σε έχασα αλλά είσαστε και είμαστε γενικώς όόόόόλοι καλά καλά :-)

Καραβάκι είπε...

Ανώνυμε

σιγά σιγά και όλα θα τα μάθεις, όπως όλοι μας άλλωστε

Στέλιο μου

η αλήθεια είναι ότι κι εσύ χάθηκες και πίστεψα ότι με ξέχασες. Χάρηκα πάρα πολύ που σε είδα στο καραβάκι και έμαθα ότι είσαι κι εσύ καλά. Να περνάς, για να μαθαίνω νέα σου.
Φιλιά πολλά.