2/7/08

Η δυστυχία του να ακούς ΑΒΒΑ (τότε και τώρα)


Για τους περισσότερους (κανονικούς) ανθρώπους το μιούζικαλ «Μamma Μia» δεν είναι παρά μια ταινιούλα σε στυλ «γκαζόζα»: πίνεται ευχάριστα μια ζεστή βραδιά και την ξεχνάς. Για μένα, πάλι, είναι μεγάλο μπλέξιμο, αφού σερβίρει ταυτόχρονα τρεις από τις μεγάλες αγάπες που σφράγισαν τη ζωή μου: τους Abba, τη Μέριλ Στριπ και το ελληνικό καλοκαίρι.

Και μόνο που ομολογώ δημοσίως ότι μου αρέσουν οι Abba είναι μεγάλο κατόρθωμα: Την εποχή που μεσουρανούσαν, στην Ελλάδα ακούγαμε αντάρτικα και Jethro Tull. Αν σε τσάκωνε η παρέα σου (ή, ακόμα χειρότερα, ο καθοδηγητής σου) να κρυφακούς Abba ή Λίτσα Διαμάντη, είχες τελειώσει. Ακουγα την τετράδα από τη Σουηδία μόνη μου στο σπίτι, ήξερα κάθε τραγούδι τους απέξω, αλλά το ήξερα μόνο εγώ - κι ο εαυτός μου. Ηταν το βρώμικο μυστικό μου.

Και τώρα η Μέριλ. Τι δουλειά έχει η «ιέρεια» στη μέση της Abba-mania; Για μένα, η κυρία Στριπ είναι η πυρόξανθη μαυροφόρα στην «Ερωμένη του Γάλλου Υπολοχαγού». Είναι η κατασπαραγμένη ψυχή της «Σόφι» στην ανείπωτα τραγική «εκλογή της». Είναι όλα όσα πίστευα ότι πρέπει να είναι μια μεγάλη ηθοποιός - σύνθετη, απόμακρη, μυστηριώδης. Οχι μια θείτσα που χοροπηδάει συρτάκια. Οσο για το ελληνικό «καλοκαίρι», πάντα νόμιζα ότι ζούσε αλλού: στο ομότιτλο τραγούδι του Σαββόπουλου. «Με τη φέτα το καρπούζι στο ένα χέρι», ένας στίχος σαν ιδιόκτητος, φορητός Αύγουστος. Στο παγκοσμιοποιημένο «Μamma Μia» ακόμα και το «Κalokairi» το λένε στα αγγλικά κι είναι το όνομα ενός απροσδιόριστου νησιού, η χαρά της βόρειας αρπάχτρας.

Δεν το είδα στο θέατρο, δεν το είδα στο εξωτερικό, δεν το είδα στην ελληνική παράσταση. Αλλά το «Μamma Μia» δεν θα το γλιτώσω. Σε θερινό σινεμά, με παγωμένη γκαζόζα, θα συμφιλιωθούν επιτέλους η έφηβη με τη θείτσα, τα αντάρτικα με το «Waterloo» και η «θεά» Μέριλ με τις βιντεοταινίες του Στάθη Ψάλτη. Αλληλούια ή, αλλιώς, «ο νικητής τα παίρνει όλα».

Δεν υπάρχουν σχόλια: