3/9/10

Ποτέ και Τίποτα...



Ο Ποιητής του υπογείου, ο υπόγειος μας λαογράφος, ο άνθρωπος της υπόγας και της κατώγας. Ωραίος και υπόγειος ως έλλην. Κι απ' την άλλη η Ελλάς που τον πλήγωσε πολλαπλά, που τον κυνήγησε ανελέητα, που τον φυλάκισε, που τον εξόρισε, που τον καταδίωκε σε όλη του τη ζωή. Κι αυτός, μεγαλειώδης, δεν έπαψε στιγμή να την/μας μελετάει, να συλλέγει τα ράκη της/μας, να καταγράφει αυτά που οι ιστορικοί δεν καταδέχουνταν ν' αγγίξουν, μη και λερωθούν. Τα ψαχουλεύει στα σκατά μας και ν' ανασύρει βαθμούς ελευθερίας.

"Η Ποίηση είναι μια απάτη κι ο Ποιητής αρχιψεύταρος. Μόνο το Σώμα που λατρεύεις υπάρχει".



Δυο είδη ανθρώπων υπάρχουν σε αυτό το κόσμο που ζούμε: αυτοί που παθιάζονται με αυτό που κάνουν, γινόμενοι οι καλύτεροι στο είδος τους, και οι ‘’πονηροί’’ που πέφτουν σε επιπολαιότητες, δημιουργώντας ημιτελή αποτελέσματα. Ο Ηλίας Πετρόπουλος άνηκε στη πρώτη κατηγορία και ξεβράκωνε σε κάθε ευκαιρία τους ‘’παλιάτσους’’ της δεύτερης.

Αυτοεξόριστος στο Παρίσι εδώ και πολλά χρόνια ο Πετρόπουλος δούλευε με μια μανία που θα τη ζήλευαν χιλιάδες ανερχόμενοι ερευνητές. Και λέω ερευνητές διότι αυτό ήταν. Έπιανε ένα θέμα κι ασχολούταν μαζί του επί χρόνια. Εξαντλούσε κάθε δυνατή πηγή, περικυκλωνόταν από αμέτρητα λεξικά, ταξινομώντας τα πάντα στο κεφάλι του, σε απεριόριστες στοίβες χαρτιών και φακέλους που αργότερα ξεψείριζε με την ησυχία του.

Τεράστιο αρχείο εικονογραφικού υλικού, άκρως απαραίτητο στα βιβλία του, λειτουργούσε πάντα ως αποδεικτικό στοιχείο σε αυτά που έγραφε. Κάτι σαν τα αποτυπώματα που άφησε ο δολοφόνος στο τόπο του εγκλήματος. Είναι λάτρης της αλήθειας και αυτή αναζητεί μέσα από τα κείμενα και βιβλία του χωρίς αοριστίες και τσαπατσουλιές. Και την αναζητεί προσεγμένα και με μεθοδικότητα, χωρίς να τον αφορά ο χρόνος ολοκλήρωσης. Γράφοντας απλά, με χιούμορ, κατανοητά, κάνοντας και τον πιο απλό αναγνώστη να κατανοήσει το θέμα του.



Όσο για τα θέματα του;

Το περιθώριο. Κι όταν λέμε περιθώριο δεν εννοούμε τους σύγχρονους ψευτόμαγκες και φλόρους, όπως συνήθιζε να αποκαλεί τη σημερινή νεολαία, αλλά τους καπανταήδες και μαχαιροβγάλτες, τους χαρακίριδες και πάνω απ’ όλα τους παλιούς ρεμπέτες που ήταν και το αγαπημένο του θέμα. Ίσως ο μοναδικός άνθρωπος που έγραψε τόσο πολύ γι’ αυτό το πολιτισμικό κεφάλαιο της χώρας μας. Μιας χώρας που τον κυνήγησε, τον φυλάκισε τον δίκασε, τον κούρασε. Μιας χώρας που ως συνήθως τρώει τα ‘’απροσάρμοστα’’ παιδιά της. Και ο Πετρόπουλος ήταν ένα από αυτά. Αναρχικός, άθεος, ασυμβίβαστος, υβριστικός, αντίθετος με την επίσημη λαογραφία των πανεπιστημιακών. Ο ίδιος είχε πει πως δε θα ήθελε με τίποτα να ξαναφάει την Ελλάδα στη μάπα του. Κι αυτό έκανε, ποτέ δε ξαναπάτησε το πόδι του στη ψωροκώσταινα.



Πέρα όμως από λαογράφος, λεξικογράφος κ.τ.λ, ο Πετρόπουλος υπήρξε και ποιητής. Αυτό βέβαια φαίνεται και μέσα στα βιβλία του όπου ο λόγος του κυλάει ωσάν πρόστυχου κληρωτού των λέξεων. Στα ποιήματά του διακρίνεις το θάνατο και τον έρωτα, πανταχού παρόντες. Στα κείμενα του γράφει σχεδόν σα το τελευταίο άνθρωπο πάνω στη γη. Γίνεσαι ένα με την αγωνιά του να μάθεις και να εμπλακείς στο μίτο που ξετυλίγεται σελίδα με τη σελίδα. Το θράσος του είναι απερίγραπτο και οι ακαδημαϊκοί είναι γι’ αυτόν στοχαστές που δεν ονειρεύονται ποτέ. Πόσες φορές άλλωστε, όπως είπαμε δεν τον κυνήγησαν ποινικά για τα προκλητικά του κείμενα που εναντιώνονταν μ’ εκείνα των χαρτογιακάδων. Ο Πετρόπουλος όμως δε μασάει. Συνεχίζει να είναι αθυρόστομος και αληθινός μάγκας.

Πριν κυκλοφορήσει τον περιβόητο ‘’Κουραδοκόφτη’’, στη στήλη που έγραφε στη Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία, προειδοποιεί: ‘’ Είναι αυτονόητο πως οι λεξικογράφοι που εδημοσίευσαν λίστες με φλοράδικες λέξεις, απέφυγαν επιμελώς τις αθυροστομίες. Η λέξη κουραδοκόφτης τυπώνεται εδώ για πρώτη φορά. Συνεπώς σύμφωνα με το νόμο, έχω τις σχετικές ποινικές ευθύνες, καθότι τυγχάνω πλέον ιδιοκτήτης της λέξης’’. Πιο πάνω στο κείμενό του ο Πετρόπουλος για πολλοστή φορά στην έγγραφη ζωή του ξεγυμνώνει και πάλι τους λεξικογράφους. ‘’

Οι μικρές λίστες που προανέφερα περιέχουν μόνο 40 μέχρι 150 λέξεις, όπερ αποδεικνύει την οκνηρία των δαιμόνιων λεξικογράφων μας. Οι ίδιοι λεξικογράφοι ισχυρίζονται ότι τα Φλοράδικα βασίζονται κυρίως στα αγγλικά. Αυτό το λένε επειδή ο ασήμαντος αριθμός των λέξεων που κατέγραψαν δεν τους επιτρέπει να προβούν σε σοβαρές στατιστικές. Έχω συγκεντρώσει ως τώρα κάπου 7000 λέξεις της Γλώσσας των Νέων. Και έχω διαπιστώσει μέσα στα Φλοράδικα, μιαν ισχυρότατη παρουσία της κλασικής μας αργκό που οι ερασιτέχνες λεξικογράφοι αγνοούν’’.



Είναι φανερό πως αυτό το τέρας μνήμης κι έρευνας ήταν ο χειρότερος εφιάλτης όλων των λεξικογράφων της χώρας μας, (βλ. Μπαμπινιώτης, Ζώης, κ.α.). Οτιδήποτε δοτό γι’ αυτόν, ήταν και παράλογο. Δε πίστευε σε κανένα θεσμό, (θρησκεία, στρατό, πολιτικές παρατάξεις), κι όλα βρίσκονταν υπό αμφισβήτηση στο κεφάλι του. Ολάκερες νύχτες, ακούγοντας τζαζ και τα αγαπημένα του ρεμπέτικα, μέσα στη κάμαρα του, στο πολύβωο Παρίσι που λέει και ο Ουράνης σ’ ένα ποίημα του, περικυκλωμένος από ανείπωτες αλήθειες για το κόσμο του περιθωρίου, για τα πράγματα που στις μέρες μας πια έχουν τα περισσότερα σκαρτέψει, μπουρδέλα, μάγκες, το τραγούδι, το αυθεντικό, ο Πετρόπουλος με τ’ ‘’αρχίδια’’ του πάνω στα χαρτιά γίνεται ο νονός όλων αυτών, μαθαίνοντας σε μας τους νέους ένα κόσμο που δε ζήσαμε κι ούτε πρόκειται να βιώσουμε. Σε μια συνέντευξη του είχε πει: ‘’Γράφω για τους νέους και απευθύνομαι στους νέους. Το κοινό μου ήταν, είναι και ελπίζω ότι θα είναι πάντα νέοι’’.

Η εργογραφία του Πετρόπουλου μετριέται στα περίπου 80 βιβλία. Ανάμεσα τους συναντούμε ποιητικές συλλογές του (Ποιήματα 1968-1974 & 1982-1991), βιβλίο με κολάζ δικά του (Κυρίως Αυτό), και προσωπικά του κείμενα (Επιστολαί Προς Μνηστήν). Είναι γνωστό το ότι αναλάμβανε την επιμέλεια των βιβλίων του από την αρχή ως το τέλος. Τρανό παράδειγμα το (Ελύτης- Μόραλης-Τσαρούχης) όπου μας παραδίδει ένα βιβλίο κυριολεκτικά στο χέρι. Όλα τα κείμενα είναι χειρόγραφα κι επενδυμένα με δικά του σκίτσα, κάτι που έκανε σχεδόν σε όλα του τα βιβλία, προσπαθώντας να απεικονίσει ένα πράγμα ή ένα μέρος.



Από τις μεγάλες, άλλωστε αγάπες του Πετρόπουλου ήταν η ζωγραφική και τα κολάζ. Τραβούσε μόνος του φωτογραφίες και μετέπειτα επεμβαίνει πάνω σε αυτές με το δικό του ξεχωριστό τρόπο. Στα εξώφυλλα των έργων του συναντούμε εικαστικές παρεμβάσεις φίλων του καλλιτεχνών όπως, Ακριθάκης, Φασιανός, Τσόκλης, κ.α. Διάλεγε επίσης τις διαστάσεις των βιβλίων του, το χαρτί και όλα τα συναφή τυπογραφικά που ακολουθούνται για την ολοκλήρωση ενός βιβλίου. Είπαμε πως ήταν τελειομανής με τα πράγματα που καταπιανόταν κι αυτό φαίνεται στην αρτιότητα που παρακολουθούμε στα έργα του. Έργα τέχνης θα τα αποκαλούσα.

‘’Γνώρισα’’ το Πετρόπουλο πριν κάμποσα χρόνια όταν κάποιος φίλος μου είχε δώσει ένα μικρό βιβλιαράκι με το τίτλο ‘’Πτώματα, Πτώματα, Πτώματα’’. Μιλούσε για την εποχή του 40 στην Ελλάδα και όλες τις δολοφονίες που έκαναν οι τότε οργανώσεις στους ανταρτοπόλεμους, πετώντας τα πτώματα είτε σε πηγάδια, είτε σε χαράδρες είτε σε ομαδικούς τάφους με λιγοστό χώμα σκεπασμένο από πάνω τους. Ένα βιβλίο που καθώς το διάβασα ανακάλυψα πως η χώρα που ζούμε είναι ένα τεράστιο νεκροταφείο. Σε κάθε γωνιά της και όπου να σκάψεις υπάρχει κι ένα ανθρώπινο κουφάρι. Πρέπει να πω πως σοκαρίστηκα από τις ιστορίες, και το γράψιμο του Πετρόπουλου ήταν τόσο άμεσο που σε έβαζε μέσα στο κυκεώνα της τότε αποχής. Αργότερα συνάντησα το συγγραφέα μέσα από εφημερίδες που διάβαζα τα άρθρα του και σιγά σιγά αγόραζα τα βιβλία του ένα, ένα, μπαίνοντας σε ένα κόσμο που μέχρι τότε μου ήταν άγνωστος. Το θέμα με το Πετρόπουλο είναι πως και να μην σε αφορούν τα ζητήματα με τα οποία καταπιάνεται δε γίνεται με τίποτα να περάσει απαρατήρητος. Θα μπεις στο κόσμο της έρευνας του θαυμάζοντάς τον και στο τέλος θα τον χειροκροτήσεις.



Την Τετάρτη 3 Σεπτεμβρίου 2003, στις 11:10 ώρα Παρισιού κι αφού τον διέλυσε ο καρκίνος, ο Ηλίας Πετρόπουλος τράβηξε για να βρει τους φίλους του τους ρεμπέτες, τους χασικλήδες, τους τεμπέληδες κι όλους αυτούς του ‘’άγιους’’ που ήταν όμως ότι πιο αυθεντικό για εκείνον. Ευτυχώς που άφησε μια αράδα γραμμές για να μαθαίνει στους νεώτερους και να βάζει τα γυαλιά σους πρεσβύτερους για το ποια ήταν τα ακόλαστα σονέτα αυτού του τόπου.

"Φουμάρω σαν τσιμινιέρα. / Έτσι νοιώθω ελεύθερος / στην κατάκτηση του ιδιωτικού μου καρκίνου".

Κι ο Ζακ Βαλέ να λέει ως άλλος φιλέλλην: κάθε άνθρωπος που πεθαίνει είναι μια βιβλιοθήκη που καίγεται. Κι ο Βασιλικός που δηλώνει πως η Μνήμη του ήταν το αρχείο του, σα μια τεράστια βιβλιοθήκη. Το Σώμα του ρίχτηκε στην πυρά. Κι αυτό ήταν κάτι που δε μπορούν να το εμποδίσουν οι νόμοι του ελληνικού κράτους γιατί έγινε σε γαλλικό έδαφος. Επιτέλους κατάφερε να τους/μας ξεφύγει οριστικά. Κατάφερε να λευτερωθεί απ' τα δεσμά του τάφου και της πατρίδος.

"Στην πατρίδα μου χειροκροτούν τον Ποιητή μόνον όταν αυτοκτονήσει".



Κατάφερε να τους πετάξει κατάμουτρα τον πολιτισμό τους. Να χέσει την επανάστασή τους. Να κατουρήσει στους τάφους τους, όταν θα βρεθούν κι αυτοί κάτω από τις ρίζες των ραδικιών.

"Αχ, αυτοί [εμείς] οι μετριοπαθείς επαναστάτες.
Αχ, αυτοί [εμείς] που φοράνε κουστούμι τρουά-πιες.
Αχ, αυτοί [εμείς] που γαμάνε με τα λεφτά τους".

Κυρίες και κύριοι, εμείς! Τιτλούχοι του Ποτέ και του Τίποτα. Μετά. Μετά το Rollin Under!



Αυτός ήταν ο Ηλίας Πετρόπουλος.



Πηγή: To forum των τεχνών

Δεν υπάρχουν σχόλια: