11/6/09
Mην με πιστεύετε...
Κόντευε Ιούνης όταν αποφάσισα να πάω στα πράσινα νερά· Ίσαμε κείνη τη στιγμή τα έβλεπα μόνο από μακριά κι όλο έλεγα, να πάω, να πάω στα πράσινα νερά – μα δεν πήγαινα. Ώσπου μια μέρα το πήρα απόφαση και ξεκίνησα.
Μη με πιστεύετε.
Μπήκα γυμνή στη θάλασσα κι άρχισα να κολυμπώ· και μέσα μου μια αγωνία με κεντούσε, πως τα πράσινα νερά θα βγούνε ένα ακόμη ψέμα, μια φενάκη κοντά στις άλλες. Και μαζί με τούτη την αγωνία με γέμιζε και μια βουβή λαχτάρα, ότι στο τέλος θα συναντιόμασταν.
Μη με πιστεύετε.
Κολύμπαγα για ώρες, πόσες δεν ξέρω. Κι όλο και περισσότερο κυριευόμουν από αυτό που ήθελα – κι όλο θάμπωνε ο γύρω μου κόσμος. Τα πράσινα νερά, τα πράσινα νερά – αυτό είχα στο νου μου μονάχα.
Μη με πιστεύετε.
Κάποτε γίναν ήσυχα τα νερά – σαν λάδι. Έβαλα τα μάτια μου πάνω στην ακμή τους – η μισή κόρη ήταν στο νερό κι η μισή έξω από αυτό. Κι έβλεπα αυτή την ανύπαρκτη γραμμή, τόσο που μπήκα μέσα της.
Μη με πιστεύετε.
Μπορεί να ήταν ύπνος, μπορεί λήθαργος ευτυχίας, μπορεί το τίποτε – δεν ξέρω. Μονάχα ένιωσα μια τρομερή κάψα – που θέριευε όλο και περισσότερο. Και προσπάθησα να φωνάξω, να βογγήξω, να σπαρταρίξω. Μα δεν μπορούσα.
Μη με πιστεύετε. Μη με πιστεύετε. Μη με πιστεύετε.
Άναβα, άναβα, άναβα. Κι έξαφνα κατάλαβα πως είχα τόσο πυρώσει, που θα έσβηνα. Κι είδα τον εαυτό μου να σβήνει, όπως σβήνουνε τα αστέρια μέσα στη νύχτα.
Κι άνοιξα τότε τα μάτια μου... ήμουν στα πράσινα νερά. Κι ακόμη... δεν ήμουν μόνη.
Κολυμπούσε μπροστά μου – τα μαλλιά του άπλωναν μέσα στο νερό. Ήτανε πράσινα τα μάτια του – σαν το νερό. Κι άκουγα τα πάντα – ακόμη και το βλέμμα του πάνω μου.
Υπήρχα, λοιπόν.
Έκανα να πάω προς το μέρος του – κάποτε βγήκαμε σε μια ξέρα. Ήμασταν ο ένας απέναντι στον άλλον.
Έξαφνα κοίταξα γύρω μου τα νερά – είχαν γεμίσει σπασμένα ρόδια με μπλε σπόρια. Και στο κέντρο κάθε ροδιού χτυπούσε μια ανθρώπινη καρδιά. Ο κόσμος ήταν ανάποδος πια – το ίδιο και ο χρόνος.
Γύρισα τότε προς τον άντρα και του είπα...
Εσύ είσαι το τέλος.
Μαζί σου θέλω να ζήσω την ευτυχία των ανθρώπων.
Έχει μικρό χι ... και ξελέει την αλήθεια.
Μαζί σου θέλω να ζήσω την παλιά ιστορία με τα μελένια λεμόνια.
Γέλασε τότε ο γυμνόστηθος άντρας – γύρω του ταράχτηκαν τα πράσινα νερά.
Κι έπιασε κατόπιν το στήθος μου και μου είπε... άσε στην άκρη τα λόγια, τούτα εδώ είναι τα μελένια λεμόνια.
Τούτα εδώ είναι τα μελένια λεμόνια.
Μη με πιστεύετε.
* Το κείμενο πλεγμένο και δουλεμένο πάνω σε γραπτό του Θανάση Τριαρίδη.
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
1 σχόλιο:
Τωρα μεταξύ μας,φανταζεσαι να σου πιασει κάποιος το στηθος και να σου πει ....μοιάζει με λεμόνι!!!
Εγω παντως θα σου ελεγα οτι μοιάζεις με τριανταφυλλο τρυφερή Γλυκερίτσα
καλημερα
Δημοσίευση σχολίου