26/3/10
Δεύτερο γράμμα
Αγαπημένη μου μαμά,
Σου γράφω γιατί αισθάνομαι πολύ μπλοκαρισμένος πάλι... Μάλιστα έχω την εντύπωση πως είμαι πολύ μπλοκαρισμένος τα τελευταία είκοσι χρόνια... Μαμά νομίζω πως αυτά τα χρόνια τα έχασα κάπου. Για να σου εξηγήσω καλύτερα μου θυμίζει εκείνη την ιστορία με το εικοσάρικο... πρέπει να ήταν γύρω στο 1960 που πρωτοβγήκαν τα μεταλλικά εικοσάρικα —θυμάσαι— κι ο μπαμπάς έφερε ένα εικοσάρικο στο σπίτι και μας το έδειξε κι εγώ ο ηλίθιος μόλις ο μπαμπάς έπεσε για ύπνο το βούτηξα μέσα απ' το μικρό του το τσεπάκι και την άλλη μέρα το μεσημέρι που γύρισε ο μπαμπάς — μετά το φαγητό— είπε κοιτάζοντας το πιάτο με τις φακές του, κάπου έχασα το εικοσάρικο που σας έδειξα χτες... και συ είπες, αποκλείεται... κάπου θα το έδωσες και δεν θυμάσαι Τζίμη... κι αυτός είπε δυο-τρεις φορές χωρίς να σε κοιτάζει, χωρίς να με κοιτάζει, το εικοσάρικο χάθηκε εδώ μέσα στο σπίτι!... κι εγώ είχα γίνει λιώμα μ' αυτό που είπε κοιτάζοντας τις φακές του... Βέβαια το ίδιο βράδυ τόβαλα πάλι στο τσεπάκι του, έκλαψα κι όλας θυμάμαι στο κρεβάτι μου αφού είχα γίνει ο κλέφτης του μπαμπά...
Μαμά, έτσι ακριβώς αισθάνομαι με τα χρόνια. Νομίζω πως τα έχασα κάπου τριγύρω μου και δεν μπορώ να κοιμηθώ, λες και τα έκλεψα εγώ απ' τον εαυτό μου...
[....] Μαμά θέλω να σου γράψω δυο λόγια για τα μαθήματα που κάνω στη σχολή. Έχω κάπου εξήντα μαθητές σε τρία τμήματα. Στη σχολή λένε πως είμαι ο καλύτερος καθηγητής αν και δεν ακολουθώ κανένα οδηγό διδα σκαλίας, παρά τους λέω τα δικά μου πράγματα. Τα παιδιά ξέρεις θαυμάζουν τον δάσκαλο τους αν τους μιλάει στη γλώσσα τους κι εγώ έτσι τους μιλάω και τους λέω πως είναι ξοφλημένοι αν δεν μπουν στο Σύστημα αλλά παράλληλα τους βρίσκω διάφορους τρόπους να είναι μέσα στο Σύστημα και να μην είναι! Αυτό τους ενθουσιάζει πολύ! τώρα που να σου εξηγήσω ρε μαμά τι σημαίνει Σύστημα;.. είναι σαν να σε βρίζω και συ να μου λες στο τηλέφωνο., καλά-καλά παιδάκι μου αλλά να προσέχεις και να φοράς φανέλα από μέσα!. έτσι δηλαδή η αιώνια προστασία, κατάλαβες;
[....] Μαμά προχτές σε είδα στον ύπνο μου και χάρηκα πολύ. Φορούσες ένα μπεζ ταγιέρ με μεγάλα πέτα, κάτι καφετιές γόβες και τσάντα ασορτί, καδράκι του εξήντα ήσουν, μόλις λέει, είχε σχολάσει η εκκλησία κι έμπαινες σπίτι... Λιάκο! Λιακούλη, φώναξες απ' την πόρτα κι εγώ έτρεχα σφήνα στον καμπινέ να σβήσω το τσιγάρο...
Μαμά θα κλείσω τώρα και θα σου γράψω άλλη φορά γιατί είμαι κουρασμένος. Τον μπαμπά και τα μάτια σου.
Μαμά στο προηγούμενο γράμμα σ' είχα πικράνει για τον Άγιο Φανούριο και τις πίτες που κάνεις. Εντάξει, μη παίρνεις στα σοβαρά όσα σου γράφω. Πάντως στο λέω πως ο Άγιος Φανούρης σου δεν κάνει τίποτα...
Σ' αγαπώ
ο Λιάκος σου
Από το περιοδικό ΓΙΑΤΙ - τ. 179, Μάιος 1990
Έγραψε: Ηλίας Κουτσούκος
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου