1/7/08

Το ξεμάτιασμα


Τα μεσημέρια που ο ήλιος έκαιγε και τα τζιτζίκια ξεφώνιζαν με όλη τους τη δύναμη, πήγαινα και καθόμουν με τη γιαγιά τη Μαρία. Είχε περάσει τα εκατό, αλλά αυτό δεν την εμπόδιζε να απολαμβάνει ότι η ζωή ακόμη της χάριζε. Καθόμασταν εκεί στην σκιά του σοκακιού, δίπλα στη θάλασσα και πίναμε τον καφέ μας.

Μου έλεγε ιστορίες η γιαγιά Μαρία, για τα νιάτα της, για την γεμάτη ζωή της. Κι εγώ τις ρουφούσα. Μου άρεσε να την ακούω... Εκείνο όμως που με είχε εντυπωσιάσει ήταν το ξεμάτιαγμα της. Κάθε φορά που της έλεγα ότι πονάει το κεφάλι μου, έπιανε στα χέρια της τα δικά μου,και κάτι μουρμούριζε... Δεν έμοιαζε με τις άλλες ευχές που είχα ακούσει. Ήταν περίεργη εκείνη η ευχή που διάβαζε...

Έρχεται πολλές φορές στην μνήμη μου η γιαγιά. Μα την ευχή δεν την θυμόμουν. Και όσο και να ρωτούσα, όσο και να έψαξα δεν την ήξερε κανείς...

Φαίνεται όμως, ότι η γιαγιά Μαρία, από κει πάνω που είναι βρήκε τρόπο να φτάσει η ευχή της σε μένα για άλλη μια φορά....

« Στα όρη στα άγρια βουνά, αγριο-ελαφίνα εγέννησε...
και σαν εγέννησε το φτάρνισε...
και σαν το φτάρνισε το ανέγλειψε...
και σαν το ανέγλειψε του πέρασε... »

Δεν υπάρχουν σχόλια: