3/5/09
Η συνομωσία μιας παράξενης άνοιξης
H άνοιξη τούτη είναι περίεργη. Μέχρι να προσαρμοστώ μαζί της θα περάσει και δεν θα το έχω καν καταλάβει. Οι απολογισμοί μου βγαίνουν ελλειματικοί, το σώμα μου κουράζεται και η ψυχή μου κλείνει τα παραθυρόφυλλα και μένει ώρες στο σκοτάδι. Συχνά κάνω σκέψεις ανόητες. Γιατί η αγάπη με προσπερνάει, αν θα συνεχίσει να το κάνει για το υπόλοιπο της ζωής μου, και άλλα τέτοια φαιδρά.
Τα πρωινά πηγαίνω πάνω κάτω. Η νερατζιά μου σφυρίζει. Το άρωμα της τρυπάει σα λόγχη τις αναμνήσεις μου με το πιο βίαιο τρόπο. Θυμάμαι το πρώτο φιλί της ζωής μου. Ήταν άνοιξη, και ο κόσμος μύριζε ανθισμένα άνθια λεμονιάς και θάλασσα. Τότε, ήταν που κατάλαβα ότι ένα ερωτευμένο σώμα πρέπει να μυρίζει εσπεριδοειδή. Τότε επίσης κατάλαβα, ότι η μυρωδιά του έρωτα δεν μπορεί να είναι άλλη, από εκείνη του λεμονοδάσους την άνοιξη. Πηγαίνω πάνω κάτω λοιπόν, λουσμένη στο άρωμα της νερατζιάς μου, που στέκει έξω από το παράθυρο μου και προσπαθώ να κάνω την αδιάφορη.
Μα δεν είναι εύκολο... Σηκώνω το βλέμμα και την κοιτάζω με ζήλια. Πως αντέχει να μυρίζει τόσο ωραία; Πως αντέχει να εκθέτει τόσο προκλητικά τα άτακτα μπουμπούκια της σε κοινή θέα; Πως αντέχει να είναι τόσο, μα τόσο ερωτική; Δεν ντρέπεται που την βλέπουν όλοι; Έτσι ξεγυμνωμένη και τάχα αθώα, η blance epifanie των δέντρων την άνοιξη, στέκεται προβάλλοντας ειρωνικά στα μάτια μου την απίστευτη και γεμάτη υπονοούμενα ομορφιά των μισάνοιχτων μπουμπουκιών της. Και είναι φορτωμένη φέτος... Και με κοροιδεύουν τούτα τα μπουμπούκια. Ερωτροπούν με το μυαλό μου. Στιλπνά, λευκά, σχεδόν κέρινα. Ξεχωρίζουν μέσα στα σκονισμένα φυλλώματα και μαγνητίζουν την όραση μου. Γλυκεριό, μου φωνάζουν, είναι καιρός για έρωτες, το ξέχασες; Τι να πω; Πως να το ξεχάσω; θα πρέπει να παραδεχτώ την ήττα μου. Κάνω πως δεν ακούω και συνεχίζω το πάνω κάτω.
Πιέζω πολύ τον εαυτό μου για να είμαι μαζί με ανθρώπους. Εκείνο που θα θελα στα αλήθεια, είναι να κοιμόμουν, μέχρι να περάσει τούτη η άνοιξη και να σταματίσουν να μυρίζουν αυτά τα μισότρελα δέντρα. Τα βράδυα, χαζεύω που και που κάποια ταινία στην τηλεόραση και στα happy endings βρίσκομαι αγκαλιά με τα χαρτομάντηλα. Συγκεντρώσου, σκέφτομαι. Κανένας άντρας δε θέλει μια γυναίκα που κλαίει στις χαζοταινίες και τις διαφημίσεις. Όμως τα βρυσάκια δεν κλείνουν. Όταν βγαίνω έξω, φοράω τα αυστήρα μου ρούχα, το μεγάλο χαμόγελο και κανείς δεν υποψιάζεται τη φουσκοθαλασσιά. Βλέπουν όλοι τον ατσαλάκωτο εαυτό μου. Τα βράδυα με σφιγμένα δόντια, με όπλο το χιούμορ και τον αυτοσαρκασμό, συνεχίζω το πάνω κάτω. Η νερατζιά με παραμονεύει. Νομίζεις πως είσαι κοριτσάκι, μου σφυρίζει με τη μυρωδιά της. Όμως, δεν είσαι. Είναι εποχή για έρωτες, το ξέχασες; Γιατί πας κι έρχεσαι μόνη μες το σκοτάδι πάνω κάτω;
Δεν ξέρω τι να απαντήσω. Μπαίνω στο σπίτι, κάθομαι στο γραφείο μου, πίνω τον καυτό καφέ μου και ταξιδεύω μακρυά. Ταξιδεύω... για να περάσει ο χρόνος. Να περάσει η άνοιξη. Να εξατμιστεί το άρωμα της.
Η συνομωσία της νερατζιάς δεν θα περάσει...
Παραλλαγή σε ένα κείμενο με λέξεις που αγόρασα ψες βράδυ από ένα μικρό φτερωτό άγγελο της άνοιξης...
Ετικετες
ανοιξη,
ερωτες και συνομωσιες
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου