25/11/09

Nα με θυμάσαι...


Πόθος είναι το άλογο που αμαξώνει τη θλίψη. Είναι η ανεξίτηλη δαχτυλιά που ανοίγει το σώμα, τον χάρτη του έρωτα. Η διαπεραστική μελάνη του πνεύματος. Για όλες τις Μαριάνες και τις Σουζάνες του κόσμου που δρασκελίζουν κρυφά ένα μέρος κοντά στο ποτάμι για να μου προσφέρουν τσάι με πορτοκάλια. Για όλες τις αγάπες που μου τον παίρνουν – όπως η Joplin – όταν το ζώο μου ουρλιάζει αήττητο, σε ένα άφτιαχτο κρεβάτι του Chelsea Hotel, ενώ η λιμουζίνα τους περιμένει στο δρόμο.

That night that you planned to go clear. Did you ever go clear?

Γυμνές, φορούν μόνο ένα διάσημο μπλε αδιάβροχο φθαρμένο στους ώμους που τους γδέρνει τη σάρκα. Την ήβη, όλοι οι άγγελοι είναι εκεί θυμωμένοι. Και σιωπηλοί.



Παρίσι της δεκαετίας του 70, στα καφέ,
like a bird on the wire. Αν το φεγγάρι είχε μια αδελφή, θα ήσουν εσύ. Στο Σηκουάνα το φεγγάρι δεν είναι παρά μια πέτρα που βρήκε κοντά στην όχθη του κάποιος τυχερός και την έριξε στη τσέπη του. Το Παρίσι δεν τελειώνει ποτέ, είναι το αγαπημένο παιχνίδι των ποιητών. Κάτι σαν τον αιφνίδιο σπασμό της κοιλιάς σου, λίγο πριν ξεσπάσει ο οργασμός.

Εγώ.

I want to come again.


Στα «ευρωπαϊκά μπλουζ» του Κοέν η θλίψη έχει αξιοπρέπεια. Το τσεκούρι είναι φτιαγμένο από χρυσό, η λίμνη είναι ο καθρέφτης της γυναίκας. Αφήνει όλες τις πόρτες ανοιχτές στο φως της σελήνης. Θα περάσω κάτω απ’ τα πόδια σου, κάτω απ’ τη δική σου αψίδα θριάμβου.

I will kill you if I must, I will help you if I can.

Σειρά σου τώρα να πεθάνεις από έρωτα, σειρά μου να αναστηθώ. Με τραγούδια, ψηλαφώντας τα δικά μας δευτερόλεπτα. Με βραδινές μπαλάντες που σκάλισα στις βεράντες της Ύδρας instead of fucking you more often.

Είδες;

Είμαι τελικά τόσο ελεύθερος που μπορώ ακόμα και να σου φέρω την Αμερική μου στον ίσιο δρόμο. Τα ερωτικά μου κουρέλια στο πιάτο σου.

Fucking America, fucking you.

Δέκα φορές Καναδός, στις αδιάψευστες ποσοστώσεις μιας ραγδαίας ζωής. Δέκα φορές Υδραίος Καβάφης που αποχαιρετά την Αλεξανδρινή Αλεξάνδρα του, δέκα φορές μαγεία που εξαπατά όλους τους φρουρούς της καρδιάς σου. Πεζοναύτης του πνευματικού κόσμου σου. Ποίημα με αυτοκόλλητο όνομα ράχης. Ακατάλληλο. Θλιμμένο κουκουνάρι. Κανείς.


Εντάξει, φύγε αν πρέπει / θα φτιάξω μόνος μου το Σύμπαν / θα τα αφήσω όλα να κολλήσουν πάνω μου / κάθε θλιμμένο κουκουνάρι / κάθε ανιαρή πευκοβελόνα / Και θα στείλω τη στοργή μου / από αυτό το ξυρισμένο κεφάλι / 360 μοίρες / προς όλα τα δραματικά τοπία / όλες τις καταχνιές και τα χιόνια / που διασχίζουν / τα λαμπερά βουνά / για να φτάσω στις γυναίκες που κολυμπούν / στους χειμάρρους / και χτενίζουν τα μαλλιά τους / στις σκεπές / στους άφωνους που με κάλεσαν / από την εκπληκτική σιωπή τους / στους μικρόψυχους ενώ είναι πλούσιοι / για να φτάσω σε όλες τις μορφές της σκέψης / και τα διάτρητα διανοητικά αντικείμενα / που μπορείς τώρα / στο τέλος της εφιαλτικής σου ζωής / να αποκτήσεις.

(Leonard Cohen, Ε
ΔΩ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΚΙΝΑ)

Μπορώ ακόμα να σε σχεδιάσω με μια ματιά. Αλήθεια. Χωρίς καν μολύβια. Έρχομαι, να μου πετάς κέρματα στο τζουκ-μποξ, για να μην τελειώσω. Θα κάνω ό, τι μου πεις. Θα κλάψω στις άκρες των σεντονιών σου, θα πατήσω τον Νόμο στο λαιμό. Θα σε ανταμείψω με όλα τα μέλη μου να καίγονται από ζάλη.

I
’ m your man.



Έρχομαι, για να ζήσω μέσα σου, με τις μελαχρινές φάρσες μου, με τις μυστικές μου ανοησίες. Πρώτα θα πάρουμε το Μανχάταν, μετά το Βερολίνο. Μετά, θα γίνουμε ο κόσμος όλος, πάνω σ’ ένα κρεβάτι διαλυμένο από τις προσευχές μας. Σ’ ένα μηχανάκι που θα το γέρνει ο άνεμος, όλα τα πρωινά του κόσμου, παραμελημένοι απ’ όλους.

Έρχομαι, να με χορέψεις στις παρακλήσεις σου. Να με πας ως το τέλος της αγάπης. Θέλω να νιώσω τον μικρό σεισμό που ανασηκώνει το στήθος σου, μέσα σε δωμάτια αυλές, εγώ ο βετεράνος με το κόκκινο παράσημο του έρωτα, εγώ απ’ το άλλο ημισφαίριο, που θα σε γνωρίσω ξανά στον εαυτό μου, μια νύχτα αργή, όταν θα μαζεύουμε βιαστικά τις καρδιές μας για να φύγουμε,

ανήσυχοι, φυσικά
ηττημένοι, φυσικά
γέροι, φυσικά
ευγνώμονες, φυσικά

αλλά διαλυμένοι επιτέλους
στο χρυσαφένιο μας φως.



ΥΓ. Καλή ψαριά η αποψινή. Τα δίχτυα κρύβουν θησαυρούς πολύτιμους κάποια βράδυα. Κι η επιθυμία γίνεται μουσική, λέξεις, πουλιά που πετούν μακρυά από το « εδώ»...

1 σχόλιο:

ΦΥΡΔΗΝ-ΜΙΓΔΗΝ είπε...

Καλησπέρα

Φιλίκαι Γλαρένιες αγκαλιές