8/11/09

Στον ίσκιο, στα σύννεφα...


Μ’ αρέσουν τα σύννεφα του Nοέμβρη. Διατηρούν ακόμη τη ζεστασιά τους κι αλλάζουν χρώματα ανακατεύοντας τα πινέλα τους στο άσπρο και το γκρίζο. Μ’ αρέσει η μουσική στο σβηστό σπίτι. Τα φώτα του δρόμου που ακόμη αχνοφέγγουν από τη νύχτα που σιγά σιγά χάνεται. Μ’ αρέσουν οι ήχοι που σκορπά το ραδιόφωνο, όταν φυσάει και βρέχει. Μια κούπα με ζεστή σοκολάτα.

Μ’ αρέσουν σχεδόν όλα τα αεροδρόμια του κόσμου. Μικρά και μεγάλα. Μ’ αρέσει ο ήχος της βροχής, τη νύχτα. Τα σπίτια, κάτω από μικρούς λόφους. Οι σελίδες των βιβλίων που αγγίζω.

Μ’ αρέσουν τα άστρα πίσω από θυμωμένους ουρανούς. Τα αδέσποτα σκυλιά. Το χάδι στο σβέρκο, που σημαίνει σε θέλω και σε εμπιστεύομαι. Οι σταγόνες στα φύλλα της συκομουριάς, που πέφτουν με ονειρώδη ρυθμό και στόφα αρχοντική. Μ’ αρέσει να χάνομαι στο διαδύκτιο διαβάζοντας. Ακόμα περισσότερο, μ’ αρέσουν τα βιβλιοπωλεία. Με εκείνη την χαραχτηριστική μυρωδιά του χαρτιού που ξεμένει πάνω στα σκονισμένα ράφια τους και τρυπά τον αέρα. Μ’ αρέσει η Μαρία Μήτσορα. Γράφει με σκόνη μαργαριταριών. Μ’ αρέσει να ξαναδιαβάζω κάποια βιβλία. Λουντέμη, Καζαντζάκη, τα σονέτα του Σαίξπηρ, Σεφέρη, Κάλβο, Έλιοτ. Τα ίδια και τα ίδια.

Μ’ αρέσουν τα γαλατένια πρωινά της πόλης, που μοσχοβολάνε κανέλα και ζυμάρι. Μ’ αρέσουν τα γλυκά μπαγλαμαδάκια. Ως θύμιση μιας ράτσας ρωμαλέας, ρεμπέτικης, που με επηρέασε αν και δεν είχα τίποτα κοινό μαζί της.


Μ’ αρέσει η Ανατολή, με ότι περιλαμβάνει. Η τρεμουλιαστή άχνα της ζωής, το βαθύ βλέμμα, ο ίσκιος της φοινικιάς, η διαύγεια της νύχτας, ο αγέρας στη λίμνη. Μ’ αρέσει το βελούδο της Billie Holiday, αν και την ακούω πια σπάνια. Και οι καμπάνες της Μπέλλου.

Μ’ αρέσουν τα μεγάλα ταξίδια με αυτοκίνητο. Τα επαρχιακά και συνοικιακά μπαρ, ορισμένες ζημιάρικες νύχτες. Μ’ αρέσουν τα σαρκώδη χείλη που χαμογελάνε. Τα ταξίδια με τρένο, ιδίως αν είναι μισοάδειο. Μ’ αρέσει ο Ντοστογιέφσκι, φτιαγμένος από χώμα και νερό. Μ’ αρέσουν τα χωριά της επαρχίας. Μια γεωγραφική ζαριά, γεμάτη πέτρινα σπίτια στις γειτονιές του κόσμου. Μ’ αρέσουν τα Μαύρα Μάτια του Μιχάλκωφ για τις στιγμές που δείχνουν τον Μαστρογιάνι ευτυχισμένο, «χωρίς το βάρος της συνείδησης».

Μ’ αρέσουν τα νησιά του Αιγαίου. Δεν έχω δει μεγαλύτερη ομορφιά. Μ’ αρέσουν οι Έλληνες της Μακεδονίας. Απλοί και δοτικοί. Μ’ αρέσουν τα ξενοδοχεία που με αγκαλιάζουν στα δώματα τους. Που με συντροφεύουν όταν ξενυχτάω στο παράθυρο τους με ένα ποτήρι κρασί. Ίσως και δύο...


Μ’ αρέσουν σχεδόν όλα όσα χαζεύω στο
Hermes. Μ’ αρέσει το αχνό φως μιας βροχερής ημέρας. Μ’ αρέσουν οι γάιδαροι. Τους αγαπώ βαθύτατα! Ο Σοπέν από τον Arturo Michelangeli. Οι δήθεν φίλοι μου που θέλουνε να με διαλύσουν. Μ’ αρέσει το «New York Review of Books». Το L’ ami Jean. Τα πειραματικά φιλμ του Μπράκατζ. Ο Μπρεσόν στο στυφό κουκούτσι. Το χίπικο ήθος.

Μ’ αρέσει «Το αστέρι κι η ευχή»
σε στίχους του Ελύτη. Λέξεις και νότες που σε μαγεύουν διά βίου. Μ’ αρέσει η αργή μέθη, με παρέα στο σπίτι τα βράδυα δίπλα στο αναμμένο τζάκι, το πλήθος της αγοράς, το βύθισμα στις σκέψεις, η συνομιλία με τις σκιές. Μ’ αρέσει ο Ντίλαν Τόμας. Και ο Μπομπ Ντίλαν. Tο μέτρο και η αβρότητα της φύσης τούτη την εποχή.


Μ’ αρέσουν οι αγριοτριανταφυλλιές. Ένας άβατος κήπος με νεραντζιές πίσω από έναν ξύλινο φράχτη. Τα κρυστάλλινα νεροπότηρα. Μ’ αρέσει η 25ης Μαρτίου, όταν σχολάνε τα σινεμά και φυσάει. Μ’ αρέσουν οι λαχανόκηποι. Τα χαμάμ όταν βρέχει. Η ποίηση του Οσίπ Μάντελσταμ. Οι γυμνές πετρώδεις εκτάσεις . Τα σάλιο που κυλάει στα πρόσωπα των μωρών· όταν κοιμούνται. Τα αφγανικά χαλιά. Τα ανοιχτά αμάξια. Η Πρωτομαγιά του Βιζυηνού. Ο ζεστός καταρράκτης στο Πόζαρ.

Μ’ αρέσουν οι ατμοί στα τζάμια της κουζίνας από τη σάλτσα που σιγοβράζει. Ο κρουστός ήχος του παπλώματος την ώρα που για πρώτη φορά στρώνεται καθαρό και φρέσκο πάνω στο κρεβάτι. Τα τελευταία κόκκινα φύλλα του αναρριχητικού φυτού που το φυτέψαμε στο μπροστινό μπαλκόνι αλλά κάνει μια πανέμορφη κουρτίνα στον κάτω όροφο. Κάτι χρυσάνθεμα δεμένα με σπάγκο, το γλάσο σοκολάτας που καλύπτει το κέικ καρότο -τρώγεται και μόνο του, τα τελευταία σταφύλια, η σκηνή της κηδείας στη Λευκή Κορδέλα του Michael Haneke.


Κυριακή πρωί. Μια γλάστρα έπεσε και έσπασε μες στην ησυχία. Η μυρωδιά του καφέ σε μεθάει την ώρα που σκάει στο φλιτζάνι. Φωτογραφίες που μου χάρισες. Άλλες δύο σελίδες από τα αγαπημένα σου διαβάσματα. Δύο συνταγές για μπισκότα που έγραψα στις πίσω σελίδες ενός άχρηστου βιβλίου. Τώρα για πάντα θα είναι το βιβλίο με τις συνταγές για μπισκότα. Το σάλι στους ώμους μου που με ζεσταίνει τούτο το πρωινό. Τσάι γιασεμί, παρέα με ένα κείμενο της Αρλέτας που είναι ακόμη τόσο μοντέρνα.




Μ’ αρέσει να παλεύω με οτιδήποτε, αρκεί να είναι το μυαλό σε κίνηση.
Μ’ αρέσει να παλεύω. Κι ας τα χάσω όλα, ξαφνικά...

1 σχόλιο:

ΦΥΡΔΗΝ-ΜΙΓΔΗΝ είπε...

Σ' αρέσει Η ΖΩΗ!!!

Φιλί και Γλαρένιες αγκαλιές