4/12/08

Καφές με αρώμα βαρύ..


Σηκώθηκα πάλι αργά. Δε μπορώ να καταλάβω τι μου συμβαίνει. Κοιμήθηκα νωρίς χτες το βράδυ. Κατά τις 1 έπεσα για ύπνο. Δεν είχα αποκοιμηθεί ακόμη, ένιωθα τις σκέψεις να γυρίζουν στο μυαλό μου. Εκεί είδα και το όνειρο το παράξενο... Και σήμερα ξύπνησα κατά τις 8. Είχα χορτάσει τον ύπνο μου. Έπαιξα λίγο με το Μήτσο και σκέφτηκα ότι είναι νωρίς για να σηκωθώ. Έτσι, έχασα το χρόνο. Όταν ξανάνοιξα τα μάτια μου είχε πάει μεσημέρι.

Σηκώθηκα, έκανα καφέ. Έξω μια μαυρίλα άλλο πράγμα. Και ένας αέρας τρελός, μαζί με βροχή. Στο διπλανό σπίτι κόσμος μαζεμένος. Δε μου άρεσε αυτό... συνήθως ο κόσμος μαζεμένος έρχεται όταν συμβαίνει κάτι κακό. Μετά... κατάλαβα. Η γιαγιά η Τζίμαινα μάλλον έφυγε. Μεγάλη γυναίκα και άρρωστη. Ας είναι ελαφρύ το χώμα που θα τη σκεπάζει. Θα πάει να συναντήσει τον κυρ Μήτσο. Τον άντρα της. Εκείνος έχει φύγει από χρόνια. Τον θυμάμαι... ένας άντρας πανύψηλος, άγριος στη φάτσα που σαν μας έβαζε μια φωνή όταν είμασταν παιδιά τρέχαμε να κρυφτούμε. Δεν ήταν κακός. Καρδιά μάλαμα είχε. Η όψη του μας τρόμαζε.

Σκέφτομαι ότι τελικά τίποτα δεν είναι ο άνθρωπος. Τη μια στιγμή εδώ, και την άλλη σε τόπο χλοερό. Δύσκολες ώρες αυτές. Όμως όλα είναι μέσα στη ζωή. Ακόμη και ο θάνατος. Μέρα βαριά σήμερα. Ο καιρός, η κυρά Στέλλα που έφυγε, την κάνουν να είναι πιο γκρίζα. Περιμένω νέα από το δικό μας μέτωπο. Εκεί που η ζωή νίκησε για την ώρα το θάνατο. Εκεί που η δύναμη του ανθρώπου για ζωή για ακόμη μια φορά θριάμβευσε.

Δεν υπάρχουν σχόλια: