5/10/08

Κυριακή... παρέα με όμορφες ανάμνησεις


Όμορφη μέρα η σημερινή. Με ήλιο αλλά και με ψύχρα, όμως ποιος νοιάζεται; Κρατάω μόνο τον ήλιο. Το κρύο δεν με αγγίζει. Νιώθω καλά. Νιώθω γεμάτη. Νιώθω ζεστασιά μέσα στην καρδιά μου. Mε καφεδάκι, αγναντεύοντας από το παράθυρο προσπαθώ να ξυπνήσω. Έχω γύρω στις 20, ίσως και περισσότερες εφημερίδες κοντά μου και τις ξεφυλλίζω.

Θυμάμαι κάποιες εποχές, τότε στη Σχολή, αλλά και πιο παλιά στο Λυκείο που διάβαζα εφημερίδες. Στο Λύκειο πάντα το «ΒΗΜΑ», τα δοκίμια του. Μας το είχε επιβάλλει ο φιλόλογος μας γιατί οι εκθέσεις που γράφαμε, έπρεπε να ξεφεύγουν από τα στενά περιθώρια των μαθητικών γραπτών. Έπρεπε να μοιάζουν με δοκίμια. Κλασικό γαρ... ένα Λύκειο ιδιαίτερο για παιδιά που ήθελαν να ακολουθήσουν την 3η Δέσμη. Υπήρχαν επτά σε όλη την Ελλάδα. Και ήμουν τυχερή που βρέθηκα σε ένα από αυτά. Τα μαθηματικά, έχοντας χάσει την αλληλουχία και τη σειρά τους στο μυαλό μου, λόγω των μεταθέσεων του πατέρα μου, φάνταζαν κινέζικα στα μάτια μου. Ποτέ δεν τα κατάλαβα...

Και μετά στη Σχολή. Έπρεπε να διαβάζουμε όλο τον Τύπο καθημερινά. Κι αυτό έγινε μια όμορφη συνήθεια. Ήμουν η μόνη που τα καλοκαίρια, μετά τις διακοπές πάντα βρισκόμουν στη Σχολή και δούλευα. Από εκείνα τα χρόνια λοιπόν έχω να διαβάσω εφημερίδες. Σήμερα που τις ξεφυλλίζω και αισθάνομαι το χαρτί στα χέρια μου, που μυρίζω την ιδιαίτερη αυτή μυρωδιά τους, ξαναθυμάμαι τα όμορφα εκείνα χρόνια.

Θυμάμαι τον Ηλία τον Κουτσούκο, ενεργό δημοσιογράφο μέχρι και σήμερα. Απίστευτος τύπος. Κοντούλης, αδύνατος, με μια αλογοουρά, και μια μεγάλου κυβισμού μηχανή, που πάντα αναρωτιόμουν πως την κάνει ζάφτι*. Ένας άνθρωπος με πρόσωπο ήρεμο και λόγο που σε καθήλωνε. Όταν μας διηγόταν σκηνές από τα ρεπορτάζ που είχε κάνει σε όλον τον κόσμο, δεν ανασαίναμε. Τη μέρα που μας διηγήθηκε μια ιστορία για να μας δώσει τον ορισμό του «θανάτου», νομίζω ότι όλοι στην αίθουσα είχαμε μείνει άφωνοι και κάναμε ώρα να συνέλθουμε. Θα σας την διηγηθώ την ιστορία. Είναι όμορφη και αξίζει να την μοιραστούμε.

«Κάποτε ζούσε στην Ασσυρία ένας πλούσιος και καλόκαρδος άρχοντας. Στην δούλεψη του είχε έναν πιστό υπηρέτη. Χρόνια πολλά μαζί του. Κάθε Σάββατο ο άρχοντας στην μεγάλη αυλή του σπιτιού του έστρωνε τραπέζι μεγάλο με όλα τα καλά του Θεού, για τους φτωχούς της πόλης.Κάθε Σάββατο λοιπόν, ο πιστός υπηρέτης κατέβαινε νωρίς το πρωί στην αγορά για να προμηθευτεί όσα ήταν απαραίτητα για το τραπέζι. Ένα από αυτά ξεκίνησε για την αγορά.

Όταν έφτασε, άρχισε προσεκτικά να διαλέγει φρούτα, λαχανικά και κρέατα. Ένιωσε όμως κάτι περίεργο. Σαν κάποιος να τον κοιτούσε επίμονα, από πίσω του. Γύρισε, και είδε απέναντι έναν άντρα ψηλό, που φορούσε μια μαύρη μπέρτα μακρυά, και το κεφάλι του ήταν σκεπασμένο από μια μαύρη κουκούλα. Ο υπηρέτης πάγωσε. Του κόπηκε η αναπνοή, γιατί κατάλαβε ότι αυτός ήταν ο χάρος που είχε έρθει για να τον πάρει. Έντρομος παράτησε την αγορά και γύρισε στο σπίτι πηγαίνοντας κατευθείαν στον κύριο του.

Του διηγήθηκε την ιστορία και τον παρακάλεσε, αν τον αγαπά, να του δώσει το πιο γρήγορο άλογο του για να φύγει μακρυά, ώστε να μην τον βρει ο χάρος όταν έρθει να τον πάρει. Ο αφέντης που δεν είχε κανένα παράπονο όλα αυτά τα χρόνια από τον πιστό υπηρέτη του, με λύπη γιατί θα τον έχανε, του έδωσε το πιο γρήγορο άλογο που είχε και αφού τον αποχαιρέτησε και του ευχήθηκε καλή τύχη, τον άφησε να φύγει. Όταν έμεινε μόνος, ένιωσε θυμό. Ποιος ήταν αυτός που είχε τρομάξει τον υπηρέτη του και ήταν η αιτία να τον χάσει; Eτοιμάστηκε λοιπόν, και κατέβηκε στην αγορά.

Εκεί κάπου μέσα στο πλήθος είδε τον άντρα που του είχε περιγράψει ο πιστός του υπηρέτης. Τον πλησίασε, και τον ρώτησε, «Ποιος είσαι εσύ που τολμάς να τρομάζεις τον υπηρέτη μου;» O χάρος, τον κοίταξε και ήρεμα του απάντησε «Αφέντη μου δεν ήθελα να τρομάξω τον υπηρέτη σου. Απλά αναρωτήθηκα τι κάνει εδώ, αφού το βράδυ έχουμε ραντεβού στην Δαμασκό».

Δεν ξέρω πως θα σας φανεί η ιστορία, αλλά θεωρώ ότι ήταν ο καλύτερος ορισμός θανάτου που έχω ακούσει μέχρι και σήμερα.Ο Ηλίας ο Κουτσούκος ήταν και παραμένει ένας πολύ καλός αφηγητής. Δουλεύει στην ΕΤ3 στη Θεσσαλονίκη.

Ήρθε η ώρα όμως να κατέβω στον κήπο. Έχει ζεστάνει έξω και δεν είναι να μένεις κλεισμένος στο σπίτι...το ταξίδι των αναμνησέων το αφήνω για αργότερα.



*ζάφτι= Η λέξη χρησιμοποιείται μόνο στην έκφραση «κάνω ζάφτι», υποτάσσω στη θέλησή μου, θέτω υπό τον έλεγχό μου, δαμάζω, επιβάλλομαι.

Δεν υπάρχουν σχόλια: