19/3/09

Άνοιξη με το στανιό


Ξεκινάμε όπως όπως...

Γιατί κύριοι με κάνετε και νοιώθω τύψεις; Γιατί να έχω εγώ την ενοχή τη δική σας μέσα στη ψυχή μου;

Κουτσός βλέπεις ο ανθρωπάκος, μεγάλος σε ηλικία, έχει κι ένα παρουσιαστικό που σε γεμίζει θλίψη ...... Κι αν είναι παιδάκι; Μέσα στη βρώμα και τη μιζέρια; Αν φοράει κοντομάνικο μακό μπλουζάκι, την ώρα που εσύ φοράς μπουφάν ( μάρκα ) πάνω από το μάλλινο πουλόβερ, πάνω από το polo το πουκάμισο, πάνω από το φανελάκι, πάνω από την τσίπα σου, κι όλα αυτά μέσα στο αυτοκίνητό σου, με το καλοριφέρ στο φουλ και τα παράθυρα ανοιχτά να μην πάθεις καμιά αποπληξία και......... Τι λέγαμε; Για τα ρούχα μας; Από που ξεκινήσαμε; Α! Για το γυμνό παιδάκι που ζητιανεύει ξυπόλητο μέσα στη βροχή και το κρύο. Κι αν μαζί με το παιδάκι είναι και η μαμά του, μαζί με μερικά αδελφάκια; Δεν θα ζητιανεύουν απαραίτητα, στην καλλίτερη περίπτωση θα εμπορεύονται προϊόντα πρώτης ανάγκης, άμεσης προσέγγισης του πελάτη, χαρτομάντιλα, στυλό και πάλι χαρτομάντιλα. Ένα πακέτο πενήντα λεπτά. Ακριβά το πουλάει, αλλά ποιος το καταλαβαίνει εκείνη την στιγμή; Αυτός που θέλει να βοηθήσει πληρώνει για να βοηθήσει και όχι γιατί έχει συνάχι. Αυτός που δεν θέλει να βοηθήσει δεν μπαίνει καν στο κόπο να ακούσει το πρόβλημα του ανθρώπου, πόσο μάλλον το είδος και την τιμή της πραμάτειας του. Αυτός ο δεύτερος ,εκείνη τη στιγμή έχει πείσει όλες του τις αισθήσεις μαζί με το μυαλό του ότι δεν υπάρχει κανείς εκείνη τη στιγμή που να του πουλάει κάτι, σίγουρα όμως δεν νοιώθει άνετα. Αναρωτιέται αν πράττει σωστά, αν τον κατακρίνουν οι τριγύρω του, αν τον επικρίνουν αν.......χίλια δυο.


Γιατί δεν βοήθησε; Άλλος γιατί θεωρεί όλους τους αναξιοπαθούντες, κλέφτες, ψεύτες , εκμεταλλευτές του πόνου και των ευαίσθητων , αφελών ανθρώπων. Άλλος, γιατί έδωσε στους 500 προηγούμενους και του τελείωσαν τα ψιλά. Άλλος, γιατί δεν τον έπεισε το ποιηματάκι του επαίτη. Άλλος, γιατί η αύξηση της καχυποψίας του έχει φτάσει στο ζενίθ και τον βάζει να κάνει υπολογισμούς. Δηλαδή:

Οδηγάς το αμάξι σου. Ανάβει κόκκινο φανάρι. Πόση ώρα είσαι σταματημένος με το κόκκινο; Περίπου ένα με δύο λεπτά. Σταμάτησες στο αριστερό μέρος του δρόμου και έχεις μπροστά σου πέντε αυτοκίνητα κι άλλα τόσα πίσω σου. Ο έχων την ανάγκη μας ξεκινάει από τον πρώτο οδηγό και σε πλησιάζει. ( Θα υπολογίσω σε δραχμές για να μειώσω το την αξία του αποτελέσματος ).Του δίνεις ένα κατοστάρικο που είχες μέσα στο ντουλαπάκι. Πριν από σένα άλλοι τον αγνόησαν κι άλλοι κάτι του έδωσαν. Το ίδιο έγινε και με τους επόμενους. Πράσινο το φανάρι φύγαμε. Στο επόμενο κόκκινο άλλα δέκα αυτοκίνητα. Στους δέκα οδηγούς το λιγότερο δύο θα τον συνδράμουν. Όσοι τον βοηθήσουν θα του δώσουν κατά μέσο όρο, τουλάχιστον ένα κατοστάρικο.


Ανακεφαλαιώνουμε...

Δύο λεπτά στάση στο κόκκινο φανάρι δέκα αυτοκίνητα.

Δύο οδηγοί, τουλάχιστον, δίνουν εκατό δραχμές.

Σε 2 λεπτά ο επαίτης έχει πάρει 200 δρχ. δηλ.

σε 10 λεπτά έχει 1000 δρχ. δηλ.

σε μία ώρα (60 λεπτά ), έχει βγάλει 6.000 δρχ..

Αν δουλέψει οκτάωρο τι μεροκάματο βγάζει; Ώρα να αλλάξουμε επάγγελμα, γιατί μάλλον θα δυσκολευτούμε να έχουμε 48.000 δρχ. μεροκάματο. Για να επιστρέψουμε την κατάσταση στο σήμερα με το €, ακριβότερο νόμισμα! Αν το αποφασίσουμε να αλλάξουμε επάγγελμα, θα δυσκολευτούμε λίγο στην αρχή, γιατί θέλει αρκετό θάρρος και πολύ θράσος, στην αρχή θα είναι δύσκολο με τον καιρό όμως και αφού γλυκαθούμε θα το συνηθίσουμε. Ας γυρίσουμε στο ζητιανάκι και να φανταστούμε τι γίνεται, από οικονομικής απόψεως, αν βγει όλη η οικογένεια μαζί ..........!!!;;;

Αν όμως ο συλλογισμός μου δεν είναι σωστός; Αν όντως και ανάγκη έχουν και το μεροκάματο δεν βγαίνει; Δώσε το μωρέ το παλιοκέρμα! Απ' αυτό θα σωθούμε; «Κάνε το καλό και ρίξ' το στο γιαλό».


Και η επαιτεία έχει τον ανταγωνισμό της. Το ένα πόστο είναι καλύτερο από το άλλο. Έχει περισσότερη κίνηση, ανάβει πιο γρήγορα το φανάρι, περνάνε πιο πολλοί φιλάνθρωποι, κλπ. Λόγω αυτού του ανταγωνισμού υπάρχουν και διαπληκτισμοί μεταξύ των αναξιοπαθούντων. Κάποτε ήμουν σταματημένος σε ένα φανάρι, σε ένα κεντρικό δρόμο του Περιστερίου. Βλέπω έναν νεαρό γύρω στα 25, φανερά ταλαιπωρημένο ( άγνωστο αν ήταν θέατρο) με κάτι ξεθωριασμένα χαρτιά στο χέρι και μερικά κέρματα να ζητιανεύει. Δέκα μέτρα πιο μπροστά του ένας παππούς, γύρω στα 80, δέκα φορές πιο ταλαιπωρημένος από τον προηγούμενο, πάει δεν πάει, προσπαθεί να μαζέψει κι αυτός κανένα κέρμα. Η εικόνα του παππού σαφώς πιο δυστυχισμένη και από εμφάνιση και από ηλικία και.....ρίχνει τις μετοχές του νεαρού. Αν κάποιος είχε ένα κατοστάρικο και ήθελε να το δώσει , οι πιθανότητες να το πάρει ο νεαρός ήταν ελάχιστες. Τις μετοχές του πεσμένες τις είδε και ο νεαρός, οπότε πλησιάζει τον παππού και του λέει με αγριάδα: « δεν σου έχω πει να μην έρχεσαι εδώ, σήκω και φύγε να πάς αλλού...........»

Δεν συνεχίζω γιατί θα θυμώσω πάλι. Ντρέπομαι που η πολιτεία με φέρνει σε αυτήν τη θέση, αντί να ντρέπεται η πολιτεία. Θεωρώ ότι θα έπρεπε να έχει μαζέψει όλους τους πραγματικά αναξιοπαθούντες και δίνοντάς τους τροφή στέγη και ένα έργο να κάνουν να τους φτιάξει ανθρώπους και στην εμφάνιση, διότι αυτοί οι άμοιροι μόνο « άνω θρώσκω » δεν είναι.

(άνω θρώσκω =κοιτάζω απάνω. Εκ του οποίου η λέξη άνθρωπος - κατά μία εκδοχή)

Και να έκλεινε στη φυλακή όλους του ταλαίπωρους τύπου «μαϊμού». Αρκετά καταθλιπτική είναι η ζωή μας από την μονότονη καθημερινότητα. Ας μην την επιβαρύνουμε κι άλλο...


Συγγραφέας... ο
casper

Δεν υπάρχουν σχόλια: