8/3/09
Σελίδες γένους θηλυκού
Αν το πρότυπο της γυναίκας διαμορφώνεται από τις κοινωνίες, άρα είναι ιδεολογική κατασκευή, ο συγγραφέας - κατ' αρχήν - γεννιέται. Τι συμβαίνει, όμως, αν μια γυναίκα γεννηθεί συγγραφέας;
Έως τον 19ο αιώνα αυτό θα ήταν περίπου δυστύχημα (για τη γυναίκα συγγραφέα). «Η γυναίκα είναι για το σπίτι» έγραφε ο Μένανδρος, και σ' ολόκληρη την ελληνική αρχαιότητα ακτινοβολεί το αρσενικό πνεύμα, ενώ μόνο φευγαλέες εξαιρέσεις είναι οι γυναικείες παρουσίες. Στην ελληνική και στη ρωμαϊκή αρχαιότητα, όπως και στους άλλους πολιτισμούς της Μεσογείου, δεν υπήρχε θέση για γυναίκα συγγραφέα. Η μόνη πνευματική δραστηριότητα των ευφάνταστων γυναικών ήταν να διηγούνται στα παιδιά τους μύθους και ιστορίες, που, ακριβώς επειδή προέρχονταν από γυναίκες, θεωρούνταν (από τον Πλάτωνα και τον Χρυσόστομο αργότερα) επιζήμια για την ανατροφή ιδανικών και ευσεβών - αντίστοιχα - πολιτών.
***
«Η ιστορία των γυναικών συγγραφέων είναι στενά, αν όχι αποκλειστικά, συνδεδεμένη με την ανάπτυξη του γυναικείου αλφαβητισμού»
(Ολουεν Χάφτον, Ιστορία των γυναικών στην Ευρώπη).
Στο δυτικό Μεσαίωνα και στην Αναγέννηση, επίσης στο Βυζάντιο, εμφανίστηκαν κάποιες γυναίκες συγγραφείς με εξαιρετικό έργο, όλες όμως γυναίκες της αριστοκρατίας: Αυτές είχαν χρόνο ελεύθερο και χρηματική άνεση ώστε να αφοσιώνονται στο γράψιμο.
Με την εφεύρεση της Τυπογραφίας και κάτω από την επίδραση του Λούθηρου στην Ευρώπη, μειώνεται ο αναλφαβητισμός, διευκολύνεται η κυκλοφορία βιβλίων, ώστε όλο και περισσότερες γυναίκες έχουν πρόσβαση στη γνώση και όλο και πιο επιτακτική γίνεται η ανάγκη για τη μόρφωση των παιδιών.
Αποκορύφωμα θα είναι ο 19ος αιώνας, όταν οι γυναίκες εκδίδουν (με το όνομά τους ή με ψευδώνυμο) βιβλία για παιδιά και για μεγάλους και στην ουσία δημιουργούν το Μυθιστόρημα. Αυτόν τον αιώνα μπαίνουν οι βάσεις για τη δημιουργία της κλασικής και της νεανικής βιβλιοθήκης:
Στη Γαλλία: Γεωργία Σάνδη, Κυρία ντε Σταέλ. Στην Αγγλία: Τζέιν Οστιν, Αδελφές Μπροντέ (Σαρλότ, Εμιλι, Αννα). Στη Γερμανία: Γιοάνα Σπίρι. Στην Αμερική: Λουίζα Μέι Αλκοτ, Μάργκαρετ Μίτσελ, Χάριετ Μπίτσερ Στόου. Στη Σουηδία: Σέλμα Λάγκερλεφ.
Στην Ελλάδα, οι ιδέες από την Ευρώπη και από τους λαϊκούς αγώνες για χειραφέτηση και κατάκτηση των στοιχειωδών δικαιωμάτων των εργαζομένων εμπνεύσανε ένα κίνημα για την εξύψωση της θέσης των γυναικών μέσα από τη μόρφωση. Δυστυχώς, οι αγωνίστριες δεν είχαν καιρό για γράψιμο. Ετσι τα περισσότερα βιβλία προέρχονταν από ατάλαντες γκουβερνάντες και παιδαγωγούς με αναπαραγωγή των στερεότυπων σε όλα τα επίπεδα.
Ειδικά η Γυναίκα εμφανίζεται κατά κανόνα ως ΜΗΤΕΡΑ. Ζει για να εξασφαλίζει τη σπιτική και γαστρονομική ευτυχία. Προστατεύει και εξομαλύνει. Υπηρετεί και σωπαίνει.
Ακόμη και ως ηρωίδες σε εθνικοαπελευθερωτικούς αγώνες, οι γυναίκες παίζουν τον ίδιο ρόλο. Θυσιάζονται πάντα ή υπηρετούν τους ήρωες και υπομένουν τις συνέπειες των γεγονότων για τα οποία δεν είναι υπεύθυνες.
Η παρουσία της Πηνελόπης Δέλτα θα είναι καταλυτική. Η λογοτεχνική αξία των κειμένων της, η ανήσυχη σκέψη της, η αγωνιστικότητα του χαρακτήρα της, συνδυάζονται σε μια γραφή, που, αν και έχει κάποτε ιδεολογικά ελαττώματα, είναι γνήσια καλλιτεχνική.
«Οι γυναίκες συγγραφείς συνήθως γράφουν για τα παιδιά όχι για να τα βοηθήσουν να ενταχθούν στον περίγυρο, αλλά για να τον αλλάξουν.Kαι τους δίνουν, ή προσπαθούν να τους δώσουν τη φλόγα και τα μέσα για να το κάνουν».
Στον 20ό αιώνα, μεταξύ δικτατοριών, δημοκρατιών, πραξικοπημάτων, μεταρρυθμίσεων και αντιμεταρρυθμίσεων, αναδείχνονται γυναίκες συγγραφείς με θερμούς κοινωνικούς προβληματισμούς: Η Γαλάτεια Καζαντζάκη, η Μυρσίνη Κλεάνθους - Παπαδημητρίου, η Μαρία Λιουδάκι, η Ελλη Αλεξίου, η Σοφία Μαυροειδή - Παπαδάκη, συστήνουν ένα άτυπο, ένα χάρτινο σχολειό με προοδευτικό περιεχόμενο, ενώ με λυρισμό και χάρη αντηχεί η ποίηση της Μυρτιώτισσας, της Ρίτας Μπούμη - Παππά.
Ποιο είναι το διαφορετικό που φέρνουν αυτές οι γραφές; Η αλήθεια.
Στον παιδόκοσμο της Αλεξίου, για παράδειγμα, δε συναντάμε μακάρια και καλοταϊσμένα παιδάκια, αλλά μικρά που δουλεύουν σε άθλιες συνθήκες, που πεινάνε, που είναι διωγμένα, αδικημένα από τη φύση και την κοινωνία, πρώιμοι μαχητές μιας ζωής που συνεχώς θα τους μάχεται.
Στην Καζαντζάκη, εξυψώνεται η δουλειά, αλλά όχι με τον υποκριτικό τρόπο που βλέπαμε στα παλαιότερα βιβλία, όπου ο γιος του σιδερά έπρεπε να γίνει σιδεράς και ο γιος του έμπορα να γίνει έμπορας και πιο πλούσιος μάλιστα. Στα βιβλία των προοδευτικών γυναικών συγγραφέων, κάθε επάγγελμα είναι σεβαστό γιατί εξυπηρετεί την κοινωνία, μια κοινωνία όπου όλοι είναι ίσιοι και κανείς δεν εκμεταλλεύεται ούτε περιφρονεί τον άλλο, όπου όλοι συνεισφέρουν στο κοινωνικό σύνολο.
«Ποια τύχη θα είχε μια (φανταστική) αδελφή του Σαίξπηρ προικισμένη με τις ίδιες ακριβώς ικανότητες;»
(Βιρτζίνια Γουλφ, Ένα δικό σου δωμάτιο)
Η εκδοτική καταξίωση, παλιά, δεν ήταν εύκολη. Αλλά αν το ταξίδι από το μολύβι έως το τυπογραφικό πιεστήριο είναι γεμάτο αντιξοότητες, δεν είναι πιο εύκολο για τις γυναίκες συγγραφείς το πρώτο βήμα, δηλαδή η διαδρομή από την επιθυμία για γράψιμο έως το γραφείο.
Η συγγραφέας Σοφία Μαυροειδή - Παπαδάκη μού έλεγε κάποτε: «Ποιος ξέρει πόσες συγγραφείς έχουν χαθεί γιατί δε βρήκαν καιρό να κάτσουν να γράψουν... Δουλειά, παιδιά... Και στους αγώνες, πάλι; Τι να κάνεις; Να πολεμάς ή να γράφεις; Να πολεμάς βέβαια και να γράφεις...».
Η Σοφία Μαυροειδή - Παπαδάκη(1905-1977) ήταν μια ξεχωριστή διανοούμενη. Φιλόλογος, πεζογράφος, ποιήτρια, θεατρική συγγραφέας και κριτικός, κατόρθωσε τελικά να συνταιριάσει τις λογοτεχνικές της εμπνεύσεις με τη δουλειά, με τη ζωή και τον αγώνα. Πήρε μέρος στην Εθνική Αντίσταση κι έγραψε τον Υμνο του ΕΛΑΣ και άλλα τραγούδια, που αγαπήθηκαν και τραγουδήθηκαν από τον λαό, κάνοντας πράξη το «να πολεμάς και να γράφεις».
Ανάμεσα στα βιβλία της, τα ποιητικά: Της νιότης και της λευτεριάς, Λουλούδι της τέφρας, τα παιδικά μυθιστορήματα: Αταλάντη, η νεράιδα του δάσους, Αλκηστη, η βασίλισσα του δάσους, Ο Αλέξανδρος και η Γοργόνα, Τζαβέλας, η ψυχή του Σουλίου, το τρίτομο ιστορικό: Ιστορίες από το Βυζάντιο, το θεατρικό: Ελληνικό σχολικό θέατρο, την ταξιδιωτική σειρά: Ο μικρός περιηγητής, τα διηγήματα: Το λάλημα της καμπάνας, από όπου το παρακάτω απόσπασμα.
«Καθώς μαζευόμαστε στην πλατεία με τ' άρματα, που είχαμε πρόχειρα,
άκουγα τους ήχους να φεύγουν κοπαδιαστοί, σαν τα χελιδόνια. Και τι
δεν έλεγαν εκείνοι οι ήχοι: «Σηκωθείτε, χωριά της Πίνδου! Μπήκαν
λύκοι στα μαντριά μας! Πάρτε τ' άρματα! Πάρτε τ' άρματα! Πάρτε τ' άρματα!». Ναι, μ' εκείνη τα φράση γέμιζε πια τον αέρα τ' αλαλητό της καμπάνας, που σήμαινε ο Θέμος. Και την έπαιρνε ο πρωινός αγέρας και τη σκόρπιζε ολόγυρα. Κι έξαφνα πήρε τα λόγια της κι άλλη καμπάνα στ' αντικρινό βουνοπλάι. Κι έλεγε κι εκείνη: «Πάρτε τ' άρματα! Πάρτε τ' άρματα!". Υστερα άρχισε και τρίτη και τέταρτη... κι άλλη... κι άλλη, ώσπου έγινε όλη η περιοχή ένα σύνηχο, μια βουή...».
Γράφει η Ζωή Βαλάση
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου